Στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Δωδεκανήσου αναμένεται να καθίσει εκ νέου στις 6 Δεκεμβρίου ο 27χρονος Σουηδός παίκτης reality που κατηγορείται για δύο ομαδικούς βιασμούς στην Ρόδο.
Όπως αποκαλύπτει η εφημερίδα «Ροδιακή», για την υπόθεση αυτή, ο 27χρονος τον Οκτώβριο του 2019 κρίθηκε ένοχος από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Ρόδου για το αδίκημα του βιασμού που έγινε από δύο ή περισσότερους δράστες που ενεργούσαν από κοινού, κατά συρροή και του επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 8 ετών με την έφεση να μην έχει αναστέλλουσα δύναμη. Ωστόσο κατά της απόφασης αυτής ο Σουηδός άσκησε έφεση η οποία προσδιορίστηκε να εξεταστεί από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Δωδεκανήσου στις 6 Δεκεμβρίου.
Ο αλλοδαπός ο οποίος – όπως ισχυρίζεται- είναι γνωστός στη χώρα του για τη συμμετοχή του σε παιχνίδι reality της Σουηδικής τηλεόρασης, άρχισε να απασχολεί τις διωκτικές αρχές της χώρας μας, μετά από καταγγελίες που έκαναν οι δύο Σουηδέζες ηλικίας σήμερα 22 και 21 ετών αντίστοιχα, στην αστυνομία.
Η πρώτη κατήγγειλε ότι στις 19 Ιουνίου ο φερόμενος ως δράστης, την προσέγγισε και της πρότεινε να κάνουν έρωτα στην παραλία της Ψαροπούλας. Η ίδια ισχυρίζεται ότι αντιστάθηκε, ωστόσο ο 27χρονος έφερε και άλλους φίλους του στην παρέα, με αποτέλεσμα να τη βιάσουν από κοινού. H τουρίστρια κατήγγειλε το γεγονός την επόμενη ημέρα.
Αντίστοιχα, άλλη τουρίστρια, 21 ετών σήμερα, αναγνώρισε επίσης τον 27χρονο ως τον άνθρωπο που μαζί με άλλα άτομα, τα ξημερώματα της Τρίτης 26 Ιουνίου 2018 την είχαν βιάσει στην ίδια παραλία στην περιοχή της Ψαροπούλας. Σύμφωνα με όσα έγιναν γνωστά, οι αστυνομικές αρχές έφθασαν στην εξιχνίαση της υπόθεσης στις 27 Ιουνίου 2018, μετά από έρευνα και αξιοποίηση πληροφοριών που συγκέντρωσαν.
Ο Σουηδός κατηγορούμενος μετά τη σύλληψη και άσκηση σε βάρος του ποινικής δίωξης προσήχθη ενώπιον της ανακρίτριας Ρόδου, συνοδευόμενος από τους συνηγόρους του κ.κ. Μιχάλη Καραγιάννη και Γιώργο Λαμπαδάκη. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο 27χρονος Σουηδός είχε πει πως τις τελευταίες τρεις εβδομάδες το καλοκαίρι του 2018 βρέθηκε στο νησί μας για διακοπές, ενώ είχε έρθει και τα προηγούμενα δύο χρόνια.
Σε ό,τι αφορά την 22χρονη συμπατριώτισσά του, είχε δηλώσει ότι συναντήθηκαν στις 19 Ιουνίου 2018 σε μπαρ της περιοχής στην Ψαροπούλα όπου και διασκέδαζαν. Μάλιστα η κοπέλα ήταν μαζί με φίλες της και τρεις άνδρες, ενώ η κατάστασή της έδειχνε να είναι καλή αφού χόρευε και κινούνταν με άνεση.
Ο 27χρονος επικαλούμενος και τα όσα είχαν καταγραφεί στο κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης του καταστήματος, είχε πει πως η κοπέλα φορούσε κόκκινη μπλούζα και μαύρη έως το γόνατο φούστα και πως λίγη ώρα αργότερα έφυγαν μαζί πιασμένοι χέρι – χέρι, ενώ εκείνη είχε συνομιλήσει για λίγα λεπτά και με τις φίλες της, προτού βγουν από το κατάστημα.
Ο 27χρονος είχε πει επίσης πως το δωμάτιο όπου διέμενε ήταν μόλις δύο λεπτά με τα πόδια από το κατάστημα όπου διασκέδαζαν και πήγαν εκεί. Ο ίδιος είχε προσθέσει ότι μέσα βρήκαν τον συγκάτοικο του με κοπέλα, οι οποίοι και έφυγαν μόλις τους είδαν. Ο αλλοδαπός είχε επισημάνει στην ανακρίτρια πως η 22χρονη ήταν αυτή που άρχισε να τον φιλάει και να τον αγκαλιάζει και πως τελικά έκαναν έρωτα με τη θέλησή της στην κρεβατοκάμαρά του.
Στη συνέχεια η 22χρονη έβαλε τα ρούχα της και δεν την ξαναείδε, ενώ εκείνος επέστρεψε στο μπαρ. Ο αλλοδαπός είχε τονίσει πως στην κατάθεσή της η κοπέλα πέφτει σε αντιφάσεις, αφού αναφέρει ότι φορούσε σορτσάκι και μπλούζα και πως ο άνδρας ο οποίος την ακολούθησε βγαίνοντας από το κατάστημα μιλούσε αγγλικά, ενώ εκείνοι μεταξύ τους μιλούσαν Σουηδικά.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο περιστατκό που τον βαραίνει, τον βιασμό δηλαδή της 21χρονης συμπατριώτισσάς του, ο 27χρονος επίσης είχε αρνηθεί την κατηγορία και είχε πει πως και με αυτή την κοπέλα έκαναν έρωτα με τη θέλησή της στο δωμάτιό του, παίρνοντας μάλιστα και τις απαραίτητες προφυλάξεις.
Ωστόσο οι ισχυρισμοί του αυτοί δεν είχαν πείσει εισαγγελέα και ανακρίτρια οι οποίοι με σύμφωνη γνώμη τον είχαν κρίνει προσωρινά κρατούμενο στέλνοντας τον στη φυλακή όπου και επέστρεψε μετά την καταδικαστική απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Ρόδου σε βάρος του, τον Οκτώβριο του 2019.
Μετά την άσκηση έφεσης, ο αλλοδαπός ευελπιστεί να μειώσει ή και να «εξαφανίσει» την πρωτόδικη ποινή των οχτώ ετών κάθειρξης που του έχει επιβληθεί.