Αποκαλύψαμε νωρίτερα την πρωτοφανή ενέργεια του Έλληνα δικαστή Ιωάννη Κτιστάκη, μέλος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και επιλογή του Μαξίμου, ο οποίος ζητεί να αναγνωριστούν ως «τουρκικοί», σύλλογοι στη Θράκη!
Ως απάντηση, παραθέτουμε την θέση που έχει διατυπώσει από το 2020 ο τ. ΠτΔ Προκόπης Παυλόπουλος σε άρθρο του για το πώς και γιατί είναι αδιανόητο, από πλευράς ελληνικού και διεθνούς δικαίου, να αναγνωριστούν δήθεν «τουρκικοί σύλλογοι» στην Ελληνική Θράκη. Μια θέση που αποστομώνει τον κ. Κτιστάκη και δικαιώνει πλήρως την πρόσφατη νομολογία του Αρείου Πάγου.
« Το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι.
Β. Το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι.
Η Ελλάδα ενεργεί, πάντοτε, σύμφωνα με το ισχύον Σύνταγμα και το Διεθνές Δίκαιο και ως προςτο ζήτημα της άσκησης του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι όσων μελών της ΜουσουλμανικήςΜειονότητας διεκδικούν την ίδρυση σωματείων, στην βάση της λεγόμενης «συλλογικήςτουρκικής εθνοτικής ταυτότητας».
1. Συγκεκριμένα δε, τα αρμόδια όργανα της Ελληνικής Πολιτείας αποφασίζουν με βασικόγνώμονα την Συνθήκη της Λωζάνης, πρωτίστως με βάση την προαναφερθείσα πρόβλεψήτης ότι ειδικώς η Μουσουλμανική Μειονότητα της Ελληνικής Θράκης είναι αμιγώςΘρησκευτική Μειονότητα. Επιπλέον, τα όργανα της Ελληνικής Πολιτείας λαμβάνουνυπόψη -ως άλλωστε οφείλουν- εν προκειμένω και όλες τις συνταγματικώςκατοχυρωμένες ρυθμίσεις, ως προς τους όρους και τις προϋποθέσεις της εν γένειάσκησης του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι, γεγονός το οποίο δεν φαίνεται νακατανοούν ορισμένα μέλη της Μουσουλμανικής Μειονότητας. Δοθέντος ότισυμπεριφέρονται ως εάν δεν γνωρίζουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των ΕλλήνωνΠολιτών εν γένει, όταν έχουν γίνει δεκτές προσφυγές τους ενώπιον του ΕυρωπαϊκούΔικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου με αντικείμενο την άσκηση ουσιαστικώνδικαιωμάτων, όπως είναι και το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι.
2. Την ακρίβεια της κατά τ’ ανωτέρω διαπίστωσης καταδεικνύουν, μεταξύ άλλων, και οιδιατάξεις του ν. 4491/2017, καθ’ ό μέτρο τροποποίησαν και τις διατάξεις της παρ. 1 τουάρθρου 758 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Ειδικότερα:
α) Κατά τις διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 4491/2017: «Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου758 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθενται εδάφια ως εξής: “Η αίτηση ανάκλησης ήμεταρρύθμισης του πρώτου εδαφίου επιτρέπεται, επίσης, μετά την έκδοση οριστικής απόφασης τουΕυρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με την οποία κρίνεται ότι η δικαστικήαπόφαση που δέχθηκε ή απέρριψε την αρχική αίτηση εκδόθηκε κατά παράβαση δικαιώματος πουαφορά στον δίκαιο χαρακτήρα της διαδικασίας που τηρήθηκε ή διάταξης ουσιαστικού δικαίου τηςΕυρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με την επιφύλαξη των όρων και περιορισμώνπου προβλέπονται στις επιμέρους διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων τουΑνθρώπου περί προστασίας της εθνικής ασφάλειας, της δημόσιας τάξης, της πρόληψης τουεγκλήματος, της προστασίας της υγείας ή ηθικής και της προστασίας των δικαιωμάτων καιελευθεριών των τρίτων. Στην περίπτωση αυτή η αίτηση ασκείται μέσα σε προθεσμία ενενήντα (90) ημερών, η οποία αρχίζει από την ημερομηνία που καθίσταται οριστική η απόφαση τουΕυρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.”»
β) Και κατά την μεταβατική διάταξη του άρθρου 30 του ως άνω ν. 4491/2017: «Η διάταξη τουπροηγούμενου άρθρου καταλαμβάνει και τις υποθέσεις, για τις οποίες έχει εκδοθεί οριστικήαπόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου πριν από τη δημοσίευση τουπαρόντος, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά και σύμφωνα με τους περιορισμούς της διάταξης τηςπαραγράφου 2 του άρθρου 11 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τιςλοιπές διατάξεις της Σύμβασης αυτής, καθώς και τις διεθνείς συνθήκες. Στην περίπτωση αυτή ηπροθεσμία άσκησης της αίτησης ανάκλησης ή μεταρρύθμισης είναι ένα (1) έτος από τη δημοσίευσητου παρόντος.»
• Οι κατά τ’ ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 29 και 30 του ν. 4491/2017 ικανοποιούν πλήρωςκαι τις απαιτήσεις εκτέλεσης, στο ακέραιο, των αποφάσεων του ΕυρωπαϊκούΔικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, οι οποίες εκδόθηκαν μετά τις προσφυγέςτου «Συλλόγου Μειονότητας Ν. Έβρου», του «Πολιτιστικού Συλλόγου ΤούρκωνΓυναικών Νομού Ροδόπης» και της «Τουρκικής Ένωσης Ξάνθης», που αφορούσαναπορρίψεις των αρμόδιων Ελληνικών αρχών αναφορικά με την σύσταση αντίστοιχωνσωματειακών ενώσεων. Πρόκειται για τις αποφάσεις, κατά σειρά, ΕΔΔΑ, Bekir-Ousta κ. Ελλάδας, 11.10.2007, ΕΔΔΑ, Emin κ.ά. κ. Ελλάδας, 27.3.2008 και ΕΔΔΑ, TourkikiEnosi Xanthis κ.ά. κ. Ελλάδας, 27.3.2008. Υπό τα δεδομένα των διατάξεων των άρθρων29 και 30 του ν. 4491/2017, οι προμνημονευόμενες ενώσεις αποκτούν, μετά την έκδοσητων προαναφερόμενων αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων τουΑνθρώπου, το δικαίωμα κατάθεσης αίτησης ανάκλησης ή μεταρρύθμισης τωνπροηγούμενων εις βάρος τους δικαστικών αποφάσεων, υπό τους όρους και τιςπροϋποθέσεις των διατάξεων της νέας παρ. 1 του άρθρου 758 του ν. 4491/2017. Είναιφανερό, πάντα υπό το φως των προαναφερόμενων διατάξεων των άρθρων 29 και 30 τουν. 4491/2017, ότι το εν προκειμένω αρμόδιο δικαστήριο θα κρίνει τις αιτήσεις αυτές μεβάση τις ακόλουθες νομοθετικές προβλέψεις:
α) Κατά πρώτο λόγο το δικαστήριο θα λάβει υπόψη του ότι οι κάθε είδους αρμόδιες Ελληνικέςαρχές, κατά την εξέταση των αιτήσεων και για την σύσταση τέτοιων ενώσεων, νομιμοποιούνταιαλλά και υποχρεούνται να ελέγξουν, φυσικά με ειδικώς αιτιολογημένη κρίση, αν και κατά πόσονοι αιτήσεις αυτές είναι σύμφωνες με τις διατάξεις του εδ. α΄ της παρ. 2 του άρθρου 11 τηςΕυρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κατά τις οποίες: «Η άσκησις τωνδικαιωμάτων τούτων δεν επιτρέπεται να υπαχθή εις ετέρους περιορισμούς πέραν των υπό τουνόμου προβλεπομένων και αποτελούντων αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία, δια τηνεθνικήν ασφάλεια, την δημοσίαν ασφάλειαν, την προάσπισιν της τάξεως και πρόληψιν τουεγκλήματος, την προστασίαν της υγείας και της ηθικής, ή την προστασίαν των δικαιωμάτων καιελευθεριών των τρίτων».
β) Και κατά δεύτερο λόγο το δικαστήριο υποχρεούται, κατά τις διατάξεις του άρθρου 30 του ν. 4491/2017, να κρίνει τις σχετικές αιτήσεις και υπό το φως των δεσμεύσεων, οι οποίεςπροκύπτουν από άλλες «Διεθνείς Συνθήκες», όπως είναι για την Ελληνική Θράκη κατ’ εξοχήν ηΣυνθήκη της Λωζάνης.
β1) Οπωσδήποτε δε βαρύνουσα σημασία κατά την διαμόρφωση της ως άνω δικαστικής κρίσηςέχουν οι προβλέψεις της Συνθήκης της Λωζάνης, κατά τις οποίες -όπως ήδη διευκρινίσθηκε- ηΜουσουλμανική Μειονότητα της Ελληνικής Θράκης είναι αμιγώς «θρησκευτική» και κατ’ουδένα τρόπο «εθνική». Τούτο σημαίνει, μεταξύ άλλων, και ότι το δικαστήριο δεν έχειδικαιοδοσία να εγκρίνει την σύσταση σωματείων, τα οποία αποβλέπουν, αμέσως ή και εμμέσως, στην αναγνώριση δήθεν «τουρκικής μειονότητας» οιασδήποτε μορφής, στην Ελληνική Θράκη, αφού κάτι τέτοιο έρχεται σ’ ευθεία αντίθεση με τις διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάνης.
β2) Επιπροσθέτως, η κατά τ’ ανωτέρω δικαστική οπτική, αναφορικά με τον πλήρη σεβασμό τηςΣυνθήκης της Λωζάνης ως προς τις Μειονότητες, συμβαδίζει με το γράμμα και το πνεύμα τωνπροαναφερόμενων διατάξεων του άρθρου 11 παρ. 2 εδ. α΄ της Ευρωπαϊκής Σύμβασης τωνΔικαιωμάτων του Ανθρώπου. Και τούτο, αφενός διότι η αναφορά στα «αναγκαία μέτρα ενδημοκρατική κοινωνία» περιλαμβάνει, αναμφιβόλως, τον αδιάστικτο σεβασμό του ΔιεθνούςΔικαίου εν συνόλω -επομένως και της Σύμβασης της Λωζάνης- δοθέντος ότι, e contrario, δημοκρατική κοινωνία δεν υφίσταται όπου δεν διασφαλίζεται ο πλήρης σεβασμός του ΔιεθνούςΔικαίου. Και, αφετέρου, διότι και μόνον η αναγνώριση «τουρκικής» -ήτοι «εθνικής»- μειονότητας, κατά προφανή παραβίαση της Συνθήκης της Λωζάνης, είναι ικανή να οδηγήσει σεπεριστολή της προστασίας «των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτων», οι οποίοι, με βάση τηνΣυνθήκη της Λωζάνης, επιδιώκουν να υπερασπισθούν την ιδιότητά τους ως μελών της αμιγώςθρησκευτικής Μουσουλμανικής Μειονότητας.