Το αίσθημα του αόρατου κινδύνου αλλά και οι απίθανα πολλές μικρολεπτομέρειες και τα νέα «τελετουργικά» που πρέπει να εφαρμόζουμε για να νικήσουμε τον «αόρατο πόλεμο»
- Από τον Παναγιώτη Λιάκο
Eίναι μια εποχή δοκιμασίας, σύγχυσης, ανασφάλειας, αλλά και ελπίδας. Οι συνθήκες είναι πρωτόγνωρες και γι’ αυτό όσοι πρέπει να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις και τις προκλήσεις των καιρών πρέπει να ανακαλύψουν εντός τους δυνάμεις, αντοχές και ιδέες τις οποίες μέχρι τώρα αγνοούσαν ότι διαθέτουν.
Αυτό το παράξενο κλίμα περιγράφει με τρόπο άμεσο, ανάλαφρο, ελαφρώς απεγνωσμένο αλλά και αισιόδοξο και χαριτωμένα σατιρικό το κείμενο που έστειλε στη στήλη η Σοφία Μαραβέλια, αναγνώστρια της «κυριακάτικης δημοκρατίας».
Οι δικές της εμπειρίες είναι κοινές. Περιγράφουν και το αίσθημα του αόρατου κινδύνου, αλλά και τις απίθανα πολλές μικρολεπτομέρειες και τα νέα «τελετουργικά» που πρέπει να εφαρμόζουμε για να νικήσουμε τον «αόρατο πόλεμο» – αν υπάρχει νίκη σε τέτοιου είδους αναμέτρηση και αν υφίσταται τελικά «πόλεμος» που μπορούν να διεξάγουν οι άνθρωποι εναντίον του συγκεκριμένου ιού. Το κυνήγι της «τέλειας απολύμανσης» παραπέμπει στην εικόνα σκύλου που κυνηγάει την ουρά του. Εδώ όμως ο «σκύλος» δεν είναι άνουν ον. Έχει συνείδηση και προβαίνει σε αυτό το ατέρμονο κυνήγι νομίζοντας, υποθέτοντας, φοβούμενος μη τυχόν και μολυνθεί. Δεν έχει άλλη επιλογή από το κυνήγι της ουράς!
Το κείμενο που ακολουθεί αξίζει να διαβαστεί, μια και καταγράφει εμπνευσμένα κάτι τόσο ξένο σε εμάς, το οποίο έγινε, αίφνης, τόσο κοινό:
«Γέμισε η ζωή σου αντισηψία και μαντιλάκια οινοπνεύματος. Μπαίνεις στο αμάξι, καθαρίζεις με μαντιλάκια το τιμόνι, τον λεβιέ, το ραδιόφωνο, σκέφτεσαι “χθες που μπήκα το απόγευμα το καθάρισα;”. Φτάνεις στη δουλειά σου, παίρνεις το αντισηπτικό, σκουπίζεις το πληκτρολόγιο, το ποντίκι, την οθόνη, το γραφείο. Έρχεται πελάτης, του λες “κράτα απόσταση, σε παρακαλώ”.
»Σου δίνει ένα χαρτί, το πιάνεις βάζεις αλκοολούχα λοσιόν, παίρνεις λεφτά πάλι λοσιόν. Πιάνεις το στιλό, αναρωτιέσαι… “κάτσε να το καθαρίσω και αυτό!”. Πάλι λοσιόν μετά. Διαβάζεις ειδήσεις, αυξάνονται τα κρούσματα με ρυθμό πολέμου, μα πόσο εύκολα κολλάει αυτός ο διάολος; Τι άλλο να κάνω; Ξαναβάζεις λοσιόν… Το κινητό το καθάρισα; Να το καθαρίσω! Πάλι λοσιόν! Θέλω να πιω ένα τσάι. Να πλύνω σχολαστικά πάλι την κούπα μου, να το συνοδεύσω με ένα μπισκοτάκι – πάλι λοσιόν.
»Πας τράπεζα, βάζεις μάσκα, γάντια, λες και θα κάνεις ληστεία, πατάς κουμπί εισόδου, μπαίνεις σε θάλαμο που έχουν μπει χίλιοι, κάθεσαι ταμείο, κάνεις συναλλαγές, βγαίνεις, πετάς γάντια, γιατί προς Θεού… αν πιάσεις με αυτά τα γάντια το τιμόνι, θα το ξανακαθαρίσεις ό,τι πιάνει το μάτι σου… συνεχίζεται ο χορός “πιάνω – βάζω λοσιόν”, είτε με γάντια είτε χωρίς, γιατί το πρόσωπό μας το πιάνουμε ασυναίσθητα, οπότε είμαι σε μονόδρομο υστερίας καθαριότητας. Ξαναδιαβάζεις… πώς μεταδίδεται ο ιός ακριβώς δεν ξέρουν, είμαστε σε αχαρτογράφητα νερά, λένε με το σάλιο, με το φτέρνισμα, με την ομιλία, αλλά μένει και στις επιφάνειες, τόσες ώρες στο μέταλλο, τάδε ώρες στο πλαστικό, αναρωτιέσαι “καθάρισα ό,τι πόμολο έπιασα;”.
»Πας στο σούπερ μάρκετ, φοράς στολή εκστρατείας, γάντια, μάσκα, ψωνίζεις γρήγορα μη μείνεις και πολύ στον κλειστό χώρο με όλους αυτούς τριγύρω σου. Πληρώνεις, βγάζεις γάντια, βάζεις… τι άλλο; Λοσιόν! Επιστρέφεις σπίτι, γδύνεσαι από την πόρτα λες και παίζεις σε ρομαντική κομεντί όπου οι ήρωες δεν χορταίνουν να βρεθούν αγκαλιά στο κρεβάτι, μόνο που πας απευθείας στο μπάνιο να πλυθείς, να πλύνεις τα ρούχα της ημέρας, στους 40 βαθμούς είναι καλά; Αναρωτιέσαι… “τις σακούλες του σούπερ μάρκετ να τις καθαρίσω;”, κάπου διάβασα πως ο ιός μένει 2-3 ώρες πάνω σε πλαστικές επιφάνειες.
“Τα φρούτα να τα πλύνω με νερό μόνο; Να βάλω και λίγο σαπούνι;”, πού ξέρεις ποιος το έβαλε στη μύτη του να μυρίσει το λεμονάκι… Τις συσκευασίες να τις περάσω με ένα μαντιλάκι οινοπνεύματος; Τα παπούτσια τα έβγαλα, αλλά τα άφησα μέσα, όχι έξω, είναι λάθος αυτό; Ας σφουγγαρίσω και λίγο με χλωρίνη το χολ… Τώρα μπορώ να χαλαρώσω λίγο στον καναπέ μου, να διαβάσω το βιβλίο μου να ξεχάσω όλον αυτόν τον εφιάλτη, μέχρι το πρωί που θα σηκωθώ και θα κάνω ακριβώς τα ίδια για να μην κολλήσω αυτούς που αγαπάω, που δεν είναι υγιείς όπως εγώ…»