Μία προοδευτική και παιδοκεντρική μεταρρύθμιση, την οποία πρέπει να αγκαλιάσουν όλες οι Ελληνίδες και όλοι οι Έλληνες.
- Του Μάριου Ανδρικόπουλου*
Κεντρικό θέμα αποτελεί τον τελευταίο καιρό η μεταρρύθμιση του Οικογενειακού Δικαίου.
Άλλοτε ως «συνεπιμέλεια», άλλοτε ως «κοινή επιμέλεια», άλλοτε ως «κοινή γονική μέριμνα» και ασφαλώς με ιδιαίτερη έμφαση ως προς την αντιμετώπιση της γονεϊκής αποξένωσης, το ζήτημα αυτό απασχολεί την κοινωνία και το δημόσιο διάλογο – εντός του οποίου διαλόγου δυστυχώς εμφανίζονται και αρκετά φαινόμενα σκόπιμης παραπληροφόρησης, φανατισμού, ακόμα και εχθροπάθειας από κύκλους που αντιτίθενται ιδεοληπτικά στη μεταρρύθμιση.
Είναι συνεπώς σημαντικό να αναδεικνύονται συστηματικά και σταθερά οι βασικές αξίες οι οποίες διέπουν το νέο πλαίσιο, όπως τουλάχιστον έχει δει μέχρι σήμερα το φως της δημοσιότητας.
Εντός αυτού θεσπίζεται έτσι και αναγνωρίζεται ως αρχή της «συνεπιμέλειας» το τεκμήριο της «από κοινού και εξίσου» άσκησης της γονικής μέριμνας -έννοια περιλαμβάνουσα και την επιμέλεια- μετά τη λύση του γάμου, καθώς και για τα παιδιά εκτός γάμου που έχουν αναγνωριστεί.
Παράλληλα, κεντρικά διατυπώνεται για πρώτη φορά στον ελληνικό νόμο η επί της αρχής περιγραφή -και όχι ο καθορισμός όπως άστοχα συχνά αναφέρεται- του συμφέροντος του παιδιού, όπου περιγράφεται ότι αυτό «εξυπηρετείται πρωτίστως» από την παρουσία και των δύο γονέων στην ανατροφή και τη φροντίδα του παιδιού, καθώς και την αποτροπή της «διάρρηξης των σχέσεων» γονέα – παιδιού, νοουμένης εν προκειμένω της γονεϊκής αποξένωσης.
Από το παραπάνω πλαίσιο προκύπτει πως πυρήνας της φιλοσοφίας του νέου νόμου είναι ότι υπό κανονικές συνθήκες και με κατάλληλους γονείς (σημειώνεται ότι με νομικούς όρους «ακατάλληλος» γονιός υπάρχει μόνο εφόσον υπάρχει πολύ σοβαρός λόγος) κάθε παιδί δικαιούται, εφόσον αυτό είναι πραγματικά εφικτό, να έχει και τους δύο γονείς του παρόντες στην ανατροφή και τη φροντίδα του – έννοια απολύτως συμβατή και στο πνεύμα της Διεθνούς Σύμβασης Δικαιωμάτων του παιδιού και του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε.
Υποστηρικτικά εισάγεται επίσης ένα σοφό κριτήριο από τη γαλλική νομοθεσία, όπου προς τον δικαστή διατυπώνεται η οδηγία πως, στην περίπτωση κατά την οποία κληθεί να αποφανθεί ως προς την κατανομή των γονεϊκών δικαιωμάτων, έχει την υποχρέωση να αναζητήσει τον γονέα εκείνον ο οποίος θα σεβαστεί τα δικαιώματα του άλλου και τον γονέα εκείνον ο όποιος σέβεται τις δικαστικές αποφάσεις – κριτήριο το οποίο θα λειτουργήσει ως ασπίδα σε καταχρηστικές συμπεριφορές, αλλά και θα οδηγήσει σε αντίληψη συνεννόησης.
Η αντίληψη δε της ανάγκης συνεννόησης και επίτευξης συναινετικών λύσεων είναι κεντρική στον νέο νόμο, τόσο με την ενίσχυση του θεσμού της διαμεσολάβησης όσο και με το εν γένει πνεύμα του.
Διαμορφώνεται ταυτόχρονα ένας κεντρικός πυρήνας συναπόφασης και των δύο γονέων, πάνω σε θέματα υγείας, εκπαίδευσης, θρησκεύματος και ονοματοδοσίας, ενώ σε πνεύμα απολύτως σύμφωνο με έγκυρες διεθνείς μελέτες, οι οποίες μιλούν για ανάγκη παρουσίας στη ζωή ενός παιδιού καθενός εκ των γονέων κατά τουλάχιστον 35%, ο νομοθέτης εισάγει ένα μαχητό τεκμήριο τουλάχιστον 1/3 ως προς την πραγματική γονεϊκή παρουσία και διαμονή του παιδιού με κάθε γονέα.
Από την άλλη πλευρά, παρέχονται απολύτως όλα τα εχέγγυα και δικλίδες ασφαλείας προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι εξαιρέσεις και εκεί όπου θα υπάρχει πραγματικά πρόβλημα ή κίνδυνος. Η νομοθέτηση αφορά τον κανόνα. Προβλέπει ωστόσο και την εξαίρεση και ασφαλώς υπό τον κανόνα της ατομικής ευθύνης κάθε περίπτωση είναι δεκτική ξεχωριστής αντιμετώπισης.
Ταυτόχρονη όμως αξία η οποία κεντρικά αναδεικνύεται, αλλά και πρέπει να υποστηριχθεί έτι περαιτέρω είναι αυτή του αναγκαίου σεβασμού ως προς την τήρηση των δικαστικών αποφάσεων, καθώς και η αποτροπή συμπεριφορών κακής άσκησης των γονεϊκών καθηκόντων και ιδίως αποξενωτικών συμπεριφορών.
Η σκοπούμενη μεταρρύθμιση του Οικογενειακού Δικαίου έχει όμως και μια διάσταση ευρύτερης και υψηλής κοινωνικής ευαισθησίας. Δίνει στην κοινωνία μας στο σύνολό της τη δυνατότητα να υπερβεί παρωχημένα έμφυλα διχαστικά στερεότυπα με προδιατυπωμένους ρόλους, τα οποία ενδημούν πέρα από το υποσυνείδητο και στη νομολογιακή (δικαστηριακή) συχνά εθιμική και αυτοματοποιημένη πρακτική.
Τα διχοτομικά στερεότυπα «μάνα – σπίτι – παιδί» / «άντρας – δουλειά – μακριά από τα παιδιά» ανήκουν στο μακρύ πλέον παρελθόν. Η σύγχρονη διαζευγμένη εργαζόμενη μητέρα δικαιούται να έχει ίσες ευκαιρίες στο επαγγελματικό και προσωπικό της βίο, ενώ ο σύγχρονος πατέρας, ο οποίος επιθυμεί να είναι παρών στην ανατροφή και τη φροντίδα του παιδιού του, αξίζει την προστασία του νόμου όταν χωρίζει ή αποκτά παιδί εκτός γάμου.
Ας δούμε λοιπόν στην αντίληψη του νέου νόμου επιπρόσθετα την ευκαιρία της υπέρβασης και απαγκίστρωσης από ξεπερασμένα στερεότυπα, με τη γονεϊκή ισότητα και την ίση κατανομή των γονεϊκών ευθυνών ανατροφής και φροντίδας ως δομικό εκσυγχρονιστικό στοιχείο της κοινωνίας μας, το οποίο πρέπει να αγκαλιάσουν όλες οι Ελληνίδες και όλοι οι Ελληνες πολίτες, διαμορφώνοντας εκ παραλλήλου μία νέα γενιά παιδιών με σύγχρονα και υγιή πρότυπα σεβασμού και ισότητας.
Συνολικά η νέα νομοθεσία έρχεται να διαμορφώσει ένα δίκαιο, παιδοκεντρικό και προοδευτικό πλαίσιο, με ανάδειξη της αξίας της παρουσίας και των δύο γονέων στη ζωή ενός παιδιού, αλλά και την ανάγκη διαμόρφωσης μίας κουλτούρας συναίνεσης και ενσυνείδητης νομιμότητας των γονέων – αφήνοντας το παιδί έξω από το πεδίο των προσωπικών τους διαφορών.
Αξίζει δε να τονιστεί επαινετικά και η μέριμνα του νέου για την επιμόρφωση των δικαστικών λειτουργών, ένα πρώτο βήμα προς την κατεύθυνση μίας πιο ποιοτικής δικαιοσύνης, αλλά και της μελλοντικής θεσμοθέτησης οικογενειακών δικαστηρίων.
Συμπερασματικά, μία προοδευτική και παιδοκεντρική μεταρρύθμιση που αξίζει και πρέπει να κάνουν πραγματικά δική τους όλοι οι γονείς – όλοι οι πολίτες!
* Μέλος της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής για την Αναμόρφωση του Οικογενειακού Δικαίου, Διαχειριστής της διαδικτυακής Σελίδας «Δράση κατά της Γονεϊκής Αποξένωσης»