Αποκαλυπτικές είναι οι καταθέσεις μίας ενδυματολόγου, ενός λογιστή, ενός κοσμηματοπώλη και των ιδιοκτητριών των θυρίδων από τις οποίες «έκαναν φτερά» πάνω από 4.000.000 ευρώ και πολύτιμα αντικείμενα.
Ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η μαρτυρία της ενδυματολόγου με την οποία μιλούσε ο 58χρονος θεατρικός επιχειρηματίας τη στιγμή της σύλληψης του.
Όπως κατέθεσε η μάρτυρας, γνωρίστηκαν το 2019 και συνεργάστηκαν για λίγους μήνες με αφορμή μια θεατρική παράσταση. Όμως η συνεργασία διακόπηκε όταν έκλεισαν τα θέατρα λόγω της πανδημίας.
Η ενδυματολόγος περιγράφει τον κατηγορούμενο ως «ασταθή άνθρωπο που άλλαζε συνεχώς γνώμες», που παρουσιαζόταν ως άτομο με πολλά λεφτά, ενώ της είχε ζητήσει να πάρει δάνειο στο όνομα της.
Η μαρτυρία της ενδυματολόγου
Στην κατάθεση της η μάρτυρας αναφέρει:
«Όταν τον γνώρισα που παρουσιάστηκε ως ένα άτομο το οποίο έχει πολλά χρήματα ως θεατρικός παραγωγός και ότι έχει ακίνητη περιουσία και σκάφη. Κατά τη διάρκεια της περιοδείας στην Θεσσαλονίκη, ενημερώθηκα από άτομα που βρίσκονταν εκεί, ότι γίνεται κάποιος έλεγχος από την εφορία με τα εισιτήρια της παράστασης γιατί είχε γίνει ένα μπέρδεμα με τις σφραγίδες. Δεν έμαθα περαιτέρω λεπτομέρειες για το σκηνικό αυτό και δεν έδωσα βάση. Κατά τη διάρκεια της περιοδείας με προσέγγισε περισσότερο και γνωριστήκαμε καλύτερα. Μετά το τέλος της περιοδείας βρισκόμασταν να τακτά χρονικά διαστήματα και είχαμε πιο άμεση επαφή.
(…) Την μία μέρα μπορεί να μου έλεγε ότι έχει λεφτά είναι ο την άλλη έλεγε ότι δεν έχει, με δικαιολογία την κατάσταση που επικρατεί λόγω πανδημίας. Πρόσφατα μου είπε να ψάξω σπίτι με τιμή αγοράς μέχρι 1 εκατομμύριο προκειμένου να μείνουμε μαζί. Λίγες μέρες αργότερα όμως, μου είπε ότι δεν έχει λεφτά λόγω πανδημίας και ανέφερε ότι θέλει να πάρει δάνειο. Συνεχίζω να ψάχνω σπίτι και μου είπε η τιμή αγοράς να μην ξεπερνάει τις 700.000 €. Πάλι όμως με ακύρωσε και μου είπε ότι δεν έχει τα λεφτά για τέτοια αγορά.
Μετά από καιρό μου πρότεινε το δάνειο να βγει στο όνομα μου. Εγώ από τη μεριά μου ζήτησα εξηγήσεις για ποιο λόγο να βγει στο όνομα μου και ο ίδιος με διαβεβαίωσε ότι δεν έχω να φοβάμαι κάτι και το ίδιο θα μπει εγγυητής στο δάνειο λόγω της ακίνητης περιουσίας που έχει.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφέρω ότι όταν ρώτησα για ποιο λόγο δεν μπορεί να βγάλει δάνειο στο όνομα του μου είπε ότι δεν μπορεί να μου πει από το τηλέφωνο γιατί μπορεί να παρακολουθούν το τηλέφωνο του λόγω του μπερδέματος που είχε γίνει με τα εισιτήρια και τις σφραγίδες στην περιοδεία της Θεσσαλονίκης».
Της είχε ζητήσει να πάρει δάνειο στο όνομα της βάζοντας ο ίδιος εγγύηση κάποια οικόπεδα.
«Συμφώνησα να προχωρήσουμε το δάνειο στο όνομά μου, με εγγυητή τον ίδιο. Το ποσό που θα προσπαθούσε να πάρει σε δάνειο θα ήταν μέχρι 400.000 € ενώ το ακίνητο θα ήταν περίπου 700 με 800.000 €. Του ανέφερα ότι η φορολογική μου δήλωση είναι πολύ χαμηλή και μου είπε ότι για να φαίνεται πιο υψηλό εισόδημα θα μου κάνει πρόσληψη στην εταιρεία με καλλυντικά προϊόντα που διέθετε αλλά θα συμβουλευόταν και τον λογιστή του και θα κατέθετε αυτός τα χαρτιά για το δάνειο», κατέθεσε η μάρτυρας.
Ως προς την έκδοση του δανείου, της ζήτησε να μιλήσει με τραπεζικό υπάλληλο σε κινητό τηλέφωνο που της έδωσε. «Εκεί εγώ αρνήθηκα να πάρω το καινούριο τηλέφωνο. Να τονίσω ότι το λογιστή δεν τον γνωρίζω προσωπικά. Επίσης ανέφερα στον κατηγορούμενο ότι θέλω να παρευρίσκομαι στο ραντεβού για το δάνειο, διότι θα έβγαινε στο όνομα μου.
(…) Τις επόμενες ημέρες, τον ρωτούσα συνεχώς τι γίνεται με το δάνειο και μου απαντούσε ότι ακόμα περιμένει. Αφού τσακωθήκαμε, μου είπε ότι τελικά το δάνειο δεν πήρε έγκριση.
Στη συνέχεια μέσα στο μήνα Μάρτιο μου είπε ότι του έχουν συστήσει κάποιο άτομο για να πάμε τα χαρτιά μου, προκειμένου να προχωρήσει το δάνειο. Του είπα ξανά ότι θέλω να παρευρεθώ στο ραντεβού και μου είπε εντάξει. Έκλεισε ραντεβού για την επόμενη μέρα. Την ίδια ημέρα αργά το βράδυ μου είπε ότι τον ειδοποίησαν ότι ακυρώθηκε το ραντεβού στην τράπεζα. Την επόμενη μέρα με πήρε τηλέφωνο το συγκεκριμένο άτομο από την τράπεζα και μου ανέφερε ότι ο κατηγορούμενος ζήτησε να ακυρωθεί το ραντεβού».
Η μάρτυρας κατήγγειλε, επίσης, ότι βρήκε συσκευή εντοπισμού κολλημένη εξωτερικά στο αυτοκίνητο της. «Ο κατηγορούμενος πολλές φορές ενώ μιλούσαμε στο τηλέφωνο, μου ανέφερε ότι ξέρει και βλέπει ανά πάσα στιγμή σε ποιο μέρος είμαι. Από τη συσκευή εντοπισμού που βρήκα στο αυτοκίνητο μου, κι από αυτά που μου έλεγε, καταλαβαίνω ότι ο ίδιος είχε τοποθετήσει την συσκευή εντοπισμού στο όχημα μου ένα αγνοία μου, προκειμένου να παρακολουθεί ηλεκτρονικά τις κινήσεις μου», ανέφερε στην κατάθεση της.
Η κατάθεση του λογιστή του κατηγορούμενου
Ενδιαφέρον έχει και η κατάθεση του λογιστή των εταιρειών του κατηγορούμενου και της συζύγου του.
«Με τον κατηγορούμενο γνωριζόμαστε περίπου 10 χρόνια. Αυτά τα 10 χρόνια ασχολούμαι με τα λογιστικά του ζητήματα και συγκεκριμένα με την ατομική του επιχείρηση, με τις εταιρείες των παιδιών του και της συζύγου του. Το έτος 2019 μεταβίβασαν το κατάστημα κομμωτήριο, στον S.G, τον οποίο εγώ δεν έχω δει ποτέ και αγνοώ την ύπαρξη του. Ο S.G έχει τεθεί ως πρόεδρος και ο κατηγορούμενος έχει τεθεί ως υπεύθυνος. Η γυναίκα του είναι υπάλληλος στην εταιρεία αυτή και ο κατηγορούμενος τρέχει την εταιρία σαν υπεύθυνος με βάση τα χαρτιά.
(…) Λογιστικά δεν δέχτηκα να καταχωρήσω τίποτα για αυτή την εταιρεία από το 2019, καθώς δεν ήθελα την συνεργασία με αυτό τον άνθρωπο γιατί δεν γνώρισα αυτόν που έθεσαν ως πρόεδρο. Το μόνο που έκανα αυτή την εταιρία είναι ότι κρατούσα την μισθοδοσία μέχρι να αναλάβει άλλος λογιστής. Αυτό το έκανα λόγω των παιδιών που δούλευαν εκεί μέσα για να είναι ασφαλισμένοι» ανέφερε στην κατάθεση του.
Ο λογιστής επιβεβαιώνει τη μαρτυρία της ενδυματολόγου ότι ο 58χρονος επιθυμούσε να λάβει δάνειο για την αγορά ακινήτου, το οποίο θα έπαιρνε στο όνομα της.
Περιγράφει σχετικά:
«Γι’ αυτό το λόγο εκτύπωσα στα στοιχεία της γυναίκας αυτής, τα οποία δεν τα θυμάμαι καθόλου, ένα εκκαθαριστικό και του το έδωσα, χωρίς να ρωτήσω περαιτέρω λεπτομέρειες και χωρίς να ασχοληθώ αλλό. Το μόνο που μου έκανε εντύπωση και που του το είπα είναι ότι το εκκαθαριστικό της κοπέλας είχε πολύ χαμηλά εισοδήματα και ότι δεν θα τους ενέκριναν με τίποτα το δάνειο. Πριν 15 μέρες περίπου, που τον ρώτησα τυχαία, μου είπε ότι το δάνειο απορρίφθηκε».
Η κατάθεση κοσμηματοπώλη στον οποίο είχε δώσει ένα Rolex
Οι αστυνομικοί έλαβαν κατάθεση και από ένα κοσμηματοπώλη σε μια προσπάθεια εντοπίσουν τα κλοπιμαία από τις θυρίδες.
Ο κοσμηματοπώλης γνώριζε τον κατηγορούμενο 20 χρόνια και τον ενημέρωσε ότι θα πουλούσε κάποιο ρολόι μάρκας Rolex σε γνωστό του. Τον είχε ρωτήσει πόσο θα κόστιζε η αλλαγή καντράν σε Rolex με μπριγιάν, γιατί ο νέος ιδιοκτήτης δεν τα ήθελε.
«Εγώ το γυάλισα το ρολόι, επικοινώνησα με την αντιπροσωπεία και ενημερώθηκα για το κόστος της αλλαγής του καντράν και στη συνέχεια τον ενημέρωσα πως θα καθυστερούσε η παράδοση από την αντιπροσωπεία για δύο μήνες. Εκείνος με ενημέρωσε πως προς το παρόν δεν θα αλλάξει το καντράν και προσήλθε και του παρέδωσα το ρολόι του γυαλισμένο», κατέθεσε ο μάρτυρας.
Πάντως, επεσήμανε ότι το ρολόι δεν ήταν κλεμμένο γιατί το είχε ελέγξει η αντιπροσωπεία.
Η κατάθεση της ιδιοκτήτριας θυρίδας που εντόπισε την κλοπή
Μια από τις ιδιοκτήτριες των θυρίδων που παραβιάστηκαν, περιγράφει στην κατάθεση της:
«Την θυρίδα την είχα ανοίξει πριν περίπου 10 χρόνια. Συνδικαιούχος είναι και ο γιος μου. Συνήθως όταν επισκέπτομαι την θυρίδα είμαι μόνη μου, κάποιες φορές όμως έχει πάει και ο γιος μου μόνος του. Τελευταία φορά επισκέφτηκα την θυρίδα μου τον Αύγουστο του 2020, για να βγάλω κάποια χρήματα και κοσμήματα. Αφού έλεγξα το περιεχόμενο της διαπιστώσω ότι όλα ήταν μια χαρά. Κατόπιν τοποθέτησα τα χρήματα και τα κοσμήματα που ήθελα. Όταν κλείδωσα την θυρίδα αυτή είχε στο εσωτερικό της το χρηματικό ποσό των 42.000 €, κοσμήματα συνολικής αξίας άνω των 700.000 € καθώς και ένα χειρόγραφο σημείωμα».
Η επόμενη επίσκεψη στη θυρίδα έγινε από την ιδιοκτήτρια μαζί με το γιο της στις 13 Νοεμβρίου 2020.
«Πήγαμε στις 10.30 το πρωί μαζί με το γιο μου στην τράπεζα για να ανοίξω την θυρίδα προκειμένου να πάρω 20.000 € για να της δώσω στο γιο μου και να τοποθετήσω κι άλλα κοσμήματα. Με συνόδευσε υποδιευθύντρια του υποκαταστήματος. Ο γιος μου και υποδιευθύντρια τοποθέτησαν τα κλειδιά στην θυρίδα και αφού άνοιξε κλειδαριά υποδιευθύντρια αποχώρησε. Όταν μαζί με το γιο μου ανοίξαμε το σιδερένιο κουτί διαπίστωσα ότι έλειπαν από το εσωτερικό του όλα τα χρήματα και τα κοσμήματα και τιμές υπήρχαν μόνο το χειρόγραφο σημείωμα και άδεια κουτιά κοσμημάτων. Αμέσως κάλεσα την υποδιευθύντρια να έρθει και της εξήγησα τι ακριβώς είχε συμβεί.
Η υποδιευθύντρια αρνήθηκε ότι το περιεχόμενο έχει κλαπεί λέγοντας μου ότι κλειδιά έχουμε μόνο εγώ και ο γιος μου. Στο χώρο κατέβηκε και η διευθύντρια του καταστήματος η οποία επίσης αρνούνταν το γεγονός της κλοπής και ανέφερε ότι τους δυσφημώ αδίκως. Κατόπιν ανεβήκαμε στο ισόγειο, όπου προσήλθε και ο δικηγόρος μου. Εκεί βρήκαμε και τον υπάλληλο που μας συνόδευε συνήθως στις θυρίδες, ο οποίος παρουσία όλων των παραπάνω προσώπων ανέφερε ότι στο παρελθόν του είχα δηλώσει ότι έλειπαν αντικείμενα από την θυρίδα μου. Αμέσως του απάντησα πως αυτό δεν έχει συμβεί λέγοντας του ότι ψεύδεται».
Στη συνέχεια η γυναίκα κάλεσε την αστυνομία, ενώ διαπιστώθηκε από τον κλειδαρά της τράπεζας ότι η κλειδαριά της θυρίδας ήταν παραβιασμένη.
Το πρώτο θύμα έδωσε συμπληρωματική κατάθεση, αναφέροντας πως η αξία των κοσμημάτων και των ρολογιών που εκλάπησαν δεν ήταν 700.000 ευρώ αλλά πολύ μεγαλύτερη. «Λόγω της έντασης που είχε προκληθεί εκ παραδρομής ανέφερα το ποσό αυτό καθότι δεν ήμουν σε θέση να προσδιορίσω την ακριβή τους αξία… Σας δηλώνω ότι η αξία τους ανέρχεται τουλάχιστον στο ποσό των 3.000.000 ευρώ και επιφυλάσσομαι να αναφέρω συμπληρωματικώς ότι δεν ενθυμούμαι αυτή τη στιγμή λόγω σύγχυσης» υποστήριξε στη δεύτερη κατάθεση.
Η μάρτυρας ανέφερε πως δεν έχει κάποια προσωπική σχέση με τον κατηγορούμενο. Όμως πριν από τρία χρόνια ήταν πελάτισσα στο κομμωτήριο της συζύγου του, όπου τον είχε δει.
Η κατάθεση της δεύτερης ιδιοκτήτριας θυρίδας
Η δεύτερη παθούσα κατάλαβε ότι παραβιάστηκε η θυρίδα της μετά το τηλεφώνημα της διευθύντριας της τράπεζας, με το οποίο της ζητούσε να πάει επειγόντως για να ελέγξει το περιεχόμενο της θυρίδας της, στις 18 Νοεμβρίου 2020. Η γυναίκα διαπίστωσε ότι λείπουν 130.000 ευρώ σε μετρητά, κοσμήματα αξίας άνω του 1,5 εκατ. ευρώ και χαρτιά για μελλοντικό δικαστήριο.
«Διαπίστωσα ότι όλο το περιεχόμενο της θυρίδας μου είχε αφαιρεθεί πλην κάποιων αρχαίων νομισμάτων που μέσα στη θήκη τους υπήρχε σημείωμα ότι είναι καταγεγραμμένα στην αρχαιολογία, δραχμές, ενθύμια, μια κοσμηματοθήκη, περιέχον τέσσερις καρφίτσες, δύο άδεια κουτιά κοσμημάτων και διάφορα άλλα κουτιά που δεν θυμάμαι τον αριθμό τους τώρα λόγω της ταραχής μου. Οι άγνωστοι δράστες αφαίρεσαν από την θυρίδα μου το χρηματικό ποσό του 1.000.000 ευρώ επίσης μου αφαίρεσαν πλήθος κοσμημάτων τεράστιας χρηματικής αλλά και συναισθηματικής αξίας» ανέφερε.
Όπως κατέθεσε, της έκανε εντύπωση ότι εκλάπησαν οι τέσσερις μεγάλες θυρίδες που ήταν η μια δίπλα στην άλλη.
Η κατάθεση της τρίτης παθούσας
Το τρίτο θύμα της κλοπής που κλήθηκε να μεταβεί στην τράπεζα για να ελέγξει την θυρίδα του, διαπίστωσε ότι είχαν κλαπεί κοσμήματα αξίας 1.000.000 ευρώ και 75 χρυσές λίρες Αγγλίας, ενώ είχα επισκεφτεί τελευταία φορά την τράπεζα το 2017.
Ανέφερε σχετικά:
«Μετά από προσεκτική έρευνα διαπίστωσα ότι στη θυρίδα υπήρχαν μόνο δύο κουτιά που περιείχαν κοσμήματα των δύο από τα τρία παιδιά μου ένα πουγκί με κάποια στυλό και ένα ζεύγος σκουλαρίκια. Οι δράστες της σε βάρος μου κλοπής αφαίρεσαν από την θυρίδα μου κοσμήματα και τιμαλφή συνολικής αξίως άνω του ενός εκατομμυρίου, 1.000.000 ευρώ καθώς και 75 χρυσές λίρες Αγγλίας».
Ερωτηθείσα αν ήταν παραβιασμένη η θυρίδα απάντησε: «Όταν κατέβηκα στον χώρο των θυρίδων και έβαλα το κλειδί αυτής στην υποδοχή δεν παρατήρησα σημάδια παραβίασης».
Η κατάθεση της τέταρτης παθούσας
Η τέταρτη ιδιοκτήτρια της τέταρτης θυρίδας που παραβιάστηκε, επίσης, ενημερώθηκε μετά το τηλεφώνημα της διευθύντριας της τράπεζας. Από την τέταρτη θυρίδα «έκαναν φτερά» 1 εκατομμύριο ευρώ σε μετρητά και κοσμήματα ανεκτίμητης αξίας.
Στην κατάθεση της περιέγραψε:
«Διαπίστωσα ότι όλο το περιεχόμενο της θυρίδας μου είχε αφαιρεθεί ενώ είχαν αφήσει τα κουτιά και υφασμάτινα τσαντάκια στο οποία περιέχονταν τα κοσμήματα τον ακριβή αριθμό των οποίων δεν θυμάμαι. Οι άγνωστοι δράστες αφαίρεσαν από την θυρίδα μου, έναν μεγάλο κίτρινο φάκελο περιέχων πολύ σημαντικά έγγραφα-αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία αφορούν μελλοντικό δικαστήριο, το χρηματικό ποσό των 130.000 ευρώ, επίσης μου αφαίρεσαν πλήθος κοσμημάτων τεράστιας αλλά και συναισθηματικής αξίας…, καθώς και πολλές χρυσές λίρες».
Η παθούσα επεσήμανε πως η θυρίδα ήταν παραβιασμένη.