Απροκάλυπτη επίθεση κατά της ελληνικής Δικαιοσύνης και εισαγγελέων, που -ως οφείλουν- ερευνούν τις υποθέσεις του, εξαπέλυσε χθες ο πρωταγωνιστής της «λίστας Λαγκάρντ» Σάμπυ Μιωνής, μετά την αποκάλυψη εγγράφου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών για την απόπειρα απάτης κατά του Δημοσίου από τον ίδιο και τον συνεταίρο του, Σταύρο Παπασταύρου.
Η ανακοίνωση Μιωνή ισοδυναμεί με απροκάλυπτο εκβιασμό κατά συγκεκριμένων εισαγγελέων, αφού συνδέει τις υπηρεσιακές τους ενέργειες με τη δράση υποτιθέμενης εγκληματικής οργάνωσης και με νέες «αποκαλύψεις» που θα κάνει (ενδεχομένως με παράνομες ηχογραφήσεις) κατά πολιτικών ή άλλων προσώπων. Το φυσιολογικό ερώτημα είναι πώς ο Σ. Μιωνής απολαμβάνει κάποιας μορφής ειδική ασυλία, αφού η χθεσινή ανακοίνωσή του αποτελεί συνέχεια των ύβρεών του κατά της Δικαιοσύνης («αντισημιτική») και της ΕΛ.ΑΣ. («ναζιστικές πρακτικές»), καθώς και των γνωστών παράνομων ηχογραφήσεων στην Κύπρο και την Ελλάδα.
Ο -καθ’ ομολογία του- «κοριός» Μιωνής χρειάστηκε, βέβαια, τρεις ολόκληρες ημέρες για να βρει φαιδρές δικαιολογίες για τη δίωξη, καθώς το έγγραφο δημοσιοποιήθηκε την Παρασκευή.
Η Εισαγγελία
Συγκεκριμένα, η Εισαγγελία Πρωτοδικών άσκησε δίωξη κατά των Στ. Παπασταύρου και Σ. Μιωνή, επειδή αποπειράθηκαν να παρουσιάσουν ότι ποσό 5.386.374 δολαρίων, που βρισκόταν σε προσωπικούς και εταιρικούς λογαριασμούς του πρώτου στην HSBC Γενεύης και αποκαλύφθηκε μέσω τη «λίστας Λαγκάρντ», ανήκε δήθεν στον δεύτερο.
Στο πλαίσιο αυτής της απάτης, ο κ. Παπασταύρου έστελνε e-mail (μέσα από το Μαξίμου, απ’ όπου διοικούσε και τρεις άλλες offshore) στις Βρετανικές Παρθένους Νήσους, ώστε το όνομά του να αφαιρεθεί από την offshore Stabri και να αντικατασταθεί με του Σ. Μιωνή. Τα e-mails εστάλησαν στις 30 Οκτωβρίου 2012 και την 1η Νοεμβρίου 2012, δηλαδή μόλις τρεις ημέρες μετά την αποκάλυψη της «λίστας Λαγκάρντ».
Στη συνέχεια, στις 12 Σεπτεμβρίου 2014, ο Στ. Παπασταύρου κατέθεσε στο ΣΔΟΕ και το ΚΕΦΟΜΕΠ (Κέντρο Φορολόγησης Μεγάλου Πλούτου) έγγραφο με τίτλο «Deed of Declaration» (Πράξη Δήλωσης) που –δήθεν– είχε υπογραφεί στην Κύπρο στις 10 Ιουνίου 2005 και σύμφωνα με το οποίο ο ίδιος και δύο συγγενικά του πρόσωπα δεν ήταν δικαιούχοι των 5.386.374 δολαρίων, αλλά μόνο «trustees» (εμπιστευματοδόχοι) του ποσού αυτού για λογαριασμό του Σ. Μιωνή. Ο τελευταίος προέβη σε ταυτόσημη δήλωση προς τις ελληνικές φορολογικές Αρχές, στις 23 Οκτωβρίου 2014, μαζί με τον συνήθη ισχυρισμό του ότι δεν ήταν ποτέ φορολογικός κάτοικος Ελλάδας και δεν όφειλε κανένα ποσό. Ασφαλώς, ούτε η Εισαγγελία πείστηκε ούτε κανένας νοήμων πολίτης θα μπορούσε να πειστεί, επειδή το κυπριακό έγγραφο είναι εξαιρετικά αμφίβολης γνησιότητας και το επώνυμο «Μιωνής» δεν είχε εμφανιστεί σε κανένα εταιρικό έγγραφο της Stabri στο παρελθόν.
Η ανακοίνωση Μιωνή
Αντί επιχειρημάτων ή απλών δικαιολογιών προς αντίκρουση των θεμελιωμένων κατηγοριών εναντίον του, ο Σ. Μιωνής επέλεξε χθες την τακτική απειλών και εκβιασμών κατά της Δικαιοσύνης.
«Η Εισαγγελία έστειλε στη Βουλή το πόρισμα του εισαγγελέα κ. Καλούδη, με το οποίο ζητείτο ποινική δίωξη για κακούργημα σε βάρος μου και του Σταύρου Παπασταύρου. Την επόμενη ημέρα, τα φιλικά στην εγκληματική συμμορία μέσα (”Αυγή”, ”Ντοκουμέντο”, ”Εφημερίδα των Συντακτών” και ”δημοκρατία”) μιλούσαν με πρωτοσέλιδα άρθρα για έγγραφα-φωτιά. Ο στόχος, προφανής. Να πληγεί η αξιοπιστία μας και να απονομιμοποιηθούν οι αποκαλύψεις που έχω κάνει.
Στις 19/5/2016 ήρθε έγγραφο δικαστικής συνδρομής από το υπουργείο Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο κατέρριπτε στην ουσία την κατηγορία σε βάρος μας. Η δικαστική συνδρομή βεβαίωνε με ρητό τρόπο ότι το πληρεξούσιο (σ.σ.: για τα χρήματα Παπασταύρου) ήταν αυθεντικό και άρα έπεφταν οι κατηγορίες σε βάρος μας. Αυτό το έγγραφο αφενός αποσιωπήθηκε και αφετέρου δεν αξιολογήθηκε από τον εισαγγελέα Καλούδη στο πόρισμά του, και ας ήταν αποτέλεσμα της κρίσιμης για την υπόθεση δικαστικής συνδρομής. Η κυρία Τουλουπάκη, ως επικεφαλής της ομάδας των τριών εισαγγελέων που διεξήγαγαν την προκαταρκτική εξέταση, ”έθαψε” την αθωωτική δικαστική συνδρομή που ήρθε από την Κύπρο.
Θα ελεγχθεί από τον Αρειο Πάγο η κυρία Τουλουπάκη για την πρωτοβουλία της και τη σύμφωνη γνώμη της στην έκδοση του εντάλματος και κατά του συνεργάτη μου Αγγελου Μεταξά; Και, κάποια στιγμή, οι εισαγγελείς Τουλουπάκη, Ντζούρας και Καλούδης πρέπει να ελεγχθούν για τη συστηματική βοήθεια που προσέφεραν στην εγκληματική συμμορία που με εκβίαζε επί σειρά ετών;
Τώρα έρχεται η ώρα της κρίσης: Δεν γνώριζε μόνο ο κ. Παππάς τη λειτουργία του παραδικαστικού κυκλώματος, γνώριζαν και άλλοι. Τα στοιχεία που θα παρουσιαστούν θα κάνουν κάποιους να χάσουν τον ύπνο τους» αναφέρει ο «κοριός» Μιωνής σε άκρως εκβιαστικό τόνο.
Ένοχη σιωπή για τη χαλκευμένη ημερομηνία στο κυπριακό έγγραφο
Στη χθεσινή μακροσκελή ανακοίνωσή του, ο Σ. Μιωνής αποφεύγει να πει το παραμικρό για το δημοσίευμα της «δημοκρατίας» σχετικά με τις αμφιβολίες περί της γνησιότητας του κυπριακού εγγράφου που επικαλείται.
Τα ερωτήματα είναι συγκεκριμένα:
1. Γιατί οι δύο συνεταίροι και συμπρωταγωνιστές της «λίστας Λαγκάρντ» αποφάσισαν να ταξιδέψουν για τη σύνταξη του συμφωνητικού τάχα στην Κύπρο, που δεν είχε σχέση ούτε με τον τόπο διαμονής τους ούτε με την έδρα της Stabri και των δεκάδων άλλων offshore του κυκλώματός τους; Γιατί δεν συνέταξαν το έγγραφο ενώπιον ενός συμβολαιογράφου στην Ελλάδα ή σε άλλη χώρα; Η απάντηση, σύμφωνα με την Εισαγγελία, είναι ότι «η πράξη αυτή διευκολύνθηκε, γιατί στην Κύπρο δεν υπάρχει υποχρέωση πρωτοκόλλησης των εγγράφων αυτών, ώστε να φέρουν βεβαία χρονολογία», όπως, π.χ., συμβαίνει με τα βιβλία που τηρούν οι συμβολαιογράφοι στην Ελλάδα.
2. Με ποια λογική εμφανίζεται το 2014 (δηλαδή, δύο χρόνια μετά την αποκάλυψη της «λίστας Λαγκάρντ» και την έναρξη των ερευνών) ένα έγγραφο που εμφανίζει τον Σ. Μιωνή τάχα ως δικαιούχο των χρημάτων ήδη από τις 10 Ιουνίου 2005, ενώ το όνομά του δεν έχει εμφανιστεί ποτέ από το 2001;
3. Σε αντίθεση με κάθε «φυσιολογική» σύμβαση, το κυπριακό έγγραφο δεν αναγράφει ευκρινώς την ημερομηνία σύνταξης και υπογραφής του. Μόνο στην τελευταία σελίδα και κάτω από την υπογραφή του, ο ίδιος ο Σ. Μιωνής έχει προσθέσει, χειρόγραφα, την ημερομηνία «10/6/05».
4. Στην πρώτη σελίδα του κυπριακού εγγράφου, ο Σ. Μιωνής δηλώνει κάτοικος Γενεύης Ελβετίας στις 10 Ιουνίου 2005, ενώ σε ελληνικά ΦΕΚ εμφανίζεται ως κάτοικος Παλαιού Ψυχικού. Η ελβετική διεύθυνση δηλώνεται σε άλλα έγγραφα περισσότερο από έναν χρόνο αργότερα, τον Σεπτέμβριο 2006. Κι αυτό όμως είναι αμφίβολο, επειδή βασικός ισχυρισμός του είναι ότι, από το 2006, είχε μετοικήσει στο Ισραήλ.
6. Το κυπριακό έγγραφο φέρει υπογραφές του δικηγόρου Μιχαήλ Ραφαήλ, του υπαλλήλου πιστοποιήσεων της επαρχίας Λευκωσίας, Νεόφυτου Αργυρού, και κάποιας Βασιλικής Μακριδάκη, που ίσως είναι μάρτυρας ή έχει άλλη ιδιότητα. Στα έγγραφα δικαστικής συνδρομής, που εστάλησαν από την Κύπρο, ούτε ο δικηγόρος κ. Ραφαήλ ούτε η -άγνωστη- κυρία Μακριδάκη εμφανίζονται πουθενά για να επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν το «συμφωνητικό» Μιωνή – Παπασταύρου. Η δε ημερομηνία, στη σφραγίδα του κ. Αργυρού, είναι οφθαλμοφανές ότι δεν είναι η 10η Ιουνίου 2005 (ή, στα αγγλικά, «10th June 2005»)! Επομένως, οι υποψίες για πλαστότητα-παραποίηση είναι δικαιολογημένες.
Πηγή: εφημερίδα «δημοκρατία»