Περίπου μισό αιώνα μετά την εισβολή στην Κύπρο (στρατιωτική ήττα του Ελληνισμού), 25 χρόνια μετά την κρίση (φιάσκο) των Ιμίων, περίπου μία δεκαετία από την υιοθέτηση της αντίληψης της «σημειακής κρίσης» και ενώ πλέον οι τουρκικές διεκδικήσεις δεν αφορούν μόνο κυριαρχία και δικαιώματα σε αέρα και θάλασσα, βραχονησίδες και ακατοίκητες μικρονήσους, αλλά συμπεριλαμβάνουν, με το νομικά αβάσιμο επιχείρημα της αποστρατικοποίησης και μείζονες κατοικημένες νήσους, το ελληνικό πολιτικό και στρατιωτικό οικοδόμημα θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει τους στόχους της πολιτικής εθνικής άμυνας και την εθνική στρατιωτική στρατηγική, δηλαδή τον τρόπο ανάπτυξης και χρήσης της στρατιωτικής ισχύος της χώρας.
- Από τον Περικλή Ζορζοβίλη
Ο στρατηγός Φλώρος
Η δημόσια απόρριψη, τον Ιούνιο του 2020, από τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ στρατηγό Κωνσταντίνο Φλώρο της αντίληψης της «σημειακής κρίσης», που κατά βάση αντιμετώπιζε τυχόν τουρκική ενέργεια ως μεμονωμένο περιστατικό σε τοπικό (περιορισμένο) επίπεδο με σκοπό να αποφύγει την κλιμάκωση και κατά συνέπεια τη γενικευμένη σύρραξη, αποτέλεσε σημαντική εξέλιξη, αλλά είναι απλώς η αφετηρία της πορείας που πρέπει να ακολουθήσουμε.
Τα γεγονότα της τελευταίας διετίας αποτελούν σαφή και αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι η Τουρκία έχει πλέον δεσμευτεί στην επίτευξη του μέγιστου των αναθεωρητικών στόχων της και ότι έχει υποκαταστήσει τη συμμόρφωση με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου με την απροκάλυπτη απειλή χρήσης ή και εφαρμογής της στρατιωτικής ισχύος.
Επίσης, θα πρέπει να έχουμε κατανοήσει ότι μεταξύ των παραγόντων που διαμόρφωσαν αυτή τη νέα πραγματικότητα, περιλαμβάνονται η κατά την προηγούμενη δεκαετία οικονομική κατάρρευση της χώρας μας με τις ολέθριες συνέπειες επί της ελληνικής στρατιωτικής ισχύος και η οικειοθελής «οπισθοχώρηση» των ΗΠΑ από την ευρύτερη περιοχή της Ευρώπης – Μέσης Ανατολής, που πλέον έχει επισημοποιηθεί μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας AUKUS.
Θετικά βήματα
Η κατά την τελευταία διετία επιταχυνόμενη υλοποίηση μειζόνων (μαχητικά Rafale, φρεγάτες FDI HN) αλλά και μικρότερων εξοπλιστικών προγραμμάτων καθώς και οι πρόσφατα υπογραφείσες συμφωνίες για την εγκαθίδρυση στρατηγικής εταιρικής σχέσης για τη συνεργασία στην άμυνα και την ασφάλεια με τη Γαλλία και ανανέωσης της αμοιβαίας αμυντικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, παρά τα όποια κενά ή ατέλειες που υπάρχουν, ενισχύουν τη στρατιωτική ισχύ και την αποτρεπτική ικανότητα της χώρας.
Όμως, θα πρέπει να ενσωματωθούν σε ένα νέο όραμα, τη μελλοντική ανάπτυξη των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, ώστε να αποκτήσουν όλες εκείνες τις επιχειρησιακές δυνατότητες και μέσα προκειμένου, όταν απαιτηθεί, να μπορούν να εξαπολύσουν ένα ελληνικό blitzkrieg, μια σύγχρονη εκδοχή «κεραυνοβόλου πολέμου», που με τη διεξαγωγή υψηλού ρυθμού, έντασης και πυκνότητας επιχειρήσεων θα καταστρέψει τη θέληση και την ικανότητα του αντιπάλου για αγώνα και θα επιτύχει τη νίκη.
Ο υψηλός ρυθμός διεξαγωγής διακλαδικών επιχειρήσεων προϋποθέτει την επιτάχυνση των επαναλαμβανόμενων κύκλων «Παρατήρησης – Προσανατολισμού – Απόφασης – Ενέργειας» (OODA: observe- orient – decide – act) που απαιτούνται για τη λήψη απόφασης, σύμφωνα με τη σύλληψη του σμηνάρχου John Boyd. Με απλά λόγια, να καταφέρουμε να λαμβάνουμε αποφάσεις ταχύτερα από τον αντίπαλο.
Επιπρόσθετα προϋποθέτει τη δημιουργία μιας δικτυοκεντρικής διακλαδικής δύναμης, όπου στρατηγεία, μονάδες, αισθητήρες, μέσα εκπομπής πυρός (από επανδρωμένες ή μη πλατφόρμες, όπως π.χ. μαχητικά αεροσκάφη, πλοία επιφανείας, άρματα μάχης κ.λπ. μέχρι τον μεμονωμένο μαχητή) αποτελούν κόμβους ενός ιστού που επιτρέπει την άσκηση διοίκησης και ελέγχου, την αποκεντρωμένη (κατανεμημένη) διεξαγωγή επιχειρήσεων, την απόκτηση υψηλής ποιότητας και αληθούς χρόνου τακτικής επίγνωσης, τον εντοπισμό, την αναγνώριση (ταυτοποίηση) και την προσβολή των στόχων σε όλο το βάθος του χώρου μάχης.
Πλέον η με υψηλή ακρίβεια προσβολή στόχων σε όλο το στρατηγικό βάθος του αντιπάλου είναι τεχνολογικά εφικτή και σε ικανοποιητικό βαθμό διαθέσιμη και αυτό έχει ως αποτέλεσμα μονάδες / πλατφόρμες που διεξάγουν επιχειρήσεις σε τακτικό επίπεδο, εφόσον είναι εξοπλισμένες με τα κατάλληλα μέσα (όπλα), να μπορούν να επιφέρουν συνέπειες σε επιχειρησιακό και στρατηγικό επίπεδο.
Στη βάση αυτής της διαπίστωσης, η βαρύτητα πλέον μετατοπίζεται στο επίπεδο μονάδας – πλατφόρμας και απαιτείται ιδιαίτερη ανάλυση για τη λήψη αποφάσεων που αφορούν την οργάνωση – εξοπλισμό μίας μονάδας ή τη διαμόρφωση μίας πλατφόρμας.
Για παράδειγμα, στην περίπτωση των υπό προμήθεια τριών φρεγατών FDI HN, ο εξοπλισμός τους με βλήματα Missile de Croisière Naval – MdCN (SCALP Naval), βεληνεκούς άνω των 1.000 χλμ., μπορεί να μειώνει τον αριθμό των μεταφερόμενων βλημάτων επιφανείας – αέρος Aster 30, καθώς καταλαμβάνουν θέσεις στα κάθετα συστήματα εκτόξευσης του πλοίου, όμως παρέχει τη δυνατότητα σε έναν ακόμη κόμβο του ιστού να επιφέρει επιπτώσεις σε επιχειρησιακό και στρατηγικό επίπεδο.
Ή ο πιεστικά επιβεβλημένος εκσυγχρονισμός των συστημάτων πολλαπλών εκτοξευτών MLRS, που αναβάλλεται επί χρόνια λόγω έλλειψης οικονομικών πόρων, και η στο πλαίσιο αυτού ενσωμάτωση νέων κατευθυνόμενων βλημάτων εδάφους – εδάφους με βεληνεκή της τάξης των 500 χλμ., ή ακόμα και στο τακτικό επίπεδο ο εξοπλισμός του μαχητή με ατομικά περιφερόμενα πυρομαχικά.
Ταυτόχρονα η υιοθέτηση μιας αρχιτεκτονικής «ιστού» απαιτεί τη ριζική αναδιαμόρφωση της παραδοσιακής δομής διοίκησης και καθιστά δυνατή την αφαίρεση ενδιάμεσων επιπέδων διοίκησης ώστε να επιταχυνθούν οι επαναλαμβανόμενοι κύκλοι OODA που απαιτούνται για λήψη απόφασης.
Στην περίπτωση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων πρόκειται ίσως για την πιο «δύσκολη» αλλαγή, καθώς υπάρχουν πολλά, παλαιότερα (η μέχρι το 2013 ύπαρξη στον Ελληνικό Στρατό έξι μειζόνων σχηματισμών επιπέδου Σώματος Στρατού) και πιο πρόσφατα (η επιπέδου Σώματος Στρατού Διοίκησης Ειδικού Πολέμου του ΓΕΕΘΑ) παραδείγματα που καταγράφουν ισχυρή τάση δημιουργίας στρατηγείων που το επίπεδό τους δεν δικαιολογείται από τον αριθμό των υπαγόμενων σε αυτά μονάδων ή το μέγεθος της περιοχής ευθύνης τους.
Η υψηλή ένταση και πυκνότητα προϋποθέτει την ύπαρξη επαρκών (με βάση τη στρατιωτική αξιολόγηση της κατάστασης της απειλής), όσο το δυνατόν καλύτερα στελεχωμένων, εξοπλισμένων και εκπαιδευμένων δυνάμεων ικανών να μάχονται και να νικούν στην πολυχωρική (ξηρά, θάλασσα, αέρος, διάστημα, κυβερνοχώρος – ηλεκτρομαγνητικό φάσμα) μάχη. Προϋποθέτει επίσης και ισχυρή ικανότητα «δημιουργίας δυνάμεων», δηλαδή την ενεργοποίηση ή και συγκρότηση πρόσθετων δυνάμεων με την κινητοποίηση καλά εκπαιδευμένων και εξοπλισμένων εφεδρειών.
Αρνητικές παράμετροι του επιχειρησιακού σχεδιασμού
Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η υλοποίηση του οράματος που περιληπτικά περιγράφηκε παραπάνω είναι μια τιτάνιων διαστάσεων δυναμική διαδικασία που απαιτεί χρόνο και χρήμα και η οποία θα συνεπάγεται αλλαγές σε δόγματα, τακτικές, επιχειρησιακές διαδικασίες, οργανωτικές δομές και στην εκπαίδευση.
Ευτυχώς για μας είναι πλέον διαθέσιμη η τεχνολογία που επιτρέπει την υλοποίηση αυτού του οράματος και τη θεραπεία δύο εγγενών αρνητικών παραμέτρων του ελληνικού επιχειρησιακού σχεδιασμού: την εκ των πραγμάτων παραχώρηση της πρωτοβουλίας στον αντίπαλο και τη δεδομένη ποσοτική υστέρησή μας σε οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους.
Αυτά που απαιτούνται είναι η θέσπιση του τελικού αντικειμενικού σκοπού, η χωρίς αγκυλώσεις, δογματισμούς και «καθεστηκυίες νοοτροπίες» άμεση έναρξη της προσπάθειας επίτευξής του στο πλαίσιο που καθορίζει η διαθεσιμότητα οικονομικών και ανθρώπινων πόρων και η κινητοποίηση και εμπλοκή του εγχώριου επιστημονικού – τεχνολογικού και βιομηχανικού δυναμικού ώστε να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή ανακύκλωση του κόστους στην εθνική οικονομία.