Κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας ξεκίνησε χθες η δίκη των ηγετικών στελεχών του «Ρουβίκωνα» Γιώργου Καλαϊτζίδη και Νίκου Ματαράγκα, οι οποίοι κατηγορούνται για τη δολοφονία του 36χρονου Αιγύπτιου εμπόρου ναρκωτικών στα Εξάρχεια, τον Ιούνιο του 2016.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, δύο άτομα που επέβαιναν σε μοτοσικλέτα πλησίασαν και πυροβόλησαν τον Μοχάμεντ Αχμέντ ή «Χαμπίμπι». Η Ασφάλεια συνδέει τον Ματαράγκα ως φυσικό αυτουργό και τον Καλαϊτζίδη ως ηθικό αυτουργό της δολοφονίας, καθώς είχε προηγηθεί επίθεση με μαχαίρι σε βάρος του από το θύμα δύο μήνες πριν από τον φόνο.
Η δίκη ξεκίνησε με την κατάθεση βασικής μάρτυρος κατηγορίας, η οποία αναίρεσε όσα είχε καταθέσει στην Αστυνομία, υποστηρίζοντας πως βρισκόταν υπό την επήρεια ναρκωτικών, ενώ την προηγούμενη ημέρα είχε συλληφθεί ως διακινήτρια. «Να μη βασιστείτε σε μένα. Εγώ δεν υπέδειξα κανέναν. Η Αστυνομία μου έδειχνε φωτογραφίες ανθρώπων και με ρωτούσε αν τους έχω δει γενικά στα Εξάρχεια. Ημουν άρρωστος άνθρωπος. Δεν μπορώ να απαντήσω σε τίποτα από αυτά που με ρωτάτε. Δεν έπρεπε να είμαι καν εδώ. Δεν γνωρίζω τίποτα. Δεν θεωρώ ότι τα έχω πει έτσι ακριβώς όπως είναι στην κατάθεση» δήλωσε η μάρτυρας και, εμμέσως πλην σαφώς, υποστήριξε πως οι αστυνομικοί καθοδήγησαν την κατάθεσή της.
«Η Αστυνομία μού είπε ότι, αν βοηθήσω, θα αφεθώ ελεύθερη. Ημουν την ίδια εποχή κατηγορουμένη για διακίνηση. Δεν θυμάμαι τίποτα. Δεν μπορώ να κατηγορήσω έναν άνθρωπο έτσι (…). Μου είπαν ότι θα με βοηθήσουν αν τους βοηθήσω και ενδεχομένως να είναι γραμμένα παραπάνω πράγματα από αυτά που έχω πει στην κατάθεση. Τα λόγια μου δεν είναι ακριβώς αυτά που γράφονται στο χαρτί. Δεν μπορώ να πω με απόλυτη σιγουριά ότι τα έχω πει αυτά» κατέθεσε ενώπιον του δικαστηρίου.
Εξω από το Εφετείο της Αθήνας πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση αλληλεγγύης στα δύο μέλη του «Ρουβίκωνα», υπό την επιτήρηση ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων με κλούβες και θωρακισμένα οχήματα εκτόξευσης νερού.