Ένας μάρτυρας καταθέτει ενόρκως στον ανακριτή ότι δικαστές δωροδοκήθηκαν για να εκδώσουν καταδικαστική απόφαση σε μια υπόθεση που είχε απασχολήσει την κοινή γνώμη.
Ο ίδιος μάρτυρας καταθέτει και το όνομα του δικηγόρου, ο οποίος – σύμφωνα με όσα υποστηρίζει – φέρεται να μετέφερε τα χρήματα στους δικαστές, λέγοντας μάλιστα και λεπτομέρειες για τον τόπο προέλευσής τους.
Ο ανακριτής θεωρεί τόσο σοβαρή την κατάθεση αυτή, ώστε υποβάλει πολλές ερωτήσεις στον μάρτυρα που όλες κατατείνουν στην ενίσχυση της αξιοπιστίας του.
Με βάση τα παραπάνω δεδομένα δεν όφειλε ο κύριος ανακριτής να καλέσει και να εξετάσει τόσο το δικηγόρο όσο και τους δικαστές που κατήγγειλε ο μάρτυρας για δωροληψία;
Αν πάλι, δεν θεώρησε ως αληθή τα όσα κατέθεσε ο μάρτυρας, δεν όφειλε να ζητήσει την ποινική δίωξη εναντίον του για ψευδορκία που είχε ως σκοπό την παραπλάνηση της Δικαιοσύνης;
Όλα τα στοιχεία για την υπόθεση αυτή είναι φυσικά στη διάθεση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Διότι στην συγκεκριμένη περίπτωση είτε ο ανακριτής συγκάλυψε ένα μεγάλο παραδικαστικό κύκλωμα, είτε λειτούργησε ως “ατζέντης” εξυπηρέτησης συμφερόντων συγκεκριμένου επιχειρηματία. Ξεκάθαρες κουβέντες…