Μια ακόμα επίδειξη «θωράκισης» του Εθνικού Συστήματος Υγείας από την Κυβέρνηση, αποτελεί το κλείσιμο του τμήματος νοσηλείας της Ψυχιατρικής κλινικής Ενηλίκων του Νοσοκομείου Παπανικολάου στη Θεσσαλονίκη, λόγω μετακίνησης του προσωπικού του σε δομές Covid.
Για το γεγονός αυτό διαμαρτυρήθηκαν έντονα η διευθύντρια και το προσωπικό της κλινικής με επιστολή της προς τη Διοίκηση του Νοσοκομείου, τον Διευθυντή Ιατρικής Υπηρεσίας το Σωματείο Εργαζομένων, το Υφυπουργείο ψυχικής υγείας και την 3η ΥΠΕ.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η επιστολή, «πέρυσι την ίδια περίοδο ανεστάλησαν πολλές από τις δραστηριότητες της κλινικής για τον ίδιο ακριβώς λόγο … Θα περιμέναμε λοιπόν από την εμπειρία που αποκομίσαμε όλοι από τα τελευταία δύο χρόνια να είχαν γίνει κινήσεις που δεν θα μας οδηγούσαν στην ίδια ακριβώς δυσλειτουργική κατάσταση».
Φεύ όμως…
«Μετά την θέσπιση δε υφυπουργείου ψυχικής υγείας ελπίζαμε ότι ο συγκεκριμένος τομέας θα αντιμετωπιζόταν με μεγαλύτερη ευαισθησία, ειδικά μετά από τα προαναφερθέντα ψυχιατρικά συμβάντα που υποδηλώνουν την αναγκαιότητα της αναβάθμισης του τομέα της ψυχικής υγείας, αντί για την πλήρη υποβάθμιση και απαξίωσή της. Παρ’ όλες τις αντιρρήσεις μας και τα προβλήματα που θα φέρει σε προσωπικό αλλά κυρίως στους ασθενείς μας, θα συμμορφωθούμε με τις εντολές και τις αποφάσεις της διοίκησης με το όποιο κόστος».
Αναλυτικά η επιστολή διαμαρτυρίας:
«Μερική διακοπή λειτουργίας της Ψυχιατρικής κλινικής Ενηλίκων του Γ.Ν.Θ. «Γ. Παπανικολάου» (διακοπή νοσηλείας) λόγω μετακίνησης του Νοσηλευτικού προσωπικού.
Ενημερωθήκαμε από την διοίκηση του νοσοκομείου μας, ότι λόγω μετακίνησης του νοσηλευτικού προσωπικού της κλινικής σε δομές Covid (κλινικές Covid, ΜΕΘ) αναστέλλεται προσωρινά το τμήμα νοσηλείας της κλινικής μας μέχρι νεωτέρας.
Θα θέλαμε να σας επισημάνουμε ότι πέρυσι την ίδια περίοδο ανεστάλησαν πολλές από τις δραστηριότητες της κλινικής για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Αυτό είχε σαν συνέπεια την διακοπή της ψυχοθεραπευτικής σχέσης ψυχοθεραπευόμενου- ψυχοθεραπευτή (ακρογωνιαίος λίθος στην ψυχιατρική για την συμμόρφωση του ασθενή) με τα χειρότερα αποτελέσματα στην πορεία και υγεία των ασθενών μας, πράγμα που έγινε πολύ εμφανές μετά την επανέναρξη της λειτουργίας της κλινικής, τέσσερις μήνες αργότερα. Αναλυτικότερα παρατηρήσαμε περισσότερες υποτροπές λόγω της μειωμένης συμμόρφωσης, περισσότερες και πιο μακροχρόνιες νοσηλείες, αύξηση χρήσης αλκοόλ και ουσιών, αύξηση ενδοοικογενειακής βίας προς συζύγους και τέκνα, αύξηση αυτοκτονικότητας και αύξηση ετεροεπιθετικότητας και ανθρωποκτονιών.
Η κατάσταση αυτή ήταν αναμενόμενη γιατί η σχέση ψυχιάτρου – ασθενή είναι μια διαδικασία που παίρνει χρόνο και χρήζει προσπάθειας και από τις δύο πλευρές. Από την προηγούμενη (περσινή) εμπειρία μας και την εικόνα σε όλη την Ελλάδα, φάνηκε ότι η ψυχιατρική αποτελεί πλέον μια ειδικότητα πρώτης γραμμής και παρόμοιες καταστάσεις απαξιώνουν την εργασία και την προσπάθεια προσωπικού και ασθενών. Θα περιμέναμε λοιπόν από την εμπειρία που αποκομίσαμε όλοι από τα τελευταία δύο χρόνια να είχαν γίνει κινήσεις που δεν θα μας οδηγούσαν στην ίδια ακριβώς δυσλειτουργική κατάσταση.
Μετά την θέσπιση δε υφυπουργείου ψυχικής υγείας ελπίζαμε ότι ο συγκεκριμένος τομέας θα αντιμετωπιζόταν με μεγαλύτερη ευαισθησία, ειδικά μετά από τα προαναφερθέντα ψυχιατρικά συμβάντα που υποδηλώνουν την αναγκαιότητα της αναβάθμισης του τομέα της ψυχικής υγείας, αντί για την πλήρη υποβάθμιση και απαξίωσή της
Παρ’ όλες τις αντιρρήσεις μας και τα προβλήματα που θα φέρει σε προσωπικό αλλά κυρίως στους ασθενείς μας, θα συμμορφωθούμε με τις εντολές και τις αποφάσεις της διοίκησης με το όποιο κόστος.
Τέλος η διακοπή λειτουργίας του νοσηλευτικού έργου της κλινικής θα επιβαρύνει και το ΨΝΘ το οποίο θα αναλάβει περιστατικά που για τα περισσότερα δεν έχει καμία γνώση, ούτε και υπάρχει εγκατεστημένη θεραπευτική σχέση με τους περισσότερους ασθενείς».