Την πόρτα του ανακριτή, προκειμένου να απολογηθεί για την στυγερή δολοφονία της 64χρονης πρώην συζύγου του στην Αγία Βαρβάρα, θα περάσει σε λίγη ώρα ο 75χρονος φονιάς.
Ο ίδιος στην προανακριτική του απολογία είχε περιγράψει με λεπτομέρειες πως γράφτηκε η τελευταία πράξη της θυελλώδους σχέσης ανάμεσα στον ίδιο και στην 64χρονη εν διαστάσει σύζυγό που σκότωσε με τρεις σφαίρες στον λαιμό και τον ώμο. Ο συζυγοκτόνος εμφανίστηκε μετανιωμένος και εξήγησε στους αστυνομικούς τους λόγους που τον
οδήγησαν στο αποτρόπαιο έγκλημα. «Με προσέβαλε συνεχώς και μου πετούσε γλάστρες. Μου πέταξε ένα πλαστικό κύπελλο με απορρυπαντικό, το οποίο μπήκε στα μάτια μου. Είχε κάνει τα παιδιά μου και τα εγγόνια μου να μη μου μιλάνε, αποκόβοντάς με από αυτά, με είχε χτυπήσει επανειλημμένα και με έβριζε συνεχώς με τα χειρότερα λόγια. Απέναντι σε μένα ήταν πολύ αχάριστη και σε όλα. Όλα αυτά τα χρόνια αισθανόμουν ψυχολογικά χάλια» υποστήριξε σε αντίθεση με όσα έχουν πει οι γείτονες για συστηματική κακοποίηση της 64χρονης από τον εν διαστάσει σύζυγό της.
Ο 75χρονος κατηγορούμενος, ο οποίος ομολόγησε ότι σκότωσε την άτυχη γυναίκα, αναφέρθηκε στις οικονομικές διαφορές που δημιουργήθηκαν μετά τον χωρισμό τους: «Από το 1960 ο πατέρας μου λειτουργούσε καθαριστήριο, το οποίο λόγω οικονομικών προβλημάτων το 1980 το έγραψα στο όνομα της συζύγου μου. Εγώ δούλευα στο κατάστημα και εκείνη βοηθούσε. Το 2003 αγοράσαμε ένα οικόπεδο στην Αγία Βαρβάρα με δάνειο και χτίσαμε πενταώροφη πολυκατοικία ώστε να έχουν από ένα διαμέρισμα τα παιδιά μας και τα υπόλοιπα να χρησιμοποιηθούν ως αποθήκη για τα χαλιά. Πληρώνω όλες τις δόσεις
του δανείου έως τον Ιανουάριο του 2018, όταν εκείνη πήρε σύνταξη και τα ήθελε όλα δικά της. Εκείνη αρνούνταν να γράψει το κατάστημα στο όνομά μου, ενώ είχε διάφορες εξωσυζυγικές σχέσεις. Αρνούνταν την επικαρπία στην κόρη μου από τον πρώτο γάμο και δεν την άφησε να φτιάξω το διαμέρισμά της, καθώς η πολυκατοικία ήταν και στο δικό της όνομα. Το 2012 έδιωξε την κόρη μου, η οποία δούλευε και εκείνη στο καθαριστήριό μας και προσέλαβε άνδρα με τον οποίο είχε εξωσυζυγικές σχέσεις, κάτι το οποίο εγώ έμαθα αργότερα».
Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και οδήγησε στο φονικό ήταν τα χρυσαφικά της αδελφής του δράστη, τα οποία υποστηρίζει ότι είχε η πρώην σύζυγός του.
«Η σύζυγός μου πήρε και τα χρυσαφικά της αδελφής μου, τα οποία είχα τοποθετήσει στο
χρηματοκιβώτιο του μαγαζιού και είχαν ιδιαίτερη συναισθηματική αξία για μένα. Τα κοσμήματα αυτά της τα είχα ζητήσει επανειλημμένα, αλλά και την επικαρπία της κόρης μου (…) Το απόγευμα της 3ης Ιουνίου 2021 πήγα στο σπίτι της για να της ζητήσω και πάλι τα χρυσαφικά (…) Της ζήτησα τα πράγματα της αδελφής μου, λέγοντας ότι η αδελφή μου ήταν σαν μάνα μου. Εκείνη τότε με εξύβρισε με τη φράση «χ@@@@@α μ@@@@α». Εγώ, ύστερα από όλα όσα είχα περάσει, τρελάθηκα και μην ξέροντας τι κάνω, πυροβόλησα μία ή δύο φορές με το πιστόλι που είχα μαζί μου. Το πιστόλι το είχα πάρει μαζί μου
απλά για να τη φοβερίσω. Μακάρι να μην είχε συμβεί αυτό, το μετάνιωσα και ζητώ συγγνώμη από τα παιδιά μου και από όλους» είπε ο 75χρονος στους αστυνομικούς.
Μέσω της δικηγόρου Γιάννας Παναγοπούλου, θα παραστούν ως πολιτική αγωγή στην υπόθεση οι δύο κόρες του από τον γάμο του με την 64χρονη, οι οποίες περιγράφουν τον πατέρα τους ως άνθρωπο αυταρχικό, με συχνά ξεσπάσματα βίας σε βάρος της συζύγου του και των ίδιων. Μάλιστα, θα καταθέσουν εναντίον του και θα ζητήσουν την παραδειγματική τιμωρία του για την ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση με θύμα τη μητέρα τους.