Οι Τούρκοι δεν ξέρω τι συνθήματα φωνάζουν στα στρατόπεδα και στις παρελάσεις. Δεν γνωρίζω, άλλωστε, τη γλώσσα τους. Κάποτε προσπάθησα για λίγο να τη μάθω -έχω, ας πούμε, μια ευκολία γενικά-, έμαθα κάτι ψιλά, αλλά τα απέβαλε ο οργανισμός μου, αντέδρασε αμυντικά, και τώρα όταν τα ακούω μου γρατζουνάνε απλά τα αυτιά. Κακό, βέβαια, αυτό.
Τώρα που έχω μεγαλύτερη πειθαρχία δεν έχω χρόνο, διότι είναι μεγάλη υπόθεση να μπορείς να παρακολουθείς και να μελετάς τον εχθρό. Κάποτε, όμως, για πολλά χρόνια αναπλήρωνα με προνομιακό τρόπο τη δυσανεξία μου στη γλώσσα των Γενοκτόνων των Χριστιανών της Μικράς Ασίας, τώρα της Συρίας, των εισβολέων της Κύπρου, που μας απειλούν καθημερινά. Είχα την τύχη και την τιμή να έχω δύο φίλους, άμισθους «συμβούλους», δύο σπουδαίους Τουρκολόγους, τον Κώστα Κύρρη και τον πρόωρα χαμένο Νεοκλή Σαρρή. Με τον Νεοκλή, που κατείχε εξαιρετικά τα της σύγχρονης Τουρκίας -είχε και πολιτική δράση στην αγαπημένη του Πόλη-, είχαμε ένα ritual σε κάθε αλλαγή τουρκικής πολιτικής ή στρατιωτικής ηγεσίας. Μετά άρτου και οίνου ή ενός καφέ στην Πλάκα, μου εξηγούσε ποιος είναι ποιος, εθνική καταγωγή, χαρακτήρα, παρασκήνιο κ.λπ.
Ο Κύρρης ήξερε καλύτερα τη μεσαιωνική Τουρκία και ήταν ένας κινητός θησαυρός πηγών. Και ένα μεσημέρι είχα την ακόμα πιο μεγάλη τύχη να φέρει ο αείμνηστος ευπατρίδης Αρης Καρατζάς στο τραπέζι μας τον κορυφαίο όλων, τον Σπύρο Βρυώνη, του οποίου ήταν μαθητής στο Μπέρκλεϊ, και είχα τη μοναδική ευκαιρία να τον ρωτάω και να μου απαντάει. Σπάνια πνευματική απόλαυση από τον άνθρωπο που ταπείνωσε σε διεθνές τουρκολογικό συνέδριο τον πνευματικό μισθοφόρο των Τούρκων, τον Μπέρναρντ Λιούις, που έγραψε τους «Ασασίνους», αλλά μετά μπήκε στο μισθολόγιο της Αγκυρας και απέκτησε επιστημονική ακεραιότητα κοκκινόκωλης μαϊμούς, γράφοντας και μιλώντας για τη «μεγάλη πολιτιστική συνεισφορά των Τούρκων στην Ανθρωπότητα».
Το είπε και μπροστά στον Βρυώνη, πήρε εκείνος τον λόγο και, αφού ανέφερε τον τίτλο του βιβλίου και την έκδοση των ταξιδιωτικών εντυπώσεων σπουδαίου μουσουλμάνου περιηγητή, απλά απήγγειλε από στήθους το απόσπασμα: «Σταμάτησα στο Ικόνιο λίγες ημέρες να ξεκουράσω τα άλογά μου. Παρατηρούσα απέναντι κάτι Τουρκομάνους που τους είχε βάλει ο τοπικός Μπέης να χτίσουν έναν τοίχο. Μια τους γκρεμιζόταν από εδώ, μια τους έβγαινε στραβός από την άλλη. Οπότε πήγα στον Μπέη και του είπα: “Μπέη μου, εάν θέλεις να χτίσεις, να βάλεις Ρωμιούς, εάν θέλεις να γκρεμίσεις, να βάλεις Τουρκομάνους”».
Ακόμα θυμάμαι τους όρους για στρατιωτικούς βαθμούς, βασικές λέξεις του πυρήνα της γλώσσας του ληστοσυμμορίτη Ερτογρούλ, αλλά μέχρι εκεί. Στους ειδικούς επιστημονικούς, οικονομικούς, τεχνικούς όρους δεν θα κουραστείτε πολύ – όλα δάνεια από τη Δύση. Περιορισμένη η θεματολογία στη στέπα, όταν πας για πλιάτσικο. Αλογο, κρέας, συνήθως κλεμμένο κ.λπ., είχαν λέξεις. Πού να βρουν όμως όρο, π.χ., για τον πληθωρισμό; Ινφλουσιόν και καθαρίσανε.
Δεν ξέρω λοιπόν τι συνθήματα φωνάζουν οι Τούρκοι, αλλά ξέρω, ξέρουμε όλοι, τα βλέπουμε στις ειδήσεις, τα διαβάζουμε στο διαδίκτυο και στον Τύπο, τι λένε ο ίδιος ο Ερντογάν, οι υπουργοί και οι στρατηγοί του, που, όσο να ‘ναι, είναι πιο σοβαρό ζήτημα από τι φωνάζουν δεκαοκτάχρονοι και εικοσάχρονοι ως σύνθημα σε στρατιωτική παρέλαση. Ολως ενδεικτικώς: «Θα ‘ρθούμε ξαφνικά μια νύχτα», «Θα βρέξει Ταϊφούν στην Αθήνα» κ.λπ. Ευθείες απειλές επίθεσης, δηλαδή, και από τα πιο υπεύθυνα χείλη, που είναι και παράνομες εχθρικές ενέργειες σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο.
Εφόσον υπάρχουν διαταγές που παραβιάστηκαν με το σύνθημα, έχουμε προφανώς ένα πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο όμως πρέπει να αντιμετωπιστεί με τη σοφία που έχουν οι ικανοί μάχιμοι διοικητές: π.χ., τετραήμερος κράτηση για το σύνθημα και πέντε μέρες τιμητική για τον άψογο σχηματισμό και το φρόνημα. Τα πειθαρχικά μέτρα δεν πρέπει να σπάνε το ηθικό. Το σωστότερο βέβαια θα ήταν να δείξουμε αριστερή στάση και να προβάλουμε προοδευτικιά αιτιολογία στις διαμαρτυρίες του Τουρκικού ΥΠΕΞ: π.χ., να τους πούμε πως ήταν καλλιτεχνικό δρώμενο, μια αλληγορική ποιητική έκφραση, κάτι στο προφορικό, όπως, ας πούμε, εικαστικά, κάτι παπάτζες που προσβάλλουν εμάς τους ίδιους και τις εκθέτουμε στην Εθνική Πινακοθήκη εξόδοις των φορολογουμένων. Αν οι μαθητές της ΣΜΥΝ ζωγράφιζαν σκυλόμορφη την Παναγία και τον Κανάρη τραβεστί, ε, μπορεί κάποιοι να τους πρότειναν και για εύφημο μνεία.
Απλά, αντικανονικώς, είπαν κάτι που σκεφτόμαστε όλοι κάθε φορά που κάποιος από το κράτος-συμμορία μάς απειλεί για 1.565η φορά μέσα στον χρόνο. Και βεβαίως υπάρχει και μια πιο light, φιλική εκδοχή, να τηλεφωνήσει ο Γεραπετρίτης στον Φιντάν, που είναι και πληγωμένος, διότι έφυγε με την ουρά στα σκέλια από τη συνάντηση με τον Ρούμπιο και χωρίς δηλώσεις, και να του πει: «Ελα, ρε Χακάν, στο κάτω κάτω πού να ξέρουν τα παιδιά αυτά τι κάνετε τα βράδια; Μπορεί να συνουσιάζεστε, μπορεί και όχι. Εμείς, πάντως, είμεθα συμπεριληπτικοί».
Υπέροχο
Εύγε Φαήλε!!! Ξέρεις τι είναι να ακούς από κάποιον αυτά που θέλεις να πεις και τα χεις στο μυαλό σου και ταυτόχρονα να λιγωνεσαι στο γέλιο που τα ακούς έτσι ξαστερα, ορθά, κοφτά και αληθινά; Υπέροχο συναίσθημα Φαήλε!! Βάζω στοίχημα και ο πιο σκληροπυρηνικός ραγιάς της πολιτικής ορθότητας!!!,αναθαρρυνει!Να είσαι καλά Φαηλο!