Η κούρσα των ιδιωτικοποιήσεων στην Ελλάδα έχει συμπεριλάβει αδιακρίτως και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, παρότι οι υπηρεσίες τους, όπως είναι γνωστό, εκλαμβάνονται ανέκαθεν ως μη αγοραίες.
Μεταξύ άλλων πρόκειται για την εθνική ασφάλεια, τη δημόσια υγεία και Παιδεία, τη Δικαιοσύνη, τα λιμάνια και τα αεροδρόμια. Πρόκειται, βέβαια και για την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος που είναι υπαρξιακής σημασίας για την ευημερία των κατοίκων, καθώς και για το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας και της αναπτυξιακής διαδικασίας μιας χώρας. Ακριβώς λόγω της ιδιαιτερότητάς τους, το κριτήριο του οικονομικού αποτελέσματος της λειτουργίας των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, δηλαδή το κέρδος, περνά σε δεύτερη μοίρα, ενώ θεωρούνται κανονικά και γίνονται ανεκτά τυχόν ελλείμματά τους, τα οποία καλύπτονται από το κράτος.
Οι αποκρατικοποιήσεις επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας αποτέλεσαν μονόδρομο κατά την περίοδο μετάβασης των σοσιαλιστικών οικονομιών στον καπιταλισμό. Ωστόσο, υπό την επίδραση ενός ανεξέλεγκτου νεοφιλελευθερισμού σε συνδυασμό και με την παγκοσμιοποίηση, καταγράφηκαν ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας και στην περίπτωση των οικονομιών της Δύσης. Τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα αυτής της μορφής αποκρατικοποιήσεων, παρά τις δυσκολίες ομαδοποίησής τους και σε πείσμα των κινδύνων γενίκευσής τους, εμφανίζουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
- Από τις σχετικές έρευνες δεν ήταν δυνατή η εξαγωγή ενός αδιαφιλονίκητου αποτελέσματος, που να επαληθεύει την αυθαίρετη υπόθεση, η οποία στηρίζει τις άκριτες αποφάσεις ιδιωτικοποιήσεων. Οτι, δηλαδή, η διοίκηση/διαχείριση μιας επιχείρησης αποδίδει υψηλότερο οικονομικό αποτέλεσμα όταν είναι ιδιωτική από ό,τι όταν είναι δημόσια. Αντιθέτως, από τις έρευνες προκύπτει ότι το οικονομικό αποτέλεσμα μιας επιχείρησης είναι συνάρτηση πολυάριθμων παραγόντων, που καθιστούν δύσκολη -αν όχι αδύνατη- τη σύγκριση δημόσιων και ιδιωτικών επιχειρήσεων. Οπωσδήποτε, όμως, ο αποφασιστικός παράγοντας και στις δύο περιπτώσεις είναι αυτός της διοίκησης/διαχείρισής τους. Που σημαίνει ότι, εκ προοιμίου, είναι αστήρικτο το επιχείρημα ότι η διοίκηση/οργάνωση μιας επιχείρησης είναι πιο αποτελεσματική όταν είναι ιδιωτική και λιγότερο όταν είναι δημόσια. Και, βέβαια, το παραπάνω πόρισμα δικαιολογεί τα αποτελέσματα των ερευνών που αδυνατούν να εμπεδώσουν την υπεροχή της μιας επί της άλλης, καθώς σε πολλές περιπτώσεις τα αποτελέσματα των δημόσιων επιχειρήσεων υπερτερούν των ιδιωτικών και τανάπαλιν.
- Tο κέρδος επιδιώκεται κατ’ αρχάς και από τις δύο μορφές επιχειρήσεων. Όμως, οι δημόσιες είναι αναπόφευκτο να λειτουργούν σε ορισμένες περιπτώσεις χωρίς κέρδος ή ακόμη και με ελλείμματα, αν, π.χ., ορισμένες κατηγορίες του πληθυσμού αδυνατούν να πληρώσουν το κόστος του ηλεκτρικού ρεύματος και η έλλειψή του δεν γίνεται αποδεκτή σε ευνομούμενη και προηγμένη οικονομία.
- Παρότι οι σχετικές έρευνες γύρω από τις αποκρατικοποιήσεις αντιμετωπίζουν, συχνά, ανυπέρβλητες δυσκολίες για την εξαγωγή ξεκάθαρων συμπερασμάτων, μπόρεσαν ωστόσο να φωτίσουν κάποιες πλευρές τους, όπως ότι οι αποκρατικοποιήσεις:
- δεν ενισχύουν, όπως ευρέως πιστεύεται, την οικονομική ανάπτυξη/μεγέθυνση,
- ευνοούν τους μετόχους, αλλά όχι τους καταναλωτές, οι οποίοι επιβαρύνονται συχνά υπέρμετρα,
- αποδυναμώνουν το Δημόσιο, που αδυνατεί να υποστηρίξει αποτελεσματικά τις πληθυσμιακές ομάδες που έχουν ανάγκη στήριξης,
- εκθέτουν σε θανάσιμο κίνδυνο τη χώρα, που, σε περίπτωση πολεμικής σύρραξης, στερείται εθνικά αεροδρόμια, λιμάνια, τηλεπικοινωνίες κ.λπ.,
- ακόμη και στην απευκταία περίπτωση που κρίνεται αναγκαία η ιδιωτικοποίηση επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, απαγορεύεται διά ροπάλου η απώλεια του ελέγχου τους από το κράτος, συνεπεία εκχώρησης ποσοστού μετοχών ανώτερου του 49%.
Στην Ελλάδα, ο πυρετός των αποκρατικοποιήσεων, που αναμφίβολα πια αφανίζει την εθνική μας υπόσταση, καθώς αδίστακτα καταπατά ακόμη και τους οριακούς κανόνες ασφαλείας τους, εμφανίζει επιπλέον ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Πρόκειται για την πλήρη ισοπέδωση της πατρίδας μας στις προσβλητικές και συνάμα απάνθρωπες επιταγές της Ε.Ε., απέναντι στις οποίες υπάρχει υποταγή χωρίς αντίδραση (βεβαίως, οι απαιτήσεις αυτές έχουν περιληφθεί στα εγκληματικού περιεχομένου Μνημόνια, όμως κάποτε και οι σκλάβοι επαναστατούν). Να σημειωθεί ότι αυτά συμβαίνουν παρότι η περιθωριοποίηση της Ε.Ε. στο παγκόσμιο γίγνεσθαι ακολουθεί επιταχυνόμενους ρυθμούς, παρότι το ποσοστό του καπιταλισμού υποχωρεί στο πλαίσιο των μέτρων και πολιτικών που ήδη υιοθετούνται στις ΗΠΑ, και παρότι η παρακμή της Δύσης αποτυπώθηκε πρόσφατα και μάλιστα με τελεσίδικο τρόπο, στο Αφγανιστάν. Αυτή η παρακμή κορυφώθηκε στην 76η Σύνοδο των Η.Ε. μέσα από την τοποθέτηση του Κινέζου ηγέτη, που κονιορτοποίησε τη Δύση, ανοίγοντας διάπλατα πια την οδό της παγκόσμιας κυριαρχίας της Ασίας.
Απίστευτο κι όμως αληθινό! Η κυβέρνηση, με συνοπτικές διαδικασίες, ξεπούλησε το 66% της ΔΕΗ για 750.000.000 ευρώ (ή, άλλως, «αργύρια») και εμφανίζεται ιδιαιτέρως ικανοποιημένη με το τίμημα που επέτυχε, καθώς και πεπεισμένη ότι έτσι διανοίγεται η λεωφόρος της ανάπτυξης. Στην πραγματικότητα, όμως, είναι δύσκολο -αν όχι αδύνατον- να επιλεγούν τα κατάλληλα λόγια για να χαρακτηρίσουν αυτή την, προς το παρόν, τελευταία πράξη ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας μας που αφορά τη ΔΕΗ. Το ξεπούλημα άγγιξε πια τις σάρκες του έθνους, που εμφανίζεται απογυμνωμένο και κακόμοιρο.
Οι αναμενόμενες δραματικές συνέπειες που θα έχει και αυτό το ξεπούλημα, στον βαθμό της ήδη καταποντισμένης ευημερίας του λαού, είναι διαφανείς και δεν χρειάζονται εκτενή ανάλυση. Θα είναι αναπόφευκτη η άνοδος της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, που ταχύτατα θα επεκταθεί στο γενικό επίπεδο των τιμών. Θα ενταθούν οι πολύπλευρες πιέσεις που ήδη εγκαθίδρυσαν τον στασιμοπληθωρισμό στην Ελλάδα. Να υπενθυμίσω ότι πρόκειται για κατάσταση στην οποία η άνοδος των τιμών δεν οδηγεί σε αύξηση της παραγωγής, αλλά ούτε και της απασχόλησης. Παράλληλα, η οικονομία δεν διαθέτει στη φαρέτρα της μέτρα αντιμετώπισής του, καθώς αυτά που επιδιώκουν μείωση της ύφεσης ενισχύουν ταυτόχρονα και τον πληθωρισμό, και τανάπαλιν.
Να έρθω και στην ατυχέστατη κυβερνητική απόφαση σχετικά με την παύση παραγωγής λιγνίτη, που προετοίμασε το ξεπούλημα της ΔΕΗ, παρότι η γενική δικαιολογία ήταν η ανάγκη εκμοντερνισμού και, συνεπώς, στροφής της οικονομίας μας προς την πράσινη ανάπτυξη. Ομως, δεν περιέπεσαν στην αντίληψή μου άλλες χώρες, και μάλιστα πολύ πλουσιότερες της δικής μας, που να έσπευσαν να καταργήσουν φθηνές πηγές ενέργειας αμέσως και τώρα. Αντιθέτως, αυτές οι άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, υποσχέθηκαν απλώς να καταργήσουν τέτοιες πηγές ενέργειας «αργότερα». Η Ελλάδα, ωστόσο, αφού καταστράφηκε με τα Μνημόνια, κυρίως μέσω των γερμανικών εμπνεύσεων, των εμμονικών δογματισμών, αλλά και της εξυπηρέτησης ίδιων γερμανικών συμφερόντων, που καταπάτησαν τα ανθρώπινα δικαιώματα, υποχρεώνεται τώρα να πληρώνει αστρονομικές τιμές για το ηλεκτρικό ρεύμα, προκειμένου η Γερμανία να μας γεμίσει με τις ανεμογεννήτριές της κι έτσι να αναζωογονήσει την αντιμέτωπη με σοβαρά προβλήματα βιομηχανία της.
Το ανελέητο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας μας επιχειρείται να συνδεθεί με την αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας μας. Ομως, πώς να υποστηριχθεί μιας τέτοιας έκτασης παράνοια, αφού αυτά τα δύο στοιχεία εξελίσσονται προς διαμετρικά αντίθετες κατευθύνσεις; Πράγματι, περιττεύουν όποιες επεξηγήσεις, δεδομένου ότι το ξεπούλημα του πλούτου μιας χώρας όχι απλώς αδυνατεί να συνδράμει στην αναπτυξιακή της προσπάθεια, αλλά και την εξουδετερώνει. Είναι γνωστό και στους πρωτοετείς φοιτητές Οικονομικών ότι η οικονομική ανάπτυξη διευρύνει την παραγωγική βάση της οικονομίας, ενώ, αντιθέτως, το ξεπούλημα του πλούτου, προϊόν του μόχθου προηγούμενων γενεών, την εκμηδενίζει.
Ωστόσο, κάποιοι επιμένουν να ομιλούν για ανάπτυξη! Την αναμένουν, στις επάλξεις, συγχέοντας ωστόσο με απαράδεκτο τρόπο ανάπτυξη με ανάκαμψη. Και τι είδους ανάπτυξη θα είναι αυτή σε μια Ελλάδα που δεν έχει έδαφος πια κάτω από τα πόδια της και που συνεχώς και σταθερά φτωχοποιείται, ξεπουλώντας το ένα μετά το άλλο τα εθνικά της «ασημικά»; Όμως, στο σημείο αυτό επιβάλλεται καθένας από εμάς να διερωτηθεί σε ποιον ανήκουν αυτά τα «ασημικά» και, συνεπώς, ποιος έχει δικαίωμα εκποίησής τους.