Η πανδημία έχει φέρει τα πάνω κάτω στη ζωή του παγκόσμιου χωριού. Πρώτη φορά ίσως ο πλανήτης ήρθε αντιμέτωπος με μια κρίση που δεν γνωρίζει σύνορα, που δεν έχει ταξικούς διαχωρισμούς, που δεν ενδιαφέρεται για το πόσο πλούσιος ή φτωχός είναι κάποιος. Και είναι η πρώτη φορά που μια πρωτοφανής κρίση δημόσιας υγείας έχει να κάνει με τον συγχρωτισμό με τους άλλους, με τη συμπεριφορά μας.
Το πιο ξεχωριστό χαρακτηριστικό όμως αυτής της κρίσης είναι οι διάφορες «φυλές» ανθρώπων που δημιουργήθηκαν, αυτές που δεν υπήρχαν πριν από τον Μάρτιο του 2020. Φοβισμένοι ή χαλαροί, συνωμοσιολάτρες ή υπάκουοι στις «εντολές» των επιστημόνων, οργισμένοι, πιεσμένοι, κουρασμένοι ή… και ψεκασμένοι. Ολοι άνθρωποι κανονικοί, της διπλανής πόρτας, που η πανδημία χώρισε σε δύο στρατόπεδα. Φίλοι που έγιναν… εχθροί, εμβολιασμένοι και ανεμβολίαστοι από άποψη ή από φόβο.
Αυτός είναι ο καμβάς πάνω στον οποίο δημιουργούνται οι καμπάνιες των κυβερνήσεων ανά τον κόσμο, σε μια προσπάθεια να πείσουν τον πληθυσμό να εμβολιαστεί, ρίχνοντας συνήθως το βάρος της ευθύνης για την αύξηση κρουσμάτων σε όσους αρνούνται ή φοβούνται να εμβολιαστούν. Η δαιμονοποίηση των μη εμβολιασμένων τείνει να γίνει ο κανόνας σε πολλές περιπτώσεις, ειδικά τώρα, υπό την απειλή της παραλλαγής Δέλτα και ενός νέου, ακόμη πιο μεταδοτικού κύματος πανδημίας, που απειλεί να παραλύσει εκ νέου την κοινωνική και οικονομική δραστηριότητα, ακυρώνοντας όποια προσπάθεια ανάκαμψης με ολέθριες συνέπειες.
Τις πταίει;
Πού οφείλονται όμως τα χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού, ενάμιση χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας; Κατ’ αρχάς, σε έναν αγώνα δρόμου που δεν γίνεται στον ίδιο στίβο, δηλαδή με τους ίδιους όρους για όλους. Πολλά κράτη έδρασαν παρασκηνιακά και μεμονωμένα σε ό,τι αφορά τους εμβολιασμούς, με αποτέλεσμα κάποια, όπως το Ισραήλ, να κλείσουν έγκαιρα συμφωνίες με τις φαρμακοβιομηχανίες και να εξασφαλίσουν επαρκείς ποσότητες εμβολίων για όλον τον πληθυσμό. Κάποιοι άλλοι απέτυχαν. Η Ε.Ε. ήταν ένα από τα παραδείγματα των μεγάλων καθυστερήσεων στις παραγγελίες, αλλά και των παλινωδιών σε ό,τι αφορά το εμβόλιο της AstraZeneca.
Ομως, η διστακτικότητα για τον εμβολιασμό, σε συνδυασμό με τις ελλείψεις αλλά και τις ασάφειες, επιστημονικές και πολιτικές, όπως στην περίπτωση του εμβολίου της AstraZeneca, έφεραν ορισμένες χώρες πολύ πίσω στους στόχους κάλυψης εμβολιασμού.
Οι δικαιολογίες
Οι λόγοι θα μπορούσαν να είναι πιο περίπλοκοι από το να αρνείται κανείς να κάνει το εμβόλιο. Μερικοί άνθρωποι είτε αρνήθηκαν τα εμβόλια λόγω ανησυχιών σχετικά με την ταχεία ανάπτυξή τους είτε είπαν ότι θα προτιμούσαν να περιμένουν και να δουν. Αλλοι δεν έχουν εμβολιαστεί, επειδή πιστεύουν ότι δεν ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου. Ομως, γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο ότι πολλοί άνθρωποι δεν λαμβάνουν τα εμβόλια για άλλους λόγους, που στην πραγματικότητα είναι πιο περίπλοκοι.
Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε στην ιατρική επιθεώρηση «New England», η πρόσβαση στα εμβόλια ακόμη και σε πλούσιες χώρες είναι ένα σημαντικό ζήτημα. Επειδή ορισμένα από τα εμβόλια για τον Covid-19 πρέπει να διατηρούνται σε εξαιρετικά χαμηλές θερμοκρασίες, οι ηλικιωμένοι ή εκείνοι που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο μπορεί να μην είναι πρόθυμοι να κάνουν τη διαδρομή έως το εμβολιαστικό κέντρο, ειδικά εάν πρέπει να χρησιμοποιούν τις δημόσιες συγκοινωνίες.
Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, αδιευκρίνιστος αριθμός ανασφάλιστων, μεταναστών, ακόμη και Αμερικανών μπορεί να είναι απρόθυμος να πάει σε φαρμακεία ή σε κέντρα μαζικού εμβολιασμού. Στην Ινδία, επίκεντρο της πανδημίας τις τελευταίες εβδομάδες, πολλοί φτωχοί άνθρωποι ανησυχούν ότι οι ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να τους αναγκάσουν να απόσχουν από την εργασία τους, κάτι που δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά.
Σε κοινότητες μεταναστών στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι επίσης λιγότερο πιθανό να εμβολιαστούν σε σύγκριση με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Ενα έγγραφο της επιστημονικής συμβουλευτικής ομάδας του Ηνωμένου Βασιλείου για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης (SAGE) διαπίστωσε ότι αυτό οφείλεται εν μέρει στη δυσπιστία στους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης και στη ανεπαρκή ενημέρωση. Η διστακτικότητα εκ μέρους των επαγγελματιών της υγειονομικής περίθαλψης να εμβολιαστούν έχει επίσης προκαλέσει φόβο και δισταγμό – όταν ένας έμπιστος γιατρός ή νοσοκόμα δεν κάνει το εμβόλιο, πώς μπορεί κάποιος να περιμένει ότι θα το κάνει ο απλός πολίτης;
Οι ανεμβολίαστοι είναι παντού. Ολα δείχνουν ότι πολλοί άνθρωποι είναι πρόθυμοι να εμβολιαστούν, αλλά πρέπει πρώτα να επιλυθούν άλλα ζητήματα – είτε πρόκειται για διαβεβαίωση σε ό,τι αφορά τις παρενέργειες είτε αφορά την ελεύθερη επιλογή εμβολίου ή τον τόπο και τον χρόνο.
Ποιοι και πώς εξέθρεψαν την… πανδημία του σκεπτικισμού
Ισως να μην υπάρχει πιο κατάλληλος άνθρωπος να μιλήσει για την πόλωση μεταξύ του λεγόμενου «εμβολιαστικού» και του «αντιεμβολιαστικού κινήματος» από τη Heidi J. Larson, Αμερικανίδα καθηγήτρια Ανθρωπολογίας, διευθύντρια του The Vaccine Confidence Project.
Η Larson ήταν επικεφαλής του Global Immunization Communication στη UNICEF και συγγραφέας του «Stuck: How Vaccine Rumors Start and Why They Don’t Go Away». Σε συνέντευξή της για λογαριασμό της οργάνωσης Gavi, μιας συμμαχίας υπέρ των εμβολιασμών, παραθέτει μια σειρά από λόγους για τους οποίους ο κόσμος διστάζει να εμβολιαστεί. Μία από τις βασικές αιτίες είναι ο τεράστιος αριθμός εμβολίων και συνδυασμοί εμβολίων που έχουν αναπτυχθεί.
«Είναι φανταστικό από επιστημονική άποψη και από άποψη δημόσιας υγείας, αλλά νομίζω ότι ο αριθμός και η μεταβλητότητα αυτών των εμβολίων, οι διαφορετικοί τρόποι παρασκευής τους σημαίνουν ότι το κοινό έχει περισσότερα εμβόλια για να αμφισβητήσει και αμφισβητεί όλο και περισσότερο ακόμη και τα συστατικά» λέει.
Μια άλλη σημαντική αλλαγή είναι η υπερσύνδεση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. «Οι άνθρωποι έθεταν ερωτήσεις σχετικά με τα εμβόλια από την πρώτη ημέρα. Ακόμα και τη δεκαετία του 1800» λέει η Larson και προσθέτει: «Ο όρος anti-vax κατά του εμβολίου συνέβαλε στο να δημιουργηθεί πόλωση. Τα στρατόπεδα είναι δύο, με τους υπέρ και τους κατά των εμβολίων. Υπάρχουν άνθρωποι, όμως, που βρίσκονται στη μέση, οι οποίοι έχουν πραγματικές ανησυχίες και τώρα αισθάνονται ότι δαιμονοποιήθηκαν ακόμη και για απλές σκέψεις. Τι συμβαίνει με τα εμβόλια, περισσότερο από άλλες παρεμβάσεις στην υγεία, που προκαλούν την οργή τόσο πολλών ανθρώπων; Τα εμβόλια είναι πολύ ρυθμιζόμενα, ελεγχόμενα και μερικές φορές απαιτούνται από την κυβέρνηση – και αυτό από μόνο του τα καθιστά ευάλωτα στην κριτική». Και συνεχίζει: «Επίσης, το γεγονός ότι τα εμβόλια εξαρτώνται απόλυτα από τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες μπορεί να προκαλέσει σκεπτικισμό. Η συζήτηση για τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς προκαλεί παρόμοιες αντιδράσεις. Χρειαζόμαστε την προσέγγιση ολόκληρης της κοινωνίας για το εμβόλιο του Covid-19. Πρέπει να προσελκύσουμε επαγγελματίες Υγείας, καθηγητές σχολείων, θρησκευτικούς ηγέτες. Θα μπορούσαμε να εμπλέξουμε αυτές τις ομάδες με διαφορετικούς τρόπους, αλλά τουλάχιστον πρέπει να τους δώσουμε κάποιες πληροφορίες και να είμαστε ανοιχτοί στις ερωτήσεις τους. Νομίζω, ως κοινότητα υπέρ του εμβολιασμού, δεν είμαστε πολύ ανεκτικοί στις ερωτήσεις των ανθρώπων. Στην κοινότητα της δημόσιας υγείας μιλάμε για τον κίνδυνο και τα οφέλη συνεχώς. Αλλά αυτός δεν είναι ο τρόπος που το κοινό σκέφτεται. Οι γονείς συχνά ζυγίζουν τον κίνδυνο έναντι του κινδύνου. Ετσι, εάν δεν μιλάμε για τους κινδύνους του εμβολίου, πιστεύουν ότι δεν τους λέμε όλη την αλήθεια. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να μιλάμε για τα οφέλη, αλλά νομίζω ότι πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι τα εμβόλια δεν είναι όλα τέλεια. Επίσης, υπάρχει ένας συνδυασμός τυχαίας παραπληροφόρησης. Κάτι που φαίνεται λίγο επιστημονικό και προωθείται στο διαδίκτυο χωρίς έλεγχο. Και υπάρχουν επίσης άνθρωποι που πραγματικά δεν ενδιαφέρονται για τα εμβόλια. Χρησιμοποιούν την πόλωση του εμβολίου ως ευκαιρία για περαιτέρω πόλωση της κοινωνίας και δημιουργία έντασης».
Πού επιβάλλεται υποχρεωτικός εμβολιασμός
Αντικείμενο συζήτησης σε πολλές χώρες έχει καταστεί ο υποχρεωτικός εμβολιασμός κατά του Covid-19, με την πλειονότητα των κρατών που τον εφαρμόζουν να αφορά στοχευμένες πληθυσμιακές ομάδες. Υποχρεωτικός εμβολιασμός για ενήλικες ισχύει σε:
* Τατζικιστάν: Κυβερνητικό διάταγμα υποχρεώνει όλους τους πολίτες άνω των 18 ετών να εμβολιάζονται.
* Βατικανό: Μια απόφαση που πάρθηκε την 8η Φεβρουαρίου κατέστησε τον εμβολιασμό υποχρεωτικό για τους κατοίκους της μικρότερης χώρας στον κόσμο και τους υπαλλήλους που εργάζονται εκεί.
Υποχρεωτικός εμβολιασμός για ορισμένες κατηγορίες ισχύει σε:
* Ιταλία: Νομοθετικό διάταγμα υποχρεώνει γιατρούς και προσωπικό Υγείας να εμβολιαστούν, με ποινές ότι δεν θα μπορούν να εξασκούν το επάγγελμά τους ερχόμενοι σε επαφή με ασθενείς. Τριακόσιοι Ιταλοί υγειονομικοί προσέφυγαν δικαστικά κατά του διατάγματος και η εκδίκαση της υπόθεσης έχει προγραμματιστεί για τις 14 Ιουλίου.
* Ηνωμένο Βασίλειο: Η κυβέρνηση ανακοίνωσε στις 16 Ιουνίου ότι θα καταστήσει υποχρεωτικό τον πλήρη εμβολιασμό κατά του νέου κορονοϊού για όλα τα άτομα που εργάζονται σε γηροκομεία, συμπεριλαμβανομένου μη ιατρικού προσωπικού, όπως κομμωτές, αισθητικοί και εθελοντές, οι οποίοι θα πρέπει να έχουν εμβολιαστεί πλήρως έως τον Οκτώβριο εάν θέλουν να συνεχίσουν να εργάζονται στους τομείς τους.
* Ρωσία: Ο δήμαρχος της Μόσχας εξέδωσε διάταγμα στις 16 Ιουνίου για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των εργαζομένων στον κλάδο υπηρεσιών. Περίπου το 60% των εργαζομένων αυτών ή σχεδόν 2.000.000 άνθρωποι πρέπει να εμβολιαστούν έως τις 15 Αυγούστου.
* Καζακστάν: Η κυβέρνηση διέταξε την 1η Ιουλίου τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των περισσότερων υπαλλήλων που έρχονται σε στενή επαφή με άλλα άτομα. Σε όσους αρνούνται τον εμβολιασμό θα απαγορευτεί η αλληλεπίδραση με πελάτες ή άλλους ανθρώπους.
* ΗΠΑ: Η πόλη του Σαν Φρανσίσκο ανακοίνωσε στις 23 Ιουνίου ότι θα ζητούσε από περίπου 35.000 εργαζομένους της, συμπεριλαμβανομένων αστυνομικών και πυροσβεστών, να εμβολιαστούν κατά του Covid-19, υπό την απειλή επιβολής πειθαρχικών κυρώσεων, μέχρι και απόλυση.
* Γαλλία: Η υποχρέωση εμβολιασμού δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί, αλλά η κυβέρνηση επεξεργάζεται ένα νομοσχέδιο για να εξαναγκάσει τους εργαζομένους στον τομέα Υγείας να εμβολιαστούν, την ώρα που το ποσοστό εμβολιασμού αυτών φτάνει το 57% στα γηροκομεία και το 64% στα νοσοκομεία.
* Ελλάδα: Υπενθυμίζεται πως, σύμφωνα με διαταγή του Αρχηγείου του Πυροσβεστικού Σώματος, καθίσταται υποχρεωτικός ο εμβολιασμός του προσωπικού στην ΕΜΑΚ.
Kενά ασφαλείας στα πιστοποιητικά
Θα τα ζητούν πλέον παντού και ενδεχομένως από το φθινόπωρο θα είναι κάτι παραπάνω από ένα έγγραφο για ταξίδια. Ομως, οι Γερμανοί ειδικοί Πληροφορικής προειδοποιούν για κενά ασφαλείας στα πιστοποιητικά εμβολιασμού. Πριν από λίγες ημέρες, η εταιρία GData Cyber Defense εξέτασε το ψηφιακό πιστοποιητικό εμβολιασμού και εντόπισε σοβαρές αδυναμίες. «Το γεγονός αυτό δεν οφείλεται στην απουσία τεχνικών δυνατοτήτων, αλλά στο ότι οι Αρχές βιάστηκαν να παρουσιάσουν το ψηφιακό πιστοποιητικό για να προλάβουν τις καλοκαιρινές διακοπές και δεν έδωσαν έμφαση στην ασφάλεια» δηλώνει στην DW o επικεφαλής της γερμανικής εταιρίας Τόμας Ζίμπερτ.
Ένα από τα αδύναμα σημεία του πιστοποιητικού είναι, σύμφωνα με τον Τιμ Μπέργκχοφ, υπεύθυνο της GData για ζητήματα ασφαλείας, ότι στο ψηφιακό πιστοποιητικό δεν μεταφέρονται σημαντικά δεδομένα από το έντυπο πιστοποιητικό εμβολιασμών (περιλαμβάνει όλα τα εμβόλια που έχει κάνει ο κάτοχος), όπως ο κωδικός του εμβολίου, ο τόπος εμβολιασμού, καθώς και το όνομα του υγειονομικού. Εκτός αυτού, υπάρχουν λάθη στις ημερομηνίες εμβολιασμού. Για παράδειγμα, σε ένα πιστοποιητικό αναγραφόταν για την πρώτη και τη δεύτερη δόση η ίδια ημερομηνία εμβολιασμού. Ενώ το λάθος είναι προφανές, το Επιδημιολογικό Ινστιτούτο «Ρόμπερτ Κοχ», αρμόδιο για την έκδοση όλων των ψηφιακών πιστοποιητικών εμβολιασμού, έδωσε άμεσα την αυτοματοποιημένη έγκριση χωρίς να διατυπωθεί η παραμικρή ένσταση.