Η Δικαιοσύνη είναι το τελευταίο καταφύγιο του πολίτη. Αρκεί να λειτουργεί και να μη συμβιβάζεται με τις πολιτικές επιταγές.
Η απόφαση που έλαβε το ανώτατο δικαστήριο της Βάδης-Βυρτεμβέργης, κρίνοντας ότι είναι αντισυνταγματική η απαγόρευση κυκλοφορίας καθολικά και με «τυφλό» τρόπο, επιβεβαιώνει ότι οι κυβερνήσεις έχουν υιοθετήσει πολλές αμφιλεγόμενες -το λιγότερο- αποφάσεις επειδή αδυνατούν να περιορίσουν με αποτελεσματικό τρόπο τη διάδοση του κορωνοϊού.
Η επιλογή των καθολικών περιορισμών σε μεγάλες περιοχές, αντί της στοχευμένης προστασίας μικρότερων πληθυσμιακών ομάδων, είναι ισοπεδωτική. Το έχουν ήδη υποστηρίξει πολλοί ξένοι επιστήμονες. Έρχεται τώρα και ένα δικαστήριο όχι απλώς να επικυρώσει αυτή την εκτίμηση, αλλά να την επιβάλλει, αφού η ετυμηγορία του είναι τελεσίδικη και δεν χωρά πολλές παρερμηνείες.
Η Δικαιοσύνη στη Γερμανία δεν ζύγισε τα δεδομένα με βάση τις επιθυμίες της κυβέρνησης. Τόλμησε να πάει κόντρα ακόμα και στην εκστρατεία του φόβου, που έχει κυριαρχήσει σε όλο τον πλανήτη. Παράλληλα, και η τοπική κυβέρνηση της Βάδης-Βυρτεμβέργης ανακοίνωσε ότι θα εφαρμόσει πλήρως την απόφαση και δεν έψαξε «παραθυράκια» για να την παρακάμψει.
Πόσο… ξένα μοιάζουν όλα αυτά με την ελληνική πραγματικότητα. Αν στη χώρα μας υπήρχε δικαστήριο που θα αποφάσιζε κάτι παρόμοιο και τι δεν θα ακούγαμε! Επικρίσεις και άρθρα επί άρθρων για τους ανεύθυνους ή και «ψεκασμένους» δικαστές που δεν υπολογίσουν τον κίνδυνο και τις ανθρώπινες ζωές. Αναλύσεις προπαγανδιστικού χαρακτήρα για απόφαση που κλείνει το μάτι στους αρνητές και άλλα απίθανα.
Στην Ελλάδα όποιος αμφισβητεί το μείγμα των μέτρων περιορισμού της πανδημίας ταυτίζεται με τους «αρνητές». Αν κάποιος διαφωνεί, π.χ., το καθολικό lockdown συκοφαντείται ως «ψεκασμένος» και «συνωμοσιολόγος». Ακόμα κι αν είναι επιστήμονας. Ποινικοποιείται κάθε αντίθετη γνώμη ή εκτίμηση για τον τρόπο διαχείρισης της πανδημίας.
Η περίπτωση της γερμανικής απόφασης όμως μας οδηγεί και σε άλλες θλιβερές σκέψεις. Πόσες φορές τα δικά μας δικαστήρια ταυτίστηκαν με τις επιθυμίες της εξουσίας και έβαλαν νερό στο κρασί τους. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Τη συνταγματικότητα των Μνημονίων ή το δικαστικό «τσεκούρι» στα αναδρομικά των συνταξιούχων;
Όταν το «καταφύγιο» της Δικαιοσύνης υιοθετεί πλήρως τα κυβερνητικά επιχειρήματα και τα λαμβάνει ως βάση απονομής δικαίου, τότε υπάρχει πρόβλημα. Αλλά και όταν η Δικαιοσύνη κάνει το χρέος της, έρχονται οι κυβερνήσεις να αγνοήσουν επιδεικτικά τις αποφάσεις που δεν τους βολεύουν, χωρίς να δίνουν καμία εξήγηση! Συνέβη, δυστυχώς, κατ, επανάληψη.
Τέλος, όταν δικαστικοί που πρωταγωνιστούν στη λήψη τέτοιων αντιλαϊκών αποφάσεων, στη συνέχεια επιβραβεύονται με υψηλές θέσεις, κάτι σάπιο υπάρχει.