Την αίτηση ακύρωσης της ΚΥΑ για υποχρεωτικά self test σε μαθητές και μαθήτριες και rapid, ή μοριακό test σε εκπαιδευτικούς (ΕΕΠ και ΕΒΠ) και διοικητικό προσωπικό, όλων των σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, απέρριψε με δύο αποφάσεις του το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για αιτήσεις 62 καθηγητών και γονέων μαθητών, οι οποίοι ζητούσαν να ακυρωθεί η από 17.5.2021 κοινή υπουργική απόφαση (ΚΥΑ).
Το Δ’ Τμήμα του ΣτΕ με τις υπ΄ αριθμ. 1758 και 1759/2021 αποφάσεις τους (πρόεδρος η αντιπρόεδρος Μαρία Καραμανώφ και εισηγήτρια η πάρεδρος Δήμητρα Μαυροπόδη) απέρριψε ως αβάσιμους όλους λόγους που προέβαλαν οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς, κρίνοντας ότι τα επίμαχα υγειονομικά μέτρα που ελήφθησαν και εισήχθησαν με την προσβαλλόμενη ΚΥΑ αποβλέπουν «στην αντιμετώπιση επιτακτικών λόγων δημοσίας υγείας, κατ΄ εκτίμηση των επιδημιολογικών και υγειονομικών δεδομένων, αλλά και των συμφερόντων των παιδιών, κατόπιν των εισηγήσεων επιτροπών από ειδικούς, κατά την επιστημονική κρίση των οποίων ο υποχρεωτικός διαγνωστικός έλεγχος αποτελεί προληπτικό μέτρο, πρόσφορο και αναγκαίο, σε συνδυασμό με τα ήδη υφιστάμενα μέτρα δημόσιας υγείας για τη δημιουργία μέγιστων όρων ασφαλείας κατά τη δια ζώσης επαναλειτουργία των εκπαιδευτικών μονάδων σε συνθήκες πανδημίας».
Στις δικαστικές αποφάσεις αναφέρεται ότι ο νομοθέτης έλαβε υγειονομικά μέτρα πρόληψης περιορισμού της διάδοσης της πανδημίας, τα οποία «εντάσσονται στην δημόσια πολιτική υγείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας και ενισχύουν την υφιστάμενη διαγνωστική στρατηγική, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η σταδιακή άρση των σοβαρότατων περιορισμών που ίσχυσαν κατά τη διάρκεια του τρίτου κύματος της πανδημίας και για την αποκατάσταση της κοινωνικοοικονομικής ζωής της χώρας υπό συνθήκες ασφαλείας και μείζονος επιδημιολογικής επαγρύπνησης, εν όψει των εξάρσεων της νόσου, των συνεχών μεταλλάξεων του ιού και του περιορισμένου ποσοστού εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού».