Ρεπορτάζ για… τον εαυτό του υποστηρίζει ότι αναγκάζεται να κάνει ο δημοσιογράφος Κώστας Βαξεβάνης, ο οποίος κάνει φοβερές καταγγελίες, (με νωπές τις μνήμες από τη δολοφονία του αστυνομικού συντάκτη Γιώργου Καραϊβάζ προ ημερών) τόσο για τους πυροβολισμούς στο σπίτι του παρουσιαστή Μένιου Φουρθιώτη, όσο και για το «συμβόλαιο» που φέρεται να υπάρχει κατά του ίδιου (σ.σ. του Βαξεβάνη).
Στρέφεται εναντίον του «διεφθαρμένου κράτους» και καταλογίζει ευθύνες στην Αστυνομία, αν τυχόν συμβεί κάτι στον ίδιο, την οικογένειά του, ή τους εργαζόμενους στο Documento.
Για το περιστατικό στο σπίτι του Φουρθιώτη καταγγέλλει μάλιστα ότι ήταν «στημένο» από τον παρουσιαστή «για να δείξει ότι κινδυνεύει», έχοντας προηγουμένως αναζητήσει στην πιάτσα κάποιον για να «εκτελέσει συμβόλαιο» που περιλάμβανε τους δήθεν πυροβολισμούς και τη στοχοποίηση του κ.Βαξεβάνη κι ενός ακόμη δημοσιογράφου.
Όπως περιγράφει στο Documento ο Κώστας Βαξεβάνης, «το απόγευμα της 6ης Απριλίου του 2021, με επισκέφθηκε στα γραφεία του Documento, κάποιος κύριος ο οποίος θέλησε να με ενημερώσει για έναν κίνδυνο που διέτρεχα. Δέχθηκα να μιλήσουμε, παρουσία του συναδέλφου Βαγγέλη Τριάντη. Στη συνάντησή μας που διήρκησε μία ώρα και τρία λεπτά, μας είπε πως ο Μένιος Φουρθιώτης, για τον οποίο μόλις είχαμε κάνει σοβαρές αποκαλύψεις στην εφημερίδα, αναζητούσε στην «πιάτσα» κάποιον, για να εκτελέσει συμβόλαιο γι αυτόν. Το συμβόλαιο προέβλεπε να πυροβολήσει το σπίτι του Φουρθιώτη προκειμένου να δείξει ότι κινδυνεύει, αλλά και να χτυπήσει εμένα και έναν ακόμη δημοσιογράφο του οποίου δεν θυμόταν το όνομα. Για το λόγο αυτό απευθύνθηκε σε κάποιον τύπο της νύχτας με το ψευδώνυμο «Ταρίφας», ο οποίος αρχικώς έδειξε απρόθυμος».
Ακολούθησε επικοινωνία του κ. Τριάντη με την Προϊσταμένη της Εισαγγελίας Αθηνών, Σωτηρία Γεωργακοπούλου, την οποία και ενημέρωσε για τις πληροφορίες, ξέροντας ότι δεν μπορεί να γίνει κάτι νομικά χωρίς κατάθεση της πηγής. Μάλιστα, όπως λέει ο κ Βαξεβάνης, «εκτός από την άτυπη ενημέρωση προς την Προϊσταμένη της Εισαγγελίας, θεώρησα πως καλό ήταν να ενημερώσω τους δικηγόρους μου και δύο ακόμη συναδέλφους εκτός του Βαγγέλη Τριάντη».
Έντεκα μέρες μετά, στις 17 Απριλίου, ένας κουκουλοφόρος «γάζωσε επιδεικτικά μπροστά στις κάμερες, το σπίτι του Μένιου Φουρθιώτη. Ήταν ωστόσο προσεκτικός να μην προκαλέσει ζημιές στο σπίτι αυτό καθ αυτό, ή στα πρόσωπα που ήταν μέσα, αλλά να περιοριστεί στον… μαντρότοιχο. Η «επίθεση» εναντίον του Φουρθιώτη μπορεί να προκάλεσε ειρωνικά σχόλια στον Τύπο και τα social media, για εμένα όμως, είχε το ρόλο της επιβεβαίωσης των πληροφοριών που δέχθηκα, κατά 50%. Αν οι πληροφορίες επιβεβαιώνονταν μερικώς με την επίθεση, είχα κάθε λόγο να φοβάμαι μήπως στο σύνολό τους ήταν αληθινές», προσθέτει ο δημοσιογράφος, ο οποίος τονίζει ότι το τελευταίο πράγμα που θα έκανε, είναι να απευθυνθεί στην Αστυνομία.
Και εξηγεί το γιατί: «Δεν πρόκειται μόνο για την Αστυνομία που αξιολόγησε ως «στόχο» το Φουρθιώτη παρέχοντάς του προστασία, αλλά πρωτίστως για την Αστυνομία, η οποία αν δεν φτάσει στους «δράστες» θα χρησιμοποιήσει όλη αυτή την ιστορία για να με εμφανίσει ως ευφάνταστο. Έχω σχετική εμπειρία, όταν το καρτέρι από πέντε άτομα στο σπίτι μου, προσπάθησε να το εμφανίσει ως απόπειρα κλοπής».
Συνεχίζοντας το χρονικό των καταγγελιών και αποκαλύψεων, ο δημοσιογράφος επισημαίνει ένα περιστατικό στις 16 Απριλίου, όταν «άγνωστος επιχείρησε να μπει στα γραφεία του Documento, ανεβαίνοντας στον 5ο όροφο, από τη σκάλα κινδύνου. Όταν εντοπίστηκε από το Κέντρο Ελέγχου της εταιρείας Security, δεν επιχείρησε να φύγει από τη σκάλα, αλλά με ακροβατικές κινήσεις, κατέβηκε από σωλήνες, αιωρούμενος 30 μέτρα πάνω από το έδαφος».
Μάλιστα, συνδέει και την πρόσφατη επίθεση με καλάσνικοφ κατά αστυνομικών της ομάδας ΔΙΑΣ στην Εκάλη με ένα τηλεφώνημα που δέχθηκε σήμερα (23/4), το οποίο τον προειδοποίησε ότι πρέπει να προσέχει, γιατί οι δύο ένοπλοι που πυροβόλησαν τους αστυνομικούς, είχαν αναλάβει την εκτέλεση του συμβολαίου εναντίον του, αλλά η «συνάντησή τους» με τη ΔΙΑΣ ματαίωσε τα σχέδιά τους.
«Πρόκειται για συμβάν τα ξημερώματα της 16ης Απριλίου, μία μέρα δηλαδή πριν την “επίθεση” στο Φουρθιώτη και λίγες ώρες πριν την προσπάθεια εισβολής στο Documento. Συγκεκριμένα, αστυνομικοί της ΔΙΑΣ, είχαν εντοπίσει δύο κουκουλοφόρους πάνω σε μηχανή XT Yamaha μαύρη, στη διασταύρωση Αγίων Σαράντα και Θησέως στην Εκάλη. Όταν τους έκαναν σήμα να σταματήσουν, αυτοί τους πυροβόλησαν με καλάσνικοφ», περιγράφει ο Κώστας Βαξεβάνης.
Όσο για το αν φοβάται; Η απάντησή του σαφής: «Αυτά είναι τα πραγματικά περιστατικά. Δεν ξέρω αν όλα αυτά πραγματικά συγκλίνουν στο πρόσωπό μου και πώς. Είμαι δημοσιογράφος και όχι αστυνομικός. Ξέρω πως πολλοί είναι αυτοί που ενοχλούνται από τη δημοσιογραφία μου. Μπορεί να μην κινδυνεύω, αλλά δεν είναι δυνατόν να μη φοβάμαι. Οι μόνοι που δεν φοβούνται είναι οι βλάκες. Έμαθα πολλά χρόνια να ζω με το φόβο και να το διαχειρίζομαι. Δεν του επιτρέπω να με χειρίζεται».
Σε ότι αφορά το ρεπορτάζ για τον εαυτό του, όπως αναφέρει, είναι η δεύτερη φορά που αναγκάζεται να κάνει, με την πρώτη να περιγράφεται ως εξής: «Την προηγούμενη φορά, πριν 9 χρόνια, μια άγνωστη γυναίκα με συνάντησε για να με ενημερώσει πως ανήκε σε μια ομάδα με αρχηγό υπάλληλο της ΕΥΠ, που είχε στόχο να με εξοντώσει αρχικώς ηθικά και στη συνέχεια βιολογικά. Σύμφωνα με την “πηγή” του ασυνήθιστου ρεπορτάζ, επρόκειτο για άτομα που είχαν εισβάλει στο σπίτι μου, ενώ πριν από αυτό, διοχέτευσαν στον Τύπο πλαστές αποδείξεις με τις οποίες με εμφάνιζαν μισθοδοτούμενο από την ΕΥΠ. Η ομάδα αυτή βρέθηκε από τη δημοσιογραφική έρευνα, οδηγήθηκε στην Εισαγγελία και καταδικάστηκε πρόσφατα σε δύο χρόνια φυλακή για την υπόθεση με τις αποδείξεις. Τα έγραψα αυτά, ίσως γιατί έχω ανάγκη να πιστεύω σε μια εξίσου καλή έκβαση της νέας περιπέτειας».
Καταλήγοντας στο κείμενό ο δημοσιογράφος επιτίθεται κατά του «διεφθαρμένου κράτους» το οποίο «δεν μπορείς να εμπιστεύεσαι. Μόλις την προηγούμενη βδομάδα, είχαμε πρωτοσέλιδο στο Documento τη μαφία που συνθέτουν επίορκοι αστυνομικοί και εκτελεστές. Το δρόμο που συνδέει τους υπονόμους του εγκλήματος με τα ρετιρέ της εξουσίας».
Και επιρρίπτει την ευθύνη για ότι συμβεί στον ίδιο, την οικογένειά του και τους εργαζόμενους στο Documento, στην Αστυνομία: «Δεν περιμένω τίποτα από την Αστυνομία, αν και της ανήκει πλήρως η ευθύνη για ό,τι συμβεί σε εμένα, την οικογένεια ή τους εκατό εργαζόμενους στο Documento, που δεν δίνουν μάχη για το μεροκάματο αλλά μάχη κατά της διαφθοράς. Ξέρουμε πως μοναδική ουσιαστική δύναμη και προστασίας μας είναι ο κόσμος, ανεξάρτητα από πολιτικές πεποιθήσεις, που θέλει να ζει σε ένα δημοκρατικό κράτος που δεν έχει δεσμούς με το παρακράτος».
Τα λόγια του στο τέλος του κειμένου του είναι ενδεικτικά της κατάστασης στην οποία βρίσκεται: «Είναι αρχή μου να δημοσιοποιώ πράγματα που αξιολογώ ως επικίνδυνα, θεωρώντας πως η πιο ισχυρή προστασία είναι ο πολίτης που γνωρίζει. Δυστυχώς τραγικό φόντο σε όλα αυτά είναι η δολοφονία ενός δημοσιογράφου πριν μερικές μέρες».