Την αντίδραση του τεχνικού κόσμου έχει προκαλέσει η απόφαση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Περιβάλλοντος να μην δώσει νέα παράταση για την τακτοποίηση των αυθαιρέτων.
- Του Βασίλη Παπακωνσταντόπουλου
Το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος ζητά παράταση της προθεσμίας μέχρι το τέλος του έτους, προκειμένου να συμβαδίσει η τελική προθεσμία με την ενεργοποίηση της Ηλεκτρονικής Ταυτότητας Κτιρίου. Τις δαιδαλώδεις διαδικασίες αναδεικνύει ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Διπλωματούχων Ανωτάτων Σχολών/Πανελλήνια Ένωση Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, απαντώντας σε σε σκληρό ύψος στο ΥΠΕΝ.
«Η έλλειψη των δεδομένων και των στοιχείων που έπρεπε το κράτος να είχε χορηγήσει σε μηχανικούς και ιδιώτες, η αδυναμία των υπηρεσιών της διοίκησης και τα προβλήματα που προέκυψαν από την συνεχιζόμενη πανδημία, δεν είναι ούτε θεσμική αταξία, ούτε φαύλος κύκλος, για τα οποία συκοφαντείται με αυτό το Δ.Τ. (του ΥΠΕΝ) ολόκληρη η επιστημονική κοινότητα των ελεύθερων επαγγελματιών Μηχανικών» αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο ΣΑΔΑΣ – ΠΕΑ, τονίζοντας πως απαιτήσεις ατεκμηρίωτες, προσβλητικές εκφράσεις και υπονοούμενα, με συνοπτικές περιγραφές που δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια, δεν οριοθετούν ένα σοβαρό διάλογο. Περιγράφει επίσης τον Γολγοθά που πρέπει ν’ ανέβει ένας μηχανικός για να δηλώσει ένα αυθαίρετο με μεγάλες παραβάσεις.
Ανθρωπίνως αδύνατο, ειδικά για τα αυθαίρετα κατηγορίας 5, καθίσταται για τους μηχανικούς η προσπάθεια να εξυπηρετήσουν την αυξημένη ζήτηση που καταγράφεται λόγω των πολλών προβλημάτων, όπως αναφέρει στην επιστολή του προς τον Κωστή Χατζηδάκη ο πρόεδρος του ΤΕΕ, Γιώργος Στασινός.
Εξηγεί ότι για κάθε δήλωση αυθαιρέτου (ειδικά κατηγορίας 5) χρειάζεται τεχνικό έλεγχο – αυτοψία και εν τέλει σύγκριση με κάθε σχετικό δικαιολογητικό και έγγραφο που έχει ο πολίτης στη διάθεσή του. Αν δεν έχει ο πολίτης στην κατοχή του τα έγγραφα αυτά, ο μηχανικός υποχρεούται να τα αναζητήσει στις αρμόδιες υπηρεσίες – πλέον της δικής του προσωπικής εργασίας για τον υπολογισμό του είδους της αυθαιρεσίας και των λεπτομερειών κάθε δήλωσης που απαιτεί ο νόμος. Αυτά αποτελούν προϋπόθεση τόσο για την καταγραφή της έκτασης της αυθαιρεσίας όσο και για τον υπολογισμό παραβόλου και προστίμου, ώστε ο πολίτης να δεχθεί εν τέλει να προχωρήσει στις ρυθμίσεις που προβλέπει ο νόμος.