Η δημιουργία ναυστάθμου στην Κρήτη είναι ένα έργο-μαμούθ, το οποίο απαιτεί περισσότερο από μία δεκαετία και εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ για να υλοποιηθεί. Ποια είναι τα εμπόδια και ποιος ο ρόλος των ΗΠΑ.
Όταν ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Nίκος Παναγιωτόπουλος, την εβδομάδα που πέρασε, ανακοίνωνε τη λήψη της απόφασης για τη δημιουργία ενός νέου ναυστάθμου στην Κρήτη, ανάλογου σε δυναμική αυτού της Σαλαμίνας, λίγοι ήταν εκείνοι που κατάλαβαν το μέγεθος του έργου στο οποίο αναφέρθηκε ο πολιτικός αλλά και το χρονικό περιθώριο το οποίο θα χρειαστεί για να γίνει κάτι τέτοιο. Ο Υπουργός πολύ προσεκτικά τόνισε ότι «δεν είναι υπόθεση επικείμενης ίδρυσης του ναυστάθμου, θέλει χρόνια», συμπληρώνοντας όμως ότι η σχετική απόφαση ελήφθη κατόπιν εισήγησης του Πολεμικού Ναυτικού στην πολιτική ηγεσία, που την έκανε δεκτή.
Η δε υλοποίησή του κρίθηκε απαραίτητη για την «ενίσχυση της παρουσίας μας στην ανατολική Μεσόγειο». Πίσω από τις μετρημένες αυτές κουβέντες υπάρχει ένα τεράστιο σχέδιο, το οποίο όταν (και αν) τελικά ολοκληρωθεί θα είναι ιστορικής σημασίας για το Πολεμικό Ναυτικό της χώρας μας.
Παρά το γεγονός ότι η συγκεκριμένη εξέλιξη έχει χαρακτηριστεί «ευχής έργον» από τα στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού, καθώς θα έλυνε πολλά προβλήματα, τόσο σε οργανωτικό όσο και επιχειρησιακό επίπεδο, πρόκειται για ένα έργο-μαμούθ, το οποίο θα απαιτήσει τουλάχιστον μια δεκαετία προκειμένου να ολοκληρωθεί, ακόμη και εάν τα έργα ξεκινήσουν άμεσα. Και εάν τα 10 χρόνια φαίνονται πολλά, το κόστος μιας τέτοιας προσπάθειας… ζαλίζει, καθώς τα προαπαιτούμενα για τη δημιουργία του είναι πάρα πολλά. Άλλωστε, και στο παρελθόν έχουν υπάρξει σκέψεις προς την ίδια κατεύθυνση, οι οποίες όμως δεν ευοδώθηκαν, καθώς τα μεγέθη ήταν απαγορευτικά.
Χρόνος και χρήμα
Τα 10 με 15 χρόνια, τα οποία αναφέρονται ως το χρονικό πλαίσιο ενός τέτοιου project, δεν αφορούν μόνον τα έργα τα οποία πρέπει να γίνουν και τα οποία δεν είναι απλά οι προβλήτες, και οι αποθήκες, αλλά ένα ολόκληρο σύστημα προαπαιτούμενων εγκαταστάσεων. Και ενώ οι πολιτικές αποφάσεις είναι τζάμπα, όλα αυτά κοστίζουν.
Πρόκειται για μια τεράστια επένδυση, ύψους πολλών εκατομμυρίων ευρώ τα οποία δεν είναι γνωστό πού ακριβώς θα βρεθούν, την ίδια μάλιστα χρονική περίοδο κατά την οποία το Πολεμικό Ναυτικό έχει κινήσει τις διαδικασίες για την προμήθεια νέων σκαφών επιφανείας, τα οποία χρειάζεται άμεσα. Για να φτάσουμε στις προβλήτες, για να μπορεί ουσιαστικά να λειτουργήσει ένας ναύσταθμος ως ναύσταθμος και όχι απλά για προσωρινό ελλιμενισμό κάποιων πλοίων, για μόνιμη παρουσία του μισού στόλου (όπως θέλει το Πολεμικό Ναυτικό), υπάρχει ένα ολόκληρο δίκτυο εγκαταστάσεων -τόσο για τα πλοία επιφανείας όσο και για τα υποβρύχια- που πρέπει να δημιουργηθεί. Από τις δεξαμενές έως τους χώρους αποθήκευσης για «ευαίσθητα υλικά» και τροφοδοσίας των υλικών, τους χώρους επισκευών και όλα τα υπόλοιπα.
Και δεν είναι φυσικά μόνον αυτά, αλλά και το ζήτημα της αμυντικής οχύρωσης του ναυστάθμου τόσο από ξηρά όσο και από θάλασσα και αέρα. Ένας ναύσταθμος σε πλήρη λειτουργία σαν αυτός της Σαλαμίνας θα απαιτούσε, σύμφωνα με πηγές από το Π.Ν., προσωπικό σχεδόν 4.000 ατόμων, χωρίς να υπολογίσει κανείς τις οικογένειές τους, που θα πρέπει και… κάπου να μένουν, κάτι το οποίο σημαίνει ότι θα πρέπει να χτιστεί και ένας αντίστοιχος αριθμός κατοικιών – τουλάχιστον για ένα μέρος των στελεχών.
Προσωπικό
Δεν είναι όμως μόνον τα… κατασκευαστικά ζητήματα. Τέσσερις χιλιάδες άτομα, τα οποία φυσικά δεν μπορούν να «μεταφερθούν» από αλλού, καθώς -όπως είναι γνωστό- υπάρχει ήδη έλλειψη προσωπικού. Το άκρως εξειδικευμένο προσωπικό που χρειάζεται για να στελεχώσει έναν νέο «ναύσταθμο» θα χρειαστεί χρόνια προκειμένου να εκπαιδευτεί και να φτάσει στο σημείο που χρειάζεται ώστε να μπορεί να υποστηρίξει τα ιδιαίτερα πολύπλοκα και προηγμένα συστήματα των πολεμικών πλοίων της χώρας μας. Τα «συνεργεία» στη Σαλαμίνα έχουν τέτοια καλά εκπαιδευμένα στελέχη, αλλά όχι τόσα όσα χρειάζονται για να επανδρώσουν και τις όποιες εγκαταστάσεις υπάρξουν στον νέο ναύσταθμο.
Για την εκπαίδευση αυτών των στελεχών των «συνεργείων» στο σημείο όπου κρίνεται απαραίτητο χρειάζονται τουλάχιστον πέντε με έξι χρόνια. Όπως καταλαβαίνει κανείς, πέραν των όποιων επενδύσεων σε κτίρια και εγκαταστάσεις, εξίσου σημαντική είναι και η επένδυση σε ανθρώπινο δυναμικό.
Παράθυρο για αμερικανική βοήθεια
Το γεγονός ότι η ανακοίνωση αυτή του Νίκου Παναγιωτόπουλου συνέπεσε με την επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών στην Κρήτη, στη ναυτική βάση των ΗΠΑ στη Σούδα, δεν θεωρείται τυχαίο.
Ένα παράθυρο για να «ξεπεραστούν» όλα αυτά τα προβλήματα είναι αυτό της αμερικανικής βοήθειας, η οποία μπορεί να λάβει διαφόρων ειδών μορφές. Χωρίς να επιβεβαιώνεται εάν έχουν γίνει κρούσεις στην αμερικανική πλευρά, η πιθανή κοινή χρήση κάποιων εκ των αμερικανικών εγκαταστάσεων στη Σούδα θα βοηθούσε να ξεπεραστούν αρκετά από τα προβλήματα που υπάρχουν. Βέβαια, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας τόνισε ότι δεν μιλούσε για το αμερικανικό μέρος της Σούδας, αλλά για το ελληνικό, όμως κάποιες διευκολύνσεις σίγουρα θα μπορούσαν να επισπεύσουν την πορεία προς τον τελικό στόχο.
Ταυτόχρονα, το πλαίσιο μιας ευρύτερης συμφωνίας με τις ΗΠΑ για το Πολεμικό Ναυτικό μας, που θα μπορούσε να περιλαμβάνει την αγορά αμερικανικών σκαφών, με την ταυτόχρονη διευκόλυνση από αμερικανικής πλευράς της δημιουργίας ενός ολοκληρωμένου ναυστάθμου στη Σούδα, θα μπορούσε επίσης να επιτρέψει σε κάποια πράγματα να τρέξουν.
Βέβαια, το «κόστος» για μια τέτοια κίνηση είναι σχετικό, αφού όπως είπε και ο Νίκος Παναγιωτόπουλος: «Αν η χώρα από εδώ και πέρα (νομίζω ότι επιβάλλεται από τη συγκυρία) θελήσει να κάνει αισθητή τη ναυτική παρουσία της στην ανατολική Μεσόγειο, τότε όπως διαθέτει τις ευκαιρίες του ναυστάθμου Σαλαμίνος, πρέπει να αναπτύξει ένα παρόμοιο σύστημα, έναν ουσιαστικά λειτουργικό ως προς όλα ναύσταθμο στην Κρήτη».
Ίσως το κόστος από το να μη φτιαχτεί αυτός είναι μεγαλύτερο.