Διαπιστώνοντας τα πρώτα εμφανή σημεία «απώλειας στήριξης» που απειλούν να οδηγήσουν την αιθεροβάμονα κυβέρνηση Μητσοτάκη σε ανώμαλη πρόσκρουση επί του εδάφους, αναρωτιέται κανείς πώς όλες αυτές οι προφανείς αδυναμίες κρύβονταν επί πέντε χρόνια κάτω απ’ το χαλί. Ενας ανεπαρκής πρωθυπουργός με παγκοσμιοποιητική ατζέντα, εντελώς αντίθετη προς τα συμφέροντα της χώρας, με ορατές αστοχίες στο πεδίο της ενεργειακής πολιτικής, της δημόσιας ασφάλειας, αλλά και της εξωτερικής πολιτικής, κατάφερνε να υποδύεται τον σύγχρονο «μεταρρυθμιστή» και τον χαρισματικό κυβερνήτη, πείθοντας για τις ικανότητές του εκατομμύρια συμπολίτες μας.
Ποιος φιλοτέχνησε αυτή την πλασματική εικόνα, ποντάροντας ασφαλώς και στην εντυπωσιακή μετριότητα των ανταγωνιστών του, αρχηγών των κομμάτων της λεγόμενης «συστημικής αντιπολίτευσης»; Η απάντηση είναι εύκολη. Τα εκμαυλισμένα μέσα ενημέρωσης ήταν αυτά που στην Ελλάδα -και όχι μόνον- έστησαν την εικόνα του, αλλά είναι και τα ίδια που θα σπεύσουν να τον κατασπαράξουν εν μέσω καβγάδων και αλληλομαχαιρωμάτων για τη νομή της πίτας που πλέον διενεργείται σε συνθήκες πλήρους αταξίας.
Τη δύναμη των μέσων ενημέρωσης να χειραγωγούν τις αντιλήψεις της κοινής γνώμης, άλλοτε αποθεώνοντας και άλλοτε αποδομώντας πολιτικές προσωπικότητες, αναδεικνύει μέσα σε ένα βιβλίο των ημερών μας ένας πρώην υπουργός της Ν.Δ. που, αν και δημοσιογράφος, έζησε τη «μιντιακή» υπονόμευση μέσα στο πετσί του. Η καταγραφή του, που αφορά κυρίως πεπραγμένα της κυβέρνησης Σαμαρά, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί αποκαλύπτει και άγνωστες πτυχές πολιτικού παρασκηνίου, που εξηγούν αρκετά από αυτά που μας συμβαίνουν σήμερα.
Με τον Αργύρη Ντινόπουλο πρωτογνωρίστηκα τη δεκαετία του ’90 όταν καλύπταμε με αποστολές, εκείνος για τον Αntenna κι εγώ για τον «Ελεύθερο Τύπο», τα γεγονότα στη Γιουγκοσλαβία. Πρέπει να ομολογήσω ότι… το ‘λεγε η καρδούλα του. Σκληρός επαγγελματίας και μαχητικός στο ρεπορτάζ, χωρίς όμως να γίνεται αντισυναδελφικός, είχε στόφα πολεμικού ανταποκριτή και το απέδειξε στην πορεία. Είχε επίσης μια πιο ψυχρή ματιά και δεν ταυτιζόταν τόσο με το φιλοσερβικό πνεύμα που διέπνεε τις δικές μου ανταποκρίσεις (και για το οποίο εγώ προσωπικά δεν μετάνιωσα ποτέ, καθώς η αδικία που υπέστη η φίλη χώρα από την «πολιτισμένη» Δύση… έβγαζε μάτι).
Αργότερα ο Αργύρης έμπλεξε με την πολιτική, όπως πολλοί άλλοι του σιναφιού μας, και χωρίς να είναι υπερχαρισματικός ρήτορας διακρινόταν, ακόμη και ως δήμαρχος, από έναν φιλολαϊκό ακτιβισμό και μία επαφή με τον απλό κόσμο που δεν είχαν άλλοι πολιτικοί. Εχω επίσης την πεποίθηση ότι δεν πούλησε τη συνείδησή του. Ο άνθρωπος δεν έγινε πλούσιος από την πολιτική, στον βαθμό τουλάχιστον που μπορώ να γνωρίζω.
Ο Ντινόπουλος, βουλευτής πλέον της Νέας Δημοκρατίας από το 2007, κυριολεκτικά δεινοπάθησε στον τελευταίο ανασχηματισμό απελπισίας του Σαμαρά, εκείνο τον μοιραίο Ιούνιο του 2014, όταν ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Εσωτερικών. Τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, κατ’ επιταγή και των δανειστών, είχαν αποφασίσει να τελειώνουν με το δίδυμο Σαμαρά – Βενιζέλου και να δοκιμάσουν την…πρώτη φορά Αριστερά.
Ο ανασχηματισμός έπρεπε να βαφτιστεί σώνει και καλά αποτυχημένος, ένα απεγνωσμένο κύκνειο άσμα και ταυτόχρονα μια πολιτική παρωδία που έφερε στη κυβέρνηση κάποιους «δεξιούς», γραφικούς και αποτυχημένους.
Ο Ντινόπουλος για κάποιον φαινομενικά ανεξήγητο λόγο συγκέντρωσε μονομιάς όλα τα πυρά των «έγκυρων αστικών μέσων» ως πολιτικάντης και λαϊκιστής, από αυτούς που παίζουν παιχνίδι καθυστερήσεων με τις «μεταρρυθμίσεις» και κλείνουν το μάτι στον «λαουτζίκο».
Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι επελέγη ως εύκολος στόχος επειδή βασικά δεν είχε ισχυρές πλάτες να τον στηρίξουν ούτε μπορούσε να τάξει εξυπηρετήσεις στα μεγάλα συμφέροντα. Στο μικρό σε μέγεθος βιβλίο του με τίτλο «Ηταν το άλλο εξάμηνο, ανόητε!», που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες από τις εκδόσεις ΠΕΔΙΟ και έχει χαρακτήρα προσωπικής μαρτυρίας, καταγράφει κάποιες αλήθειες που είμαι σε θέση να επιβεβαιώσω.
Τα μέσα ενημέρωσης, όταν στρατεύονται σε αποστολές δολοφονίας χαρακτήρα, είναι πράγματι ικανά να κάνουν το μαύρο άσπρο. Το ίδιο και όταν αναλαμβάνουν με ιδιοτελή κίνητρα να απογειώσουν κάποιον εμφανώς ακατάλληλο, όπως το ζήσαμε με τον Γιωργάκη Παπανδρέου και ακόμα πιο πρόσφατα στην περίπτωση του σημερινού πρωθυπουργού. Ισοπεδώνουν και κατασπαράσσουν όσους δεν είναι «διαχειρίσιμοι» και μάλλον σε αυτή την κατηγορία ανήκε ο Ντινόπουλος που απέναντι στις διαπλεκόμενες επιθέσεις δεν είχε τη στήριξη ούτε του Σαμαρά.
Στην περίπτωση Ντινόπουλου το τρίπτυχο της αποδόμησης που στήθηκε και με την επιστράτευση fake news ήταν απλό: Ο δημοσιογράφος που ξεκίνησε το επεισόδιο στα Ιμια, ο άνθρωπος που προστάτευσε τους χαραμοφάηδες δημοσίους υπαλλήλους από τις απολύσεις, ενώ το… εθνικό συμφέρον (δηλαδή η βούληση των δανειστών) επέβαλλε το αντίθετο, και, τέλος, ο σπεκουλαδόρος λαϊκιστής που ανέβαινε ως δήμαρχος στις μπουλντόζες.
Την ίδια ώρα που καταβαραθρωνόταν η εικόνα του Ντινόπουλου, στηνόταν πάνω σε ψέματα το αφήγημα του «μεταρρυθμιστή» Μητσοτάκη, του υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης που τάχα έφερνε την αξιολόγηση στο Δημόσιο για να διώξει το 15% των αχρήστων και να αναδείξει στον κρατικό μηχανισμό τους «αρίστους».
Τελικά, τίποτα από αυτά δεν συνέβη, ο Μητσοτάκης δεν απέλυσε κανέναν πέρα από κάτι ταλαίπωρες καθαρίστριες και μερικούς σχολικούς φύλακες, προκειμένου να αναλάβουν τις δουλειές ιδιώτες. Οσο για την «αριστεία», ας μην το σχολιάσουμε καλύτερα.
Αλλά ο Μητσοτάκης «χτίστηκε» στη συνείδηση του κόσμου ως προοδευτικός μεταρρυθμιστής και ο Ντινόπουλος ως αδίστακτος πολεμοκάπηλος και δημαγωγός που έστηνε ελληνικές σημαίες στα Ιμια με τον δήμαρχο της Καλύμνου Διακομιχάλη για να εξασφαλίσει τηλεθέαση.
Εκ των υστέρων αποδείχτηκε ότι τίποτα από τα δύο δεν ανταποκρινόταν στην αλήθεια. Αλλά τα μέσα ενημέρωσης δεν ζητούν ποτέ συγγνώμη. Με την ίδια άνεση που παρουσίαζαν επίσης τη Βούλτεψη ως ιέρεια του λαϊκισμού εκείνη την περίοδο, την εμφάνισαν ως… σοβαρό κυβερνητικό στέλεχος όταν ο «αλάνθαστος» Μητσοτάκης είχε τη φαεινή ιδέα να την τοποθετήσει στο υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής.
Σήμερα το παιχνίδι έχει πάλι γυρίσει. Τα ίδια μέσα που αναγόρευαν τον πρωθυπουργό «σύγχρονο Μωυσή» έχουν αρχίσει να ανακαλύπτουν τα λάθη του και να τον ροκανίζουν. Δυστυχώς αυτή είναι η πολιτική ζωή της χώρας και η συγγνωστή (;) πλάνη του εκλογικού σώματος που χειραγωγείται από επιδέξιους. Διαβάστε το βιβλίο του Ντινόπουλου και μπορεί να σας λυθούν ορισμένες απορίες…

Προφανές. Δεν αναμένεται διαφορετική συμπεριφορά από λαό με το χαμηλότερο IQ στην Ευρώπη, 90 με μέσο Ευρωπαικό όρο 99 και 6ο στην κατανάλωση ψυχοφαρμάκων στον κόσμο. Και ηλίθιοι και ψυχάκηδες.
Το πρόβλημα έχει την λύση του.
Ψηφίζεις το τελείως διαφορετικό από αυτό που σου σερβίρουν τα ΜΜΕ.
Και μόνο έτσι οι δημοσκοπήσεις χάνουν την δουλειά τους.
Οι δελφίνοι χάνουν ψήφους πιθανόν και δεν βλέπουν θέση στη βουλή.
Τα κοστούμια ράβονται αφού έχουν δώσει τους αριθμούς οι κάλπες.
Το πολιτικό σύστημα πλειοψηφικά το επιλέγει ο λαός.
Θέλει δουλειά όπως πάψει να χειραγωγείται η πλειοψηφία.
Μας το άφησαν παρακαταθήκη τα 400 χρόνια σκλαβιάς.
Μας το επέβαλαν με τα σύγχρονα μέσα ενημέρωσης, πλύσης εγκεφάλου.
Σκότωσαν την σκέψη, δεν επιτρέπουν ούτε κρίση, ούτε λογική.
Κε Χαρβαλιά, παραβιάζετε ανοικτές θύρες! Όλα αυτά είναι γνωστά και αντιληπτά σε όσους δεν είναι κομματοσκυλα και χαχόλοι. Το πρόβλημα είναι πως θα ξεφορτωθούμε αυτά τα λαμόγια.