Τελικά, η υποβολή την Τρίτη 25 Μαΐου της αμερικανικής πρότασης για τις νέες φρεγάτες του Πολεμικού Ναυτικού αποδείχθηκε καταλυτική, αλλά για εντελώς διαφορετικούς λόγους από αυτούς που πιθανά ευελπιστούσαν οι εμπνευστές της «γεωπολιτικής» προσέγγισης για το συγκεκριμένο εξοπλιστικό πρόγραμμα.
- Από τον Περικλή Ζορζοβίλη
Καταρχάς, η αμερικανική πρόταση δεν ήταν η Επιστολή Προσφοράς και Αποδοχής (LOA: Letter of Offer & Acceptance), που, σύμφωνα με την αμερικανική διαδικασία των στρατιωτικών πωλήσεων εξωτερικού (FMS: Foreign Military Sales), προβλέπεται ως απάντηση στην Επιστολή Αιτήματος (LOR: Letter of Request) που είχε αποστείλει η Αθήνα προ διμήνου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η αμερικανική αντιπροσωπία, ο υποναύαρχος Φρανκ Μόρλεϊ, επικεφαλής του Γραφείου Διεθνών Προγραμμάτων Ναυτικού (NIPO: Navy International Programs Office) και ο Τζέφρι Πάιατ, πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, ενημέρωσαν τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Νίκο Παναγιωτόπουλο ότι η LOA θα αποσταλεί από τις αμερικανικές Αρχές τον ερχόμενο Νοέμβριο.
Ανάρτηση Πάιατ
Πάντως, ο Πάιατ με ανάρτησή του στο twitter χαρακτήρισε την αμερικανική απάντηση «διακρατική συμφωνία, με μακροπρόθεσμο αντίκτυπο στην εγχώρια παραγωγή, στην ενίσχυση της ελληνικής ναυπηγικής βιομηχανίας, στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την απόκτηση της πιο προηγμένης ναυτικής ικανότητας στην περιοχή». Όπως όμως διαπιστώθηκε, η LOA κάθε άλλο παρά ήταν η ακαταμάχητη πρόταση που διαφήμιζε ο πρέσβης των ΗΠΑ σε προγενέστερες δηλώσεις του.
Η πρόταση φέρεται ότι περιλαμβάνει τέσσερις φρεγάτες τύπου Hellenic Future Frigate (HF2), όπως πλέον ονομάζεται η σχεδίαση MMSC (Multi-Mission Surface Combatant) για σκοπούς εμπορικής προώθησης στην Ελλάδα και προβλέπει τη ναυπήγηση των τριών εξ αυτών στην Ελλάδα. Δεν περιλαμβάνει «ενδιάμεση» λύση (δηλαδή μεταχειρισμένα πλοία από τα αποθέματα του ναυτικού των ΗΠΑ, που είναι διαθέσιμα για μεταβίβαση), αλλά καθιστά σαφές ότι αντιτορπιλικά κατευθυνόμενων βλημάτων τύπου Arleigh Burke, ο διακαής πόθος του Πολεμικού Ναυτικού, «δεν είναι προς το παρόν διαθέσιμα».
Στερεότυπη απάντηση
Μία διατύπωση που από το 2004 μέχρι σήμερα η αμερικανική πλευρά επαναλαμβάνει στερεότυπα κάθε φορά που Έλληνας αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Αμυνας εγείρει το ζήτημα.
Σε ό,τι αφορά το κόστος της πρότασης, η μόνη πληροφορία που έχει επιβεβαιωθεί αναφέρει ότι πρόκειται για εκτίμηση τάξης μεγέθους (ROM: Rough Order of Magnitude). Προφανώς, ο ακριβής προσδιορισμός του κόστους και η πρόταση για την «ενδιάμεση» λύση θα περιέχονται στη LOA του Νοεμβρίου.
Εκτιμάται ότι ως «ενδιάμεση» λύση είναι πιθανό να προταθεί αριθμός φρεγατών κατευθυνόμενων βλημάτων τύπου Oliver Hazard Perry, από το -σύμφωνα με ανοιχτές πηγές- απόθεμα των 12 πλοίων που έχουν παροπλιστεί, αλλά διατηρούν δυνατότητα επανενεργοποίησης. Επίσης, φέρεται ότι περιλαμβάνει και τον Εκσυγχρονισμό Μέσης Ζωής (ΕΜΖ) των τεσσάρων φρεγατών τύπου MEKO-200HN («Υδρα»).
Απογοήτευση
Όσο αφορά δε τη βιομηχανική πτυχή, η πρόταση περιορίζεται στην… παροχή συμβουλών για τη λειτουργία και την ανάπτυξη των εγχώριων ναυπηγείων! Εκ πρώτης όψης η απάντηση ξενίζει, αλλά δεν στερείται βάσης, όπως θα αναλυθεί παρακάτω.
Βεβαίως, με βάση τα προαναφερθέντα, εγείρεται το ερώτημα τι σκοπό εξυπηρετούσε η LOR του 2021, αφού τον Ιούλιο του 2019 το υπουργείο Εθνικής Άμυνας είχε ζητήσει και είχε παραλάβει τιμή και διαθεσιμότητα (price & availability) για τέσσερις φρεγάτες MMSC, με συνολικό κόστος 4.364.103.867 δολάρια ΗΠΑ (3.576.928.632 ευρώ με την τρέχουσα ισοτιμία).
Σε φαρσοκωμωδία εξελίσσεται η υπόθεση
Πλέον, ακόμη και οι πιο δύσπιστοι θα πρέπει να έχουν αντιληφθεί ότι η όλη διαδικασία που ακολουθείται για το πρόγραμμα των νέων φρεγατών εξελίσσεται σε φαρσοκωμωδία, στην οποία, δυστυχώς, η χώρα μας έχει τον ρόλο της «απατημένης κορασίδος». Οπως αποδείχτηκε, δόθηκε υπερβολική σημασία σε γενικές γεωπολιτικές διακηρύξεις και υποσχέσεις άνευ περιεχομένου, τις οποίες η «χαλαρή» διαδικασία που υιοθετήθηκε επέτρεψε να διατυπωθούν.
Φυσικά, η ευθύνη για την εξέλιξη αυτή βαρύνει την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Αμυνας και γενικότερα την κυβέρνηση, η οποία προεκλογικά είχε «κατακλύσει» το εκλογικό σώμα με υποσχέσεις για την επιτελική λειτουργία του κράτους. Ομως όσα συνέβησαν στη συνέχεια δείχνουν ότι ακολούθησε το μονοπάτι της προηγούμενης κυβέρνησης. Ακόμη υπομειδιούν όσοι ενθυμούνται το τελετουργικό που ακολουθούνταν όταν επισκέπτονταν το υπουργείο Εθνικής Αμυνας ο ανώτερος αξιωματικός (συνταγματάρχης), επικεφαλής του Γραφείου Αμυντικής Συνεργασίας (ODC: Office of Defence Cooperation) των ΗΠΑ στην Αθήνα.
Δυστυχώς, αντί η νέα κυβέρνηση που προέκυψε από τις εθνικές εκλογές του 2019 να προκηρύξει διεθνή διαγωνισμό, με καθορισμένες επιχειρησιακές και τεχνικές προδιαγραφές και εξίσου καθορισμένη εγχώρια βιομηχανική συμμετοχή, ακολούθησε την πρακτική της προηγούμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝ.ΕΛ., στελέχη της οποίας το 2018… οραματίζονταν φρεγάτες τύπου FREMM να πλέουν το καλοκαίρι στο Αιγαίο και στη συνέχεια προέκυψαν φρεγάτες τύπου Belh@rra.
Το μόνο που επιτεύχθηκε με αυτές τις πρακτικές είναι να έχουν χαθεί τουλάχιστον τρία χρόνια (όσο ακριβώς χρόνο χρειάζεται η υπογραφή σύμβασης με διαγωνιστική διαδικασία) στην υλοποίηση του μεγαλύτερου εξοπλιστικού προγράμματος της χώρας και, μάλιστα, σε μία περίοδο που η Τουρκία έχει εξαπολύσει ολομέτωπη επίθεση κατά της ακεραιότητας και των ζωτικών συμφερόντων της χώρας.
Πλέον, δε, καταγράφεται και το πρώτο θύμα, ο Εκσυγχρονισμός Μέσης Ζωής (ΕΜΖ) των φρεγατών τύπου MEKO-200HN («Υδρα»), που -για λόγους κατανοητούς μόνο στους εμπνευστές της πρακτικής- συνδυάστηκε άμεσα με την προμήθεια των νέων φρεγατών. Ο εκσυγχρονισμός είχε αναγγελθεί πρώτη φορά δημόσια το 2008 και το 2014 είχε εγκριθεί από την αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή η υλοποίησή του, με προϋπολογισμό 450.000.000 ευρώ.
Δυστυχώς, 13 χρόνια μετά το πρόγραμμα δεν υλοποιήθηκε και η πρώτη φρεγάτα του τύπου (η «Υδρα» F-452) έχει φτάσει σε ηλικία 28 ετών. Αν αληθεύουν δε οι σχετικές πληροφορίες, ήδη μία φρεγάτα τύπου MEKO-200HN υφίσταται… μερικό κανιβαλισμό, προκειμένου να διατηρηθεί η επιχειρησιακή ικανότητα και η ετοιμότητα των υπόλοιπων τριών.
Τι πρέπει να γίνει τώρα
Εστω και τώρα, το υπουργείο Εθνικής Αμυνας και γενικότερα η κυβέρνηση πρέπει «να ανακρούσει πρύμναν». Να εγκαταλείψει την ουτοπία της «μαγικής» συνολικής λύσης και να λειτουργήσει… επιτελικά, όπως προεκλογικά εξήγγειλε.
Τα βήματα είναι εύκολο να αναγνωριστούν:
- Πρώτα να διαχωρίσουν τα τρία προγράμματα, τον εκσυγχρονισμό των MEKO-200HN, την «ενδιάμεση» λύση και την προμήθεια νέων φρεγατών από τον αφύσικο συνδυασμό, στον οποίο έως σήμερα τα είχαν εντάξει.
- Οσον αφορά τον εκσυγχρονισμό των φρεγατών MEKO-200HN, είναι βέβαιο ότι το πρόγραμμα είναι ώριμο προς υλοποίηση, έπειτα από τουλάχιστον 13 χρόνια επεξεργασίας και άρα, ο σχετικός διεθνής διαγωνισμός μπορεί να προκηρυχθεί άμεσα. Πρόσθετη καθυστέρηση θέτει σε αμφισβήτηση τη σκοπιμότητα του προγράμματος, καθώς τα δύο νεότερα πλοία έχουν συμπληρώσει 23 χρόνια σε υπηρεσία.
- Για την ικανοποίηση της απαίτησης της «ενδιάμεσης» λύσης, με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα, η προμήθεια των δύο ολλανδικών φρεγατών τύπου Karel Doorman («Μ»), που έχουν υποβληθεί σε πρόγραμμα εκσυγχρονισμού (όπως και οι δύο βελγικές), αποτελεί μάλλον μονόδρομο. Ο τύπος αποτελεί εξέλιξη των Standard, τις οποίες το Πολεμικό Ναυτικό γνωρίζει καλά και εφόσον επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες ότι η επιτροπή που τα επιθεώρησε βρήκε την κατάστασή τους ικανοποιητική, είναι η επιλογή που εξασφαλίζει την ταχύτερη ένταξη σε υπηρεσία και τον παροπλισμό ισάριθμων μη εκσυγχρονισμένων Standard. Αν δε καταστεί εφικτή και η προμήθεια των δύο φρεγατών του τύπου που διαθέτει σε υπηρεσία το ναυτικό του Βελγίου, με την προϋπόθεση ότι βρίσκονται σε εξίσου καλή κατάσταση, τότε θα μπορέσουν να παροπλιστούν και οι τελευταίες δύο μη εκσυγχρονισμένες Standard. Με αυτό τον τρόπο ο Στόλος θα «κερδίσει» μία δεκαετία μέχρις ότου αρχίσουν να εντάσσονται σε υπηρεσία οι νέες φρεγάτες. Φυσικά, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την υλοποίηση του προγράμματος είναι αν η Ολλανδία είναι διατεθειμένη να αποσυνδέσει την πώληση των φρεγατών τύπου «Μ» από το πρόγραμμα των νέων φρεγατών. Θετική ένδειξη αποτελεί ότι η Damen στην πρότασή της περιλαμβάνει νέες ναυπηγήσεις ως «ενδιάμεση» λύση.
- Για το πρόγραμμα των νέων φρεγατών τα πράγματα είναι απλά: Για να σωθούν τα προσχήματα και να αξιοποιηθούν ό,τι πληροφορίες συλλέχτηκαν, η μέχρι σήμερα φαρσοκωμωδία ας χαρακτηριστεί διαδικασία παρόμοια της αίτησης για πληροφορίες (RFI – Request for Information). Αν για λόγους πληρότητας της εικόνας θεωρηθεί πρέπον, ας ζητηθούν -σε σχετικά σύντομο χρόνο- επιπλέον πληροφορίες για το κόστος της πρότασης κάθε ενδιαφερόμενου οίκου (RFQ: Request for Quotation).
Παράλληλα η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Αμυνας να σταματήσει την παραλαβή φακέλων με προσφορές από πρέσβεις (εν είδει γραμματείας) και να επιτρέψει στην αρμόδια υπηρεσία, τη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Επενδύσεων και Εξοπλισμών (ΓΔΑΕΕ) να εκτελέσει την προβλεπόμενη εκ του νόμου αποστολή της, με βάση το ισχύον νομοθετικό και διαδικαστικό πλαίσιο. Γιατί, αν αληθεύει η πληροφορία ότι ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα και ο υποναύαρχος του NIPO επισκέφτηκαν τη ΓΔΑΕΕ μετά την παράδοση της πρότασης στον υπουργό Εθνικής Αμυνας, ο αρμόδιος φορέας έχει υποβιβαστεί σε εθιμοτυπικό ρόλο.
Εξυπακούεται ότι θα πρέπει οι αρμόδιοι επιτελείς του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού να αφεθούν -απερίσπαστοι από γεωπολιτικές σκοπιμότητες και με εφόδια τη γνώση και την εμπειρία τους- να καταρτίσουν πλήρεις, αναλυτικές επιχειρησιακές και τεχνικές προδιαγραφές, όπως επίσης και το μοντέλο αξιολόγησης (κριτήρια, βαρύτητα κριτηρίων, τρόπος βαθμολόγησης).
Εφόσον το υπουργείο Οικονομικών μπορεί να διαθέσει τις απαιτούμενες πιστώσεις, να εκδοθεί αίτηση για προσφορές (RFP: Request For Proposals), ώστε να αρχίσει η υλοποίηση του προγράμματος. Φυσικά, μέχρι την έκδοση της αίτησης για προσφορές η κυβέρνηση θα πρέπει να έχει ολοκληρώσει με τον α’ ή με τον β’ τρόπο τη μετάβαση των εγχώριων ναυπηγείων στο νέο ιδιοκτησιακό καθεστώς.
Αν αυτό δεν συμβεί, είναι τουλάχιστον αφελές -σε βιομηχανικό επίπεδο- να αναμένεται κάτι περισσότερο από την… παροχή συμβουλών για τη λειτουργία και την ανάπτυξη των ναυπηγείων.
Αδήριτη ανάγκη η ανάπτυξη ενός «εθνικού πλοίου»
Αν η Πολιτεία θέλει να έχει αξιόμαχο Πολεμικό Ναυτικό, θα πρέπει να κατανοήσει ότι στο στρατηγικό πλάνο πρέπει να ενταχθούν:
- Η σύνταξη ενός ρεαλιστικού, δεκαπενταετούς προγράμματος ναυπηγήσεων για την ανανέωση και την αναβάθμιση της εθνικής ναυτικής ισχύος, καθώς τα μείζονα πλοία επιφανείας δεν είναι η μόνη κατηγορία υπέργηρων μονάδων.
- Το υπουργείο Εθνικής Αμυνας, σε συνεργασία με την εγχώρια αμυντική βιομηχανική και τεχνολογική βάση, να προσδιορίσουν τους τομείς δραστηριότητας που πρέπει να αναπτυχθούν – δημιουργηθούν, ώστε η εγχώρια βιομηχανική συμμετοχή να είναι ουσιαστική στο πρόγραμμα των νέων φρεγατών και σχεδόν καθολική στην υποστήριξη, στη συντήρηση και την επισκευή τους για τα 30 έως 40 χρόνια που θα διατηρηθούν σε υπηρεσία. Ας μην ξεχνάμε ότι το κόστος προμήθειας είναι μικρό κλάσμα του κόστους κύκλου ζωής. Για τον σκοπό αυτό μπορούν να αξιοποιηθούν εθνικά ή και ευρωπαϊκά προγράμματα έρευνας και ανάπτυξης, ώστε να αναπτυχθούν οι απαραίτητες δυνατότητες και εξειδικεύσεις.
- Να εκκινήσει αμέσως, σε ρεαλιστική βάση, το πρόγραμμα σχεδίασης και ανάπτυξης ενός «εθνικού πλοίου». Σε πρώτη φάση θα μπορούσε, για παράδειγμα, να είναι ένα παράκτιο περιπολικό, που θα μπορεί να ικανοποιήσει και τις επιχειρησιακές απαιτήσεις του Λιμενικού – Ελληνικής Ακτοφυλακής και η παραγωγή του να αφορά σημαντικό αριθμό μονάδων, με επιδόσεις που θα μπορούσαν να προσελκύσουν και πελάτες από το εξωτερικό (χαρακτηριστικότερο παράδειγμα η Κύπρος). Αντικειμενικός σκοπός είναι σε κάθε μερίδα παραγωγής να αυξάνει συνεχώς το ποσοστό των συστημάτων, υποσυστημάτων και εξαρτημάτων που θα είναι εγχώριας σχεδίασης, ανάπτυξης και παραγωγής.
- Να κατανοηθεί, επιτέλους, ότι η επανάληψη μοντέλων που διαπιστωμένα έχουν αποτύχει δεν αποτελεί μόνο σπατάλη των χρημάτων των φορολογουμένων, αλλά στερεί από τη χώρα την αναβάθμιση της αμυντικής (αποτρεπτικής) ικανότητας, που επιβάλλουν η απειλή και οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουμε.