Στο κέντρο της πύρινης λαίλαπας, που για ημέρες προκαλεί τεράστιες καταστροφές στη χώρα, βρέθηκαν το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, παρά το γεγονός ότι στην αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών ο ρόλος τους είναι μεν σημαντικός, λόγω των μέσων και δυνατοτήτων που διαθέτουν, αλλά όχι κεντρικός.
Εν μέσω της αντιμετώπισης μείζονος φυσικής καταστροφής, που ουσιαστικά γιγαντώθηκε από δεκαετίες αδιαφορίας, ανικανότητας και παράλυσης στη διαχείριση του δασικού πλούτου της χώρας, η διαθεσιμότητα των βαρέων μεταφορικών ελικοπτέρων CH-47D Chinook της Αεροπορίας Στρατού προκάλεσε… νευρική κρίση στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
Και όμως, παρά τη μεγάλη σημασία του ζητήματος, ουδείς από τους παροικούντες τη λεωφόρο Μεσογείων δικαιούται να εκπλήσσεται. Η διαθεσιμότητα των εν λόγω ελικοπτέρων αποτελεί ίσως ένα από τα πιο συχνά ζητήματα που έχουν απασχολήσει τα τελευταία χρόνια το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, το ανώτατο συλλογικό όργανο του Ελληνικού Στρατού. Ακόμη και η προμήθεια των 10 μεταχειρισμένων ελικοπτέρων CH-47D από τα αποθέματα του Στρατού των ΗΠΑ, που παραδόθηκαν την περίοδο 2016-2017, αποσκοπούσε και στην αύξηση των διαθεσιμοτήτων, καθώς, λόγω των μεγάλων περικοπών την περίοδο των Μνημονίων, η συντήρηση και υποστήριξη των ελικοπτέρων του τύπου (αλλά και άλλων οπλικών συστημάτων) υποφέρει. Πιο πρόσφατο παράδειγμα της δομικής στρέβλωσης στη συντήρηση – υποστήριξη των οπλικών συστημάτων αποτελεί η προμήθεια των μαχητικών Rafale, καθώς για τον 2ο και 3ο βαθμό συντήρησής τους (εργοστασιακή) στη χώρα μας ουδεμία πρόνοια έχει ληφθεί στη σχετική σύμβαση.
Δεν ήξεραν;
Μάλιστα, για να προχωρήσουμε ένα βήμα παραπέρα, δεν ήταν γνωστό στο Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο ότι κάθε χρόνο ο αριθμός των ελικοπτέρων Chinook, που καταγράφουν 200 ώρες πτήσης και, κατά συνέπεια, απαιτούν συντήρηση, βαίνει αυξανόμενος, καθώς οι οργανικές δυνατότητες του Ελληνικού Στρατού δεν μπορούν να καλύψουν την απαίτηση και δημιουργείται έλλειμμα;
Σε καθημερινή βάση, η στρατιωτική ιεραρχία (και προφανώς και η πολιτική, εφόσον το επιθυμεί) ενημερώνεται λεπτομερώς για τη διαθεσιμότητα όλων των κύριων οπλικών συστημάτων (όπως άρματα μάχης, τεθωρακισμένα οχήματα, πυροβόλα και πολλαπλοί εκτοξευτές πυραύλων, αντιαρματικά όπλα, μαχητικά αεροσκάφη, μονάδες επιφανείας του Στόλου, συμπεριλαμβανομένων των ελικοπτέρων Chinook).
Μάλιστα, οι καθημερινές ενημερώσεις είναι δομημένες με τέτοιον τρόπο, ώστε, με εξαίρεση την εμφάνιση απρόβλεπτων βλαβών, να επιτρέπεται η διαμόρφωση μιας αρκετά ακριβούς εικόνας για τη διαθεσιμότητα κάθε οπλικού συστήματος σε βάθος χρόνου (αρκετών μηνών).
«Αποδιοπομπαίος τράγος»
Και όμως, για αυτό το ζήτημα, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, αναζητήθηκε «αποδιοπομπαίος τράγος» στο πρόσωπο του διευθυντή της Διεύθυνσης Αεροπορίας Στρατού του ΓΕΣ (ΓΕΣ/ΔΑΣ), ο οποίος μόλις τον περασμένο Μάρτιο είχε προαχθεί κατ’ εκλογή στον βαθμό του υποστρατήγου και είχε τοποθετηθεί στη θέση αυτήν, καθώς του «χρεώθηκε» η χαμηλή διαθεσιμότητα.
Αφού επί ημέρες δημοσιεύθηκαν λεπτομέρειες για τα διαδραματιζόμενα (αρχικά συνεδρίαση Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου με περιορισμένη σύνθεση για την αποστρατεία του διευθυντή ΔΑΣ και του επίσης υποστρατήγου διευθυντή της Διεύθυνσης Τεχνικού του ΓΕΣ, εν συνεχεία σύγκληση του Συμβουλίου Μεταθέσεων Ανωτάτων για τη μετάθεσή τους στο Ταμείο Εθνικής Άμυνας και στην Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Υποστήριξης Στρατού αντίστοιχα, συνάντηση μεταξύ του αρχηγού ΓΕΕΘΑ και του διευθυντή ΔΑΣ, υποβολή παραίτησης κ.λπ.), τα πάντα διαψεύστηκαν.
Με ανακοινώσεις Τύπου, οι οποίες εστάλησαν με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στους διαπιστευμένους εκπροσώπους των μέσων ενημέρωσης από τη Διεύθυνση Ενημέρωσης του υπουργείου Εθνικής Αμυνας και τον εκπρόσωπο Τύπου του Γενικού Επιτελείου Στρατού, διαψεύστηκε η παραίτηση του διευθυντή της ΓΕΣ/ΔΑΣ. Ας σημειωθεί εδώ ότι ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ ασκεί την πλήρη διοίκηση των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, δηλαδή την επιχειρησιακή και τη διοικητική (θέματα προσωπικού, υποστήριξης διοικητικής μέριμνας, ετοιμότητας και προετοιμασίας προς πόλεμο).
Συμπτώσεις
Τα μηνύματα εστάλησαν ταυτόχρονα (οποία σύμπτωση!), στις 20.22 της Δευτέρας 9 Αυγούστου, μία ώρα περίπου μετά το μήνυμα που απηύθυνε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στο οποίο, εκτός της συγγνώμης που ζήτησε για «όποιες αδυναμίες υπήρξαν», περιεχόταν και η αναφορά: «Οι αντιδράσεις μας, ωστόσο, δεν πρέπει να είναι τυφλές. Οι τυχόν αστοχίες θα εντοπιστούν. Και οι ευθύνες θα αποδοθούν όποτε πρέπει και σε όποιον πρέπει».
Μια αναφορά, από τα πιο επίσημα χείλη, που καθόριζε συγκεκριμένη κυβερνητική γραμμή, η οποία σαφώς μετέθετε την αναζήτηση και τον επιμερισμό των ευθυνών σε χρόνο μετά την αντιμετώπιση της κρίσης, και φυσικά υιοθετείται από όλα τα μέλη της κυβέρνησης.
Διαψεύσεις
Όμως, ακόμη και αν «οι παραιτήσεις δεν ισχύουν» και «όσα αναφέρονται σε ομάδα δημοσιευμάτων περί παραίτησης του διευθυντή Αεροπορίας Στρατού δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα», όπως αναφέρουν οι σχετικές ανακοινώσεις, γιατί υπήρξε τόση καθυστέρηση στη διάψευσή τους; Δεν έγινε αντιληπτό ότι η μεγάλη καθυστέρηση παράτεινε μια εικόνα ελάχιστα κολακευτική για το υπουργείο Εθνικής Άμυνας και τις Ένοπλες Δυνάμεις;
Η κοινή εμφάνιση
Ακολούθησε, την Τετάρτη 11 Αυγούστου, ανακοίνωση του ΓΕΕΘΑ, σύμφωνα με την οποία «ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, στρατηγός Κωνσταντίνος Φλώρος, επισκέφθηκε το 2ο Συγκρότημα Αεροπορίας Στρατού (2ο ΣΥΑΣ), συνοδευόμενος από τον διευθυντή της Διεύθυνσης Αεροπορίας Στρατού, υποστράτηγο Γεώργιο Κουμεντάκο». Προφανώς, οι διαχειριστές των ζητημάτων επικοινωνίας θεώρησαν ότι μια… κοινή δημόσια εμφάνιση θα διέλυε και τις τελευταίες αμφιβολίες όσων δεν είχαν πειστεί από τις διαψεύσεις.
Πρωτοφανής απώλεια ψυχραιμίας
Το περιστατικό αποτελεί σοβαρή ένδειξη ότι στη λεωφόρο Μεσογείων δεν… βαίνουν όλα καλώς. Κατ’ αρχάς, η πολιτική και η στρατιωτική ιεραρχία εμφανίζονται να αιφνιδιάζονται για ένα ζήτημα που τουλάχιστον η δεύτερη, σε καθημερινή βάση, έχει αναλυτική γνώση για την κατάστασή του ανά πάσα στιγμή και την εξέλιξη του στον χρόνο. Να αντιδρούν σπασμωδικά, αποδίδοντας ευθύνες σε συγκεκριμένο πρόσωπο, παρά το γεγονός ότι η συντήρηση (και, κατά προέκταση, η διαθεσιμότητα) αποτελεί συναρμοδιότητα και άλλων φορέων. Να γνωρίζουν τη διαχρονική αιτία του προβλήματος, τις οργανικές δυνατότητες συντήρησης (υποδομές – ανθρώπινοι πόροι), και να μην αντιμετωπίζουν ή, για την ακρίβεια, να μη δρομολογούν τη λύση του.
Να εκκινούν «ακραίες» διαδικασίες (άμεση αποστρατεία των δύο ανώτατων αξιωματικών), μετά να στρέφονται σε «ηπιότερες» επιλογές (μετάθεση σε θέση «ψυγείο») και στη συνέχεια, με την υποβολή παραίτησης, να αντιλαμβάνονται τις παρενέργειες και να ανακρούουν πρύμναν. Και τελικά, με καθυστέρηση, να διαψεύδουν όσα έχουν διαδραματιστεί, παρά το γεγονός ότι έχουν εμπλακεί πολλά πρόσωπα στις διαδικασίες και πολλές λεπτομέρειες έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Δεν γίνεται αντιληπτό ότι η εικόνα που παρουσιάζεται στους πολίτες – φορολογουμένους και βεβαίως εκτός της χώρας απεικονίζει ένα πολιτικοστρατιωτικό σύστημα διοίκησης που δρα σπασμωδικά, κατακερματισμένα, το οποίο εν μέσω κρίσης επιδεικνύει πρωτοφανή απώλεια ψυχραιμίας;
Ότι με βάση αυτή την εικόνα τροφοδοτούνται οι εκτιμήσεις που κάνουν λόγο για διάφορα ανταγωνιζόμενα κέντρα ισχύος στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, που «συνομιλούν» απευθείας με τον κεντρικό έλεγχο της κυβέρνησης; Ότι -και αυτό είναι το σημαντικότερο- δημιουργούνται ερωτήματα και αμφιβολίες για την ικανότητα διαχείρισης μιας κρίσης;