Διεθνείς αναλυτές έχουν εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια να κατανοήσουν την οικονομική πολιτική που ακολουθεί ο σουλτάνος. Αγνοούν όμως ένα βασικό παράγοντα. Ο Ερντογάν εδώ και 10 χρόνια, δε λειτουργεί με όρους οικονομίας, αλλά με όρους πολέμου.
Όσον αφορά την οικονομία της Τουρκίας, ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συνεχίζει να παίζει με τη φωτιά. Παρά τις πιο ξεκάθαρες προειδοποιήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) για τις εξωτερικές ευπάθειες της χώρας του, ο Ερντογάν φαίνεται να προκαλεί μια πλήρη νομισματική κρίση, εφαρμόζοντας τις πιο ακραίες οικονομικές πολιτικές στον πλανήτη, αχρηστεύοντας παράλληλα τη λειτουργία της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας.
Αυτό είναι βέβαιο ότι θα κοστίσει ακριβά στην τουρκική οικονομία και ο Ερντογάν θα μπορούσε να πληρώσει βαρύ τίμημα στις προγραμματισμένες προεδρικές εκλογές του 2023. Εκτός εάν κρατά κάποιον άσσο στο μανίκι. Που δυστυχώς δεν μπορεί να είναι άλλος από το «νομαδικό» πνεύμα της Τουρκίας, που στρατιωτικοποιούσε διαχρονικά κάθε εσωτερική της κρίση με τραγικές συνέπειες τόσο για τις μειονότητες όσο και για τις γειτονικές τις χώρες.
Η πιο πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ για την τουρκική οικονομία υπογραμμίζει ότι οι προϋπάρχουσες εξωτερικές ευπάθειες της Τουρκίας επιδεινώθηκαν ως αποτέλεσμα της πανδημίας Covid-19. Ιδιαίτερα ανησυχητικό για το ΔΝΤ είναι το γεγονός ότι η Τουρκία έχει πλέον αρνητικά αποθέματα συναλλάγματος, ασυνήθιστα υψηλό βαθμό «δολαριοποίησης» (η πλειοψηφία των καταθέσεων πλέον είναι σε δολάρια) και υπερβολικά μεγάλες ανάγκες έξωθεν χρηματοδότησης ως αποτέλεσμα των μεγάλων ελλειμμάτων εξωτερικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Για πρώτη φορά όμως το Ταμείο δημοσιεύει μία έκθεση με μεγάλα κενά και αοριστίες, Απόδειξη ότι ούτε οι κορυφαίοι αναλυτές του πλανήτη κατανοούν ακριβώς τι επιδιώκει ο Ερντογάν.
Προβλέποντας ότι η ΤΚΤ νομοτελειακά θα αρχίσει να μειώνει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, το ΔΝΤ ξεκαθαρίζει ότι τώρα δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για την Τουρκία να πειραματιστεί με ανορθόδοξες νομισματικές πολιτικές. Αντίθετα, κατά την άποψη του ΔΝΤ, η Τουρκία θα πρέπει να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του πληθωρισμού της και να προσελκύσει ξένα κεφάλαια για να υποστηρίξει τη τουρκική λίρα αυξάνοντας τα επιτόκια σε ένα επίπεδο που θα είναι θετικό, με όρους προσαρμοσμένους στον πληθωρισμό.
Φαίνεται όμως ότι οι προειδοποιήσεις του ΔΝΤ έχουν πέσει στο κενό. Παρά την κατάρρευση της τουρκικής λίρας που έχει χάσει περίπου το 20 % της αξίας της από την αρχή του έτους, καθιστώντας τη μεταξύ των νομισμάτων με τις χειρότερες επιδόσεις στον κόσμο, ο Ερντογάν εξακολουθεί να παραμένει στην εσφαλμένη πεποίθηση (;) του ότι, μακριά ότι τα υψηλά επιτόκια είναι η αιτία του υψηλού πληθωρισμού. Αυτή η άποψη τον ωθεί να συνεχίσει να πιέζει την κεντρική τράπεζα να μειώσει τα επιτόκια.
Σαν να έχει πρόθεση να υπονομεύσει τόσο την εγχώρια όσο και τη διεθνή εμπιστοσύνη στην τουρκική οικονομία, ο Ερντογάν έχει κυριολεκτικά ξεχαρβαλώσει την κεντρική τράπεζα της χώρας του. Τα τελευταία δύο χρόνια απέλυσε τρεις διοικητές και πιο πρόσφατα προέβη σε «εκκαθαρίσεις» όλων των μελών του διοικητικού συμβουλίου που θα είχαν την πρόθεση να προκρίνουν αύξηση των επιτοκίων.
Οι εκκαθαρίσεις αυτών των μελών του ΔΣ δίνουν στον Σαχάπ Καβτσιόγλου, τον σημερινό διοικητή της κεντρικής τράπεζας και εκλεκτό του Ερντογάν, το ελεύθερο να εφαρμόσει άμεσα τις εντολές του σουλτάνου, μειώνοντας τα επιτόκια.
Η επιβολή χαμηλού επιτοκίου και η υπονόμευση της ανεξαρτησίας της κεντρικής τράπεζας είναι ότι χειρότερο, ειδικά εν μέσω νομισματικής κρίσης. Όταν όμως η κεντρική τράπεζα έχει εξαντλήσει τα διεθνή αποθέματα, οι καταθέσεις σε δολάρια αποτελούν πλέον το 60% των συνολικών τραπεζικών καταθέσεων και ο ιδιωτικός τομέας έχει τεράστια χρέη μια πλήρης νομισματική κρίση θα μπορούσε κάλλιστα να μετατραπεί σε τραπεζική κρίση που με τη σειρά της θα μπορούσε να συνθλίψει το Τουρκικό τραπεζικό σύστημα και φυσικά τις καταθέσεις.
Αυτή η κατάσταση θα μπορούσε να δώσει τη χαριστική βολή στον Ερντογάν, που ήδη βλέπει την δημοφιλία του να πέφτει στις δημοσκοπήσεις.
Εδώ η διεθνής κοινότητα κάνει ένα τραγικό λάθος. Το ίδιο λάθος που έκανε με την ναζιστική Γερμανία και η ανθρωπότητα το πλήρωσα πολύ ακριβά.
Το γεγονός ότι το υπόλοιπο χρηματοπιστωτικό σύστημα του δυτικού κόσμου έχει πλέον περιορισμένη έκθεση στην τουρκική οικονομία κάνει την παγκόσμια κοινότητα να υποτιμά και να μην ασχολείται σοβαρά με το με τις φαινομενικά «ανεξήγητες» οικονομικές πολιτικές του Ερντογάν.
Αυτό είναι ένα λάθος διπλό. Στρατηγικό και οικονομικό. Οικονομικό διότι όσο μικρή κι αν είναι η έκθεση των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην τουρκική οικονομία, τυχόν κατάρρευση της, θα λειτουργήσει ως πυροκροτητής για άλλες αναδυόμενες αγορές, όπου το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα έχει μεγάλη έκθεση.
Το δεύτερο και πιο σημαντικό λάθος είναι ότι προσπαθούν να κατανοήσουν τις ενέργειες του Ερντογκάν με όρους οικονομικούς. Ενώ είναι ξεκάθαρο ότι ο Ερντογάν δεν παράγει, κατακτά. Παράγει ότι χρειάζεται για να τον βοηθήσει να κατακτήσει. Γι’ αυτό έχει γονατίσει την οικονομία της Τουρκίας, προκειμένου να γιγαντώσει την αμυντική βιομηχανία, ώστε να μπορεί να διεξάγει πολεμικές επιχειρήσεις σε διαφορετικά μέτωπα, έχοντας αυτάρκεια πολεμικού υλικού, ώστε να μην επηρεάζεται από τις δυτικές κυρώσεις.
Ακόμα και η εξαθλίωση του τουρκικού λαού και ενισχύει την πολεμική μηχανή του Ερντογάν, καθώς οι τάξεις του τουρκικού στρατού πυκνώνουν από εξαθλιωμένους Τούρκους που δεν έχουν κανένα μέλλον…
Την ύστατη στιγμή λοιπόν ο Ερντογάν θα καλύψει την απόλυτη κατάρρευση με μία πολεμική σύρραξη. Η οποία όμως θα πρέπει να είναι ευρεία, καθώς επιχειρήσεις τύπου Ιράκ και Συρίας δεν αρκούν. Ο επισταμένες θαυμασμός του στον Πορθητή, αλλά και οι ξεκάθαρες απειλές προς τον Ελληνισμό, δείχνουν ποιος θα είναι ο στόχος.
Διότι ο Ερντογάν είναι βάρβαρος. Και η διαφορά ενός βάρβαρου πολιτικού από τους δυτικούς ομολόγους του, είναι ότι ο βάρβαρος δεν κρύβει τις προθέσεις του.
Οι βάρβαροι λοιπόν δεν ανακόπτονται με «χαρτοπόλεμο», αλλά με ατσάλι. Ο Ελληνισμός οφείλει να είναι έτοιμος, αλλά και να φέρει κυρίως την ΕΕ, ενώπιον των ευθυνών της. Οι πύλες της Βιέννης δεν φυλάσσονται από τον Ατλαντικό…