Αυτό έκρινε ο Άρειος Πάγος ο οποίος έκανε δεκτή σχετική προσφυγή του γιατρού ο οποίος είχε καταδικαστεί πρωτόδικα σε φυλάκιση 4 ετών για το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας και στη συνέχεια σε 2 έτη φυλάκιση από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο που του αναγνώρισε ελαφρυντικά.
Τον παιδοχειρουργό είχε καταγγείλει για το “φακελάκι” το παιδί που είχε εγχειριστεί, όταν ενηλικιώθηκε.
Ο γιατρός είχε λάβει 1.000 ευρώ για να τον εγχειρήσει, ενώ τον παρακολουθούσε τα επόμενα χρόνια.
Ο πρώην ασθενής ειδοποίησε τις αρχές και έδωσε στο γιατρό προσημειωμένα χαρτονομίσματα για να ακολουθήσει η σύλληψη του στο πλαίσιο του αυτοφώρου.
Μετά την καταδίκη του σε 2 έτη φυλάκιση με τριετή αναστολή, ο γιατρός προσέφυγε στον Άρειο Πάγο ασκώντας αναίρεση.
Το ανώτατο ποινικό δικαστήριο έκανε δεκτή την αναίρεση και έκρινε πως, με βάση το νέο Ποινικό Κώδικα, πρέπει να τύχει ευνοϊκότερης μεταχείρισης από το Εφετείο και να μειωθεί περαιτέρω η ποινή του.
Για το λόγο αυτό αποφάσισε την αναπομπή της υπόθεσης στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο «ως προς την επιβολή ποινής και μόνον διάταξη, κατ’ αυτεπάγγελτη από τον Άρειο Πάγο εφαρμογή των νυν ισχυουσών διατάξεων των άρθρων 235 παρ.1 εδ. α’ και 85 νέου Ποινικού Κώδικα, οι οποίες οδηγούν σε επιεικέστερη ποινική μεταχείριση του καταδικασθέντος αναιρεσείοντα».