Περίπου τρεις μήνες μετά τις καταστρεπτικές πυρκαγιές του καλοκαιριού και την παραίτηση του διευθυντή Αεροπορίας Στρατού του Γενικού Επιτελείου Στρατού (ΓΕΣ/ΔΑΣ), στον οποίο είχε «χρεωθεί» η χαμηλή διαθεσιμότητα των βαρέων μεταφορικών ελικοπτέρων CH-47D Chinook της Αεροπορίας Στρατού και η οποία διαψεύστηκε ταυτόχρονα από Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και ΓΕΣ, η συντήρηση των ελικοπτέρων του τύπου επανέρχεται στην επικαιρότητα.
Η διαθεσιμότητα των Chinook αποτελεί έναν από τους… πάγιους πονοκεφάλους του Ανώτατου Στρατιωτικού Συμβουλίου (ΑΣΣ), που αποτελεί το ανώτατο συλλογικό όργανο του Ελληνικού Στρατού. Η επί δεκαετία ασφυξία που επήλθε από τις αλλεπάλληλες μειώσεις του λειτουργικού προϋπολογισμού (στον οποίο συμπεριλαμβάνεται και η συντήρηση – επισκευή), σε συνδυασμό με μια δομική στρέβλωση (ελλιπής δυνατότητα οργανικής συντήρησης), επηρέασε αρνητικά τη διαθεσιμότητά τους. Η παραλαβή τη διετία 2016-2017 10 μεταχειρισμένων ελικοπτέρων CH-47D από τα αποθέματα του στρατού των ΗΠΑ ανακούφισε την κατάσταση, καθώς αυτά παραδόθηκαν με «μηδενισμένες» ώρες πτήσης. Όμως με την πάροδο των ετών οι ώρες πτήσεις εξαντλήθηκαν και παρά τις προσπάθειες της ΓΕΣ/ΔΑΣ για τη βέλτιστη δυνατή διαχείριση του στόλου, τα ελικόπτερα το ένα μετά το άλλο συμπλήρωναν 200 ώρες πτήσης και απαιτούνταν η συντήρησή τους.
Προκειμένου, λοιπόν, να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα σε μακροπρόθεσμη βάση, και αφού εξετάστηκαν διάφορες εναλλακτικές επιλογές, αποφασίστηκε η σύναψη διακρατικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ για τη συντήρηση των ελικοπτέρων και την επίτευξη υψηλής διαθεσιμότητας. Η σύμβαση θα έχει διάρκεια πέντε ετών, με έναρξη από το 2022 και το συνολικό κόστος ανέρχεται σε περίπου 100.000.000 ευρώ.
Στο πλαίσιο αυτό πρόσφατα, σύμφωνα με πληροφορίες, απεστάλη στις αρμόδιες αμερικανικές Αρχές επιστολή αιτήματος (LOR: Letter of Request) για την κατάρτιση και αποστολή επιστολής προσφοράς και αποδοχής (LOA: Letter of Offer and Acceptance) για την προμήθεια εν συνεχεία υποστήριξης (FOS: Follow-On Support) των ελικοπτέρων, το πρώτο βήμα της τυποποιημένης διαδικασίας που ακολουθείται στην περίπτωση διακρατικής σύμβασης με τις ΗΠΑ (FMS).
Της αποστολής της LOR είχε προηγηθεί η εισαγωγή του συγκεκριμένου εξοπλιστικού προγράμματος στην ειδική διαρκή επιτροπή εξοπλιστικών προγραμμάτων και συμβάσεων της Βουλής των Ελλήνων, η οποία ενέκρινε την υλοποίησή του στις 22 Ιουλίου 2021.
Όμως, σύμφωνα πάντα με τις ίδιες πληροφορίες, η LOR σε σχέση με το κείμενο που εγκρίθηκε από την κοινοβουλευτική επιτροπή περιλαμβάνει αλλαγές, οι οποίες προσδίδουν… φωτογραφικό χαρακτήρα.
Συγκεκριμένα, στη LOR αναφέρεται ότι ο εγχώριος φορέας που θα επιλεγεί από τον κατασκευαστή των ελικοπτέρων (πρόκειται για την αμερικανική εταιρία Boeing) για τη συντήρηση των ελικοπτέρων, μεταξύ άλλων, θα πρέπει «να διαθέτει δυνατότητα να εφαρμόζει τάχιστα αλλαγές στην πολιτική συντήρησης και τη διαχείριση του έργου και να διενεργεί αμέσως και χωρίς χρονικούς ή οικονομικούς περιορισμούς προσλήψεις τεχνικού και διοικητικού προσωπικού».
Πρόκειται για πρωτότυπη και ασυνήθιστη απαίτηση, που δεν περιλαμβάνεται στα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία κριτήρια καταλληλότητας άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας και τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας. Σε πρώτη ανάγνωση μπορεί να φαντάζει ως προσπάθεια περαιτέρω διασφάλισης επάρκειας του φορέα που θα αναλάβει το έργο, αλλά ιδιαίτερα η αναφορά «να διενεργεί αμέσως και χωρίς χρονικούς ή οικονομικούς περιορισμούς προσλήψεις τεχνικού και διοικητικού προσωπικού» αποκλείει εξ ορισμού την επιλογή της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας (ΕΑΒ). Καθώς πρόκειται για εταιρία που βρίσκεται υπό κρατικό έλεγχο, οι προσλήψεις τεχνικού και διοικητικού προσωπικού αποκλείεται να είναι «τάχιστες», αφού εφαρμόζεται η ισχύουσα νομοθεσία.
Άλλο… αξιοπερίεργο της LOR, σε σχέση με το κείμενο που εγκρίθηκε από την αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, αφορά τη… μυστηριώδη εξαφάνιση ενός σημείου, εξαιρετικά σημαντικού, για τη διασφάλιση της επιτυχούς ολοκλήρωσης του έργου.
Ενώ στο κείμενο που εγκρίθηκε αναφέρεται ότι το έργο της συντήρησης θα ανατεθεί στην κατασκευάστρια εταιρία των ελικοπτέρων ή «σε εγκεκριμένο από τον κατασκευαστή επισκευαστικό οίκο», στη LOR η πρόταση αντικαταστάθηκε από σειρά γενικών κριτηρίων, όπως «η αποδεδειγμένη εκτενής εμπειρία σε επιθεωρήσεις και εργασίες συντήρησης πολιτικών και στρατιωτικών ελικοπτέρων 10 τόνων και άνω και η αποδεδειγμένη εκτενής εμπειρία σε υλοποίηση έργου στο πλαίσιο κρατικών και διακρατικών (FMS – NSPA κ.ά.) συμβάσεων».
Είναι αυτονόητο ότι τα προαναφερθέντα εγείρουν σειρά σημαντικών ερωτημάτων:
- Είναι δυνατόν να μεταβάλλονται τα εγκεκριμένα από την αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή και μάλιστα με τέτοιο τρόπο, που να παράγουν ουσιώδη και «φωτογραφικά» αποτελέσματα (τον αυτόματο αποκλεισμό της ΕΑΒ); Δεν συνιστά αυτό διακωμώδηση της διαδικασίας και προσβολή του κύρους της κοινοβουλευτικής επιτροπής και των μελών της;
- Ποιος είναι ο λόγος να γίνεται ενημέρωση της επιτροπής και να παρέχεται η έγκρισή της εάν στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της υλοποίησης του προγράμματος, επέρχονται τέτοιου είδους μεταβολές, οι οποίες κάθε άλλο παρά ερμηνευτικές ή εξειδικεύσεις μπορούν να χαρακτηριστούν;
- Ποιος έλαβε τη σχετική απόφαση και με ποιο σκεπτικό; Γιατί αυτό έγινε μετά την έγκριση της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής και δεν είχε περιληφθεί στο κείμενο που είχε υποβληθεί στην επιτροπή;
- Οι εκ των υστέρων συγκεκριμένες μεταβολές είναι σε γνώση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εθνικής Άμυνας και τυγχάνουν της έγκρισής της; Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης, τότε εγείρονται ερωτήματα για την ύπαρξη «αόρατων δυνάμεων» που ενδεχομένως υπονομεύουν τον πολιτικό έλεγχο του υπουργείου. Δεν απαιτείται διερεύνηση για την επιβεβαίωση ή διάψευση των πληροφοριών;
- Γιατί αποκλείεται εξ ορισμού η ΕΑΒ και μάλιστα με συνοπτικές διαδικασίες; Όπως είναι γνωστό, η ΕΑΒ ήδη αντιμετωπίζει το παράδοξο να έχει σημαντικό βιομηχανικό έργο και έλλειψη παραγωγικού προσωπικού για την υλοποίηση του. Μήπως, αντί να αποκλείεται προκαταβολικά από έργο διάρκειας πέντε ετών και προϋπολογισμού 100.00.000 ευρώ, θα έπρεπε να συμβεί το ακριβώς αντίθετο, ώστε με περαιτέρω ενισχυμένο επιχειρηματικό σχέδιο να γίνει «ελκυστικότερη» η επένδυση σε ανθρώπινους πόρους;
- Γιατί η απαίτηση για έγκριση από τον κατασκευαστή απαλείφθηκε και αντικαταστάθηκε από γενικής φύσης κριτήρια, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν έχουν την ίδια βαρύτητα; Η κοινή λογική υποδεικνύει ότι μία εταιρία (επισκευαστικός οίκος) που έχει διασφαλίσει την έγκριση του κατασκευαστή του υλικού προφανώς ικανοποιεί τα κριτήρια που αυτός έχει θεσπίσει ώστε να αποδώσει την έγκρισή του και πιθανά έχει αναλάβει και υλοποιήσει επιτυχώς παρόμοιο έργο, και μάλιστα στρατιωτικών ελικοπτέρων. Εξάλλου σε όλα σχεδόν τα προϊόντα που χρησιμοποιούμε όλοι μας καθημερινά οι επισκευαστές – συντηρητές δεν επιδεικνύουν την έγκριση του κατασκευαστή ως στοιχείο περαιτέρω διασφάλισης του πελάτη;
Η περίεργη απάληψη της απαίτησης για την έγκριση του κατασκευαστή των ελικοπτέρων
Αντιθέτως, στην περίπτωση των ελικοπτέρων Chinook, αντί να υποχρεωθούν οι τυχόν ενδιαφερόμενοι εγχώριοι φορείς συντήρησης – επισκευής να λάβουν την έγκριση του κατασκευαστή, ώστε να είναι επιλέξιμοι στην περίπτωση που επιθυμούν να αναλάβουν το έργο, απαλείφεται το μοναδικό κριτήριο που εκ των πραγμάτων διασφαλίζει την επιτυχή υλοποίησή του.
Μήπως η απάλειψη της απαίτησης αυτής επιδιώκει τον περιορισμό του ανταγωνισμού και επιπλέον δείχνει «συγκεκριμένη» ιδιωτική εταιρία που θέλει να αναλάβει αυτή το έργο;
Δυστυχώς, αποδεικνύεται ακόμη μια φορά ότι, ενώ η παρούσα κυβέρνηση ανέλαβε πρωτοβουλίες για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων και τη θεραπεία των συνεπειών των μνημονίων, σε πρακτικό επίπεδο οι διαδικασίες πάσχουν σοβαρά.