Βγήκε από τη λήθη της Ιστορίας εξ αιτίας του Κριστιάνο Ρονάλντο που απειλεί να του πάρει το ρεκόρ των περισσότερων γκολ στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Είναι ένας… άγνωστος σε ένα θίασο διασημοτήτων, όπως ο Πελέ, ο Μαραντόνα, ο Μέσι ή ο Ρονάλντο.
Κι όμως ήρθε η Παγκόσμια Επιτροπή Στατιστικής του ποδοσφαίρου (IFFHS) να μας τον… συστήσει. Σύμφωνα με αυτή ο Γιόζεφ Μπίκαν από το 1931 έως το 1955 σκόραρε 805 φορές σε 530 αγώνες! Με άλλα λόγια αυτός ο Βιενέζος που γεννήθηκε το 1913 στην επικράτεια της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας σημείωνε κατά μέσο όριο τρία γκολ σε κάθε ματς! Ακριβώς, ένα γκολ κάθε μισή ώρα!
Σήμερα τον απειλεί ο Κριστιάνο Ρονάλντο που έχει 803 τέρματα, αλλά σε 1.102 αγώνες.
Αλλά ίσως να υπάρχουν πολύ περισσότερα γκολ κι από αυτά του Μπίκαν εάν πιστέψουμε την RSSF, μια ακόμα παγκόσμια στατιστική οντότητα που θεωρεί ότι ο Γερμανός Έρβιν Χέλμχεν από το 1925 έως το 1951 σημείωσε 987 γκολ!
Πολύ πριν καθιερωθεί το «χρυσό παπούτσι» για τον κορυφαίο σκόρερ κάθε σεζόν (1967-68) ο Μπίκαν το είχε κερδίσει πέντε διαδοχικές χρονιές (1940-44). Έπαιξε στη Ραπίντ Βιέννης και στην Αντμίρα Βάκερ κι έπειτα πήγε στην Τσεχοσλοβακία, στη Σλάβια Πράγας όπου σκόραρε 395 γκολ σε 217 ματς.
Ο Μπίκαν μετέτρεπε εννιά στις δέκα ευκαιρίες σε γκολ.
Υπάρχει ένα βιβλίο του Τσέχου Γιόζεφ Πόντελικ που τιτλοφορείται «Μπίκαν, πέντε χιλιάδες γκολ». Αποτελεί μια όμορφη βιογραφία που καταγράφει την πορεία από το πρώτο του κλάμα μέχρι την ώρα που αποφάσισε να αποσυρθεί από το ποδόσφαιρο σε ηλικία 47 χρόνων. Σε αυτή διαβάζουμε ότι τον Απρίλιο του 1944 παραβίασε εννιά φορές την εστία της ΣΚ Πίλσεν, ενώ στα επόμενα δέκα ματς σημείωσε από επτά γκολ!
Στη Β΄ κατηγορία με τη φανέλα της Χράντετς Κράλοβε σημείωσε έντεκα γκολ σε ένα αγώνα!
Κάποτε ο Ισπανός δημοσιογράφος Μιγκέλ Βιδάλ ρώτησε τον Μπίκαν εάν τα 5.000 γκολ αποτελούν υπερβολή.
«Καθόλου. Σε όλη μου την καριέρα σημείωσα 5.000. Ο Πελέ που μετρά και τα γκολ της προπόνησης έφθασε τα 1.500! Αυτό σημαίνει ότι μεταξύ του Πελέ κι εμένα δεν υπάρχει σύγκριση. Κι αν δεν μεσολαβούσε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος που μου στέρησε τα πιο γόνιμα χρόνια μου θα είχε σημειώσει περισσότερα».
Ο «Πέπι» όπως τον φώναζαν από μικρό ήταν ταχύτατος. Στα 100μ το ρεκόρ του ήταν 10.8, όταν ο Τζέσε Όουενς με 10.3 κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Βερολίνο στην ίδια απόσταση το 1936.
Η φτώχεια φρόντισε για τα υπόλοιπα. Έπαιζε μπάλα ξυπόλητος. Ήταν η τέλεια συνταγή επιτυχίας: Πείνα για δόξα, αυθεντικό ταλέντο και πεισματάρης.
Το 1934 πήρε μέρος στο Μουντιάλ στην Ιταλία. Ήταν μέλος της περίφημης Αυστριακής «Βούντερ Τιμ», αλλά η πορεία της σταμάτησε στα ημιτελικά στον αγώνα με την Ιταλία. Ήταν η εποχή που ο Μπενίτο Μουσολίνι ήθελε με κάθε τρόπο να κερδίσει το Μουντιάλ. Και τα κατάφερε…
Ο Μπίκαν πίστευε σε ένα κόσμο χωρίς ολοκληρωτισμό. Ως Αυστριακός αρνήθηκε να ενταχθεί στο Εθνικοσιαλιστικό κόμμα του Χίτλερ, αλλά και να παίξει στην εθνική Γερμανίας μετά την ενσωμάτωση της Αυστρίας στο Γ’ Ράιχ. Αργότερα ως Τσεχοσλοβάκος αρνήθηκε να ενταχθεί το Κομμουνιστικό Κόμμα της χώρας, γεγονός που του στέρησε την άδεια να πάρει μεταγραφή και να παίξει στην Ιταλική Γιουβέντους. Αυτό που τον ενδιέφερε ήταν να βρίσκεται κοντά στην οικογένειά του.
Πέθανε στα 88 χρόνια στην Πράγα στις 12 Δεκεμβρίου 2001. Η δημοσιογράφος Ιβάνα Βοντέρκοβα έγραψε:
«Μπορεί να συγκριθεί με τους μεγάλος του θεάτρου. Κάθε αγώνας του ήταν μια παράσταση υψηλής τεχνικής. Οι συμπαίκτες τον λάτρευαν, οι αντίπαλοι τον φοβόντουσαν, αλλά όλοι τον θαύμαζαν. Ο Μπίκαν πέθανε και ξαναγεννήθηκε. Έγινε ένας μύθος που περπατά στα πεζοδρόμια της Πράγας και στα μονοπάτια του ποδοσφαίρου».