Tο καλοκαίρι του 1985 με δέχτηκε για μεταπτυχιακές σπουδές το Πανεπιστήμιο του Kent, στο γραφικό Canterbury της πανέμορφης αγγλικής επαρχίας με τον μοναδικό καθεδρικό ναό.
- Από τον Γιώργο Χαρβαλιά
Έχοντας νωπή την εμπειρία της… μπίχλας, των διαρκών καταλήψεων, της ατελείωτης πολιτικολογίας και της πλήρους αταξίας στη Νομική της Σόλωνος, δεν πίστευα στα μάτια μου όταν προσγειώθηκα σε ένα «κανονικό» φοιτητικό περιβάλλον.
Μοντέρνα κτίρια, ατελείωτα campus μέσα σε ένα μαγευτικό καταπράσινο τοπίο, τέλεια γήπεδα ποδοσφαίρου με γρασίδι (το μεγάλο μας απωθημένο της εποχής…), σύγχρονο γυμναστήριο, συναυλιακοί χώροι, ακόμη και ενδοπανεπιστημιακές pubs για να ξεσκάνε οι φοιτητές. Ενας πραγματικός εκπαιδευτικός παράδεισος και, μέσα σε όλα, υπέροχα καταλύματα για τους «προνομιούχους» μεταπτυχιακούς φοιτητές, μικρά διώροφα σπιτάκια με πέντε ανεξάρτητα δωμάτια, πλήρως εξοπλισμένη κουζίνα και δύο μπάνια, σε απόσταση λίγων εκατοντάδων μέτρων από τις αίθουσες διδασκαλίας.
Ως 23χρονος… Ελληναράς έσπευσα να καταλάβω με το «έτσι θέλω» το προνομιακότερο δωμάτιο του ισογείου, δίπλα στην κουζίνα, αφού κάνοντας μια βόλτα στον πάνω όροφο είδα μια πόρτα καλυμμένη με μια περίεργη κίτρινη ισλαμική σημαία, που αργότερα κατάλαβα ότι ήταν της Χεζμπολάχ…
Με αντικείμενο μεταπτυχιακών σπουδών τα «συγκριτικά μοντέλα πολιτικών συστημάτων», ήμουν σχετικά υποψιασμένος για τα ζητήματα διεθνούς πολιτικής και γρήγορα επεδίωξα να μάθω ποιος ήταν ο… ισλαμιστής συγκάτοικος. Ήρθα αντιμέτωπος λοιπόν με έναν συμπαθέστατο Λιβανέζο παλαιστινιακής προέλευσης, τον περιβόητο Τζαμάλ (επίθετο μη με ρωτάτε…), ο οποίος ενθουσιάστηκε με την ελληνική μου καταγωγή και θεώρησε ότι βρήκε ευήκοον ους για τους εθνικοθρησκευτικούς προβληματισμούς του. Ήταν άλλωστε η εποχή που μεσουρανούσε το δόγμα ελληνοαραβικής φιλίας του Ανδρέα, και η Ελλάδα θεωρείτο ένθερμος συμπαραστάτης του αγώνα των Παλαιστινίων.
Σταδιακά διαπίστωσα ότι ήταν κορυφαίο λάθος η κατάληψη του δωματίου δίπλα στην κουζίνα, γιατί τουλάχιστον τρία βράδια την εβδομάδα γινόταν, με τη σειρά της, αντικείμενο κατάληψης από τη θορυβώδη παρέα του Τζαμάλ, που διασκέδαζε μαγειρεύοντας αραβικές σπεσιαλιτέ και πίνοντας τσάι (ούτε λόγος για αλκοόλ). Στην παρέα μετείχαν καμιά δεκαριά Άραβες, όλων των προελεύσεων -Λίβυοι, Σύροι, Ιρακινοί, Αιγύπτιοι-, και ένας μεσήλικας λευκός με απροσδιόριστα χαρακτηριστικά, που μιλούσε τα αγγλικά σαν μητρική γλώσσα και είχε ευκρινώς ρόλο «αρχηγού». Όταν έπαιρνε τον λόγο, όλοι οι υπόλοιποι σιωπούσαν.
Η συνεχής βαβούρα, μαζί με τις… αναθυμιάσεις από τις σπεσιαλιτέ, καθώς και η τραγική ακαταστασία της κουζίνας, την οποία απέφευγα να πλησιάζω, με έκαναν να δυσανασχετήσω, και ο Τζαμάλ, ως ένδειξη κατανόησης, μου πρότεινε να συμμετέχω στις περίεργες αυτές συνάξεις. Ομολογώ ότι το απέφυγα, γιατί αισθανόμουν ξένο σώμα σε αυτή την ετερόκλητη παρέα που είχε ως μοναδική συγκολλητική ουσία την «ιερή πίστη στο Κοράνι».
Επειδή, ωστόσο, με έτρωγε η περιέργεια για τον ρόλο του «αρχηγού», έστησα κάνα δυο φορές αυτί στη μεσοτοιχία, γιατί ανάμεικτα με τα ακατάληπτα αραβικά άκουγα και αγγλικά. Εκεί λοιπόν πρωτοήλθα αντιμέτωπος με τη λέξη «τζιχάντ». Την επαναλάμβανε σε τακτά χρονικά διαστήματα και ο «ινστρούχτορας» της παρέας, μεταφράζοντας το ιερό κήρυγμα από τα αραβικά στα αγγλικά, προφανώς για να δίνει επιχειρήματα και στη γλώσσα της «χώρας απίστων» που τους φιλοξενούσε ως φοιτητές.
Η υπόθεση μου έκανε εντύπωση και τη μοιράστηκα με κάποιους Έλληνες και Κύπριους φίλους, οι οποίοι βιάστηκαν να με αποπάρουν ότι βλέπω φαντάσματα και με τράβηξαν να πάμε για μπίρες. Μονάχα ένας εξαιρετικά νοήμων Βρετανός συγκάτοικος, που σπούδαζε Κοινωνικές Επιστήμες, ο Ντέιβ, μου είπε «αυτοί ετοιμάζονται για ιερό πόλεμο εναντίον της Δύσης. Με όποιον τρόπο βρουν πρόσφορο, με συμβατικά και ανορθόδοξα μέσα».
Η ιστορία αυτή, που μου έμεινε σαν μακρινή ανάμνηση, διαδραματίστηκε δέκα χρόνια πριν ο Σάμουελ Χάντινγκτον κυκλοφορήσει το προφητικό βιβλίο του για τη «Σύγκρουση των Πολιτισμών». Ξαναφέρνοντάς την στον νου μου, μπορώ και εξηγώ πολλά πράγματα που συμβαίνουν σήμερα.
Εικάζω, χωρίς να είμαι βέβαιος, ότι όλοι στην παρέα του Τζαμάλ ήταν σιίτες και ο αρχηγός-ινστρούχτορας Αγγλοϊρανός. Εκείνη την περίοδο, άλλωστε, η εκδοχή του ριζοσπαστικού Ισλάμ ήταν η σιιτική, σε αντίθεση με σήμερα, όπου τα ηνία έχει πάρει ο ουαχαμπιτικός σουνιτικός τζιχαντισμός. Όμως, αυτό λίγη σημασία έχει. Το Ισλάμ στην εξτρεμιστική του εκδοχή, είτε αυτή έχει σιτικές είτε σουνιτικές ρίζες, αναπαράγει ως πεμπτουσία τον ιερό πόλεμο κατά των απίστων. Και η τζιχάντ γίνεται πράξη τα τελευταία χρόνια, εντός και εκτός έδρας, μπροστά στα αποσβολωμένα μάτια των ηγετών της παγκοσμιοποίησης. Εκείνων που έστησαν την Αραβική Άνοιξη και σήμερα είτε δεν βλέπουν είτε κάνουν ότι δεν βλέπουν αυτό που έρχεται, μαζί με τη «μεγάλη αντικατάσταση» των πληθυσμών της Ευρώπης που φέρνει το Λαθρομεταναστευτικό.
Πλανώνται πλάνην οικτράν όσοι νομίζουν ότι το Ισλάμ είναι ένα απλό θρησκευτικό δόγμα. Αντιθέτως, πρόκειται για ένα εξαιρετικά σύνθετο σύστημα θρησκευτικών, πολιτικών και πολιτισμικών αξιών που διεκδικεί το αλάθητο και δημιουργεί μοντέλα προς εξαγωγή. Το πρόβλημα είναι ότι δούλευε μεθοδικά εδώ και δεκαετίες μέσα στα δυτικά πανεπιστήμια, στήνοντας μαχητικούς πυρήνες, αλλά Αμερικανοί και Ευρωπαίοι κοιμούνταν τον ύπνο του δικαίου…