«Ποιο είναι το σχέδιό τους» με ρώτησε με οργισμένο γαλανό βλέμμα, και στην απάντησή μου ότι δεν έχουν σχέδιο, ως συνήθως άλλωστε, μου απάντησε πως δεν είναι δυνατόν. Θέλουν να μας υποχρεώσουν να εργαζόμαστε με τρία κατοστάρικα. Για εκείνους φυσικά. Ύστερα από 50 έτη φιλίας και επίσης ιατρικής φροντίδας, δεν μπορείς ούτε να διανοηθείς να θυμώσεις με τη συναισθηματική αντίδραση του παλιού σου συμμαθητή, η οποία δεν στερείται αιτίων.
- Από τον Διογένη Αθηναίο
Όμως, η αλήθεια απέχει παρασάγγας από την άποψή του, εξ ου και προσπάθησα με ακλόνητα επιχειρήματα να καταδείξω στο ευφυές πνεύμα του πόσο πολύ σφάλλει όταν ερμηνεύει την ανυπαρξία πολιτικού σχεδίου ως ύπαρξη σατανικού σχεδίου, υφασμένου προκειμένου να υποδουλώσει το υπερήφανο και κραταιό έθνος των Ελλήνων. Υποθέτω ότι εκ του ύφους μου συνάγεται ότι ποσώς θεωρώ υπερήφανο και κραταιό το έθνος μας – τουναντίον, πολλάκις δημοσίως έχω διατυπώσει την άποψη ότι πιθανώς είμαστε το πλέον αχρείο και βδελυρό εθνολογικό δείγμα της Ευρώπης.
Δεν θα αναφερθώ στα αναρίθμητα ελαττώματα της φυλής μας και ιδίως των Ελλαδιτών, που ήδη από την αρχαιότητα μας ταλάνιζαν, οδηγώντας μας τελικά στην παρακμή και την επί μακρόν εξαφάνισή μας από το ιστορικό, παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Όπου, σημειωτέον, ουδέποτε επανήλθαμε – ή, ακριβέστερα, επανήλθαμε υποβασταζόμενοι από τις εκάστοτε μεγάλες δυνάμεις, τις οποίες υπηρετήσαμε πιστά και σχεδόν πάντα εις βάρος ενός λαού που υποπίπτει επί σειράν ετών στο ίδιο λάθος: Εμπιστεύεται τυφλά και εκλέγει ως αντιπροσώπους του τους πλέον ανάξιους λόγου πολιτικούς που γεννήθηκαν σε αυτόν τον δύσμοιρο τόπο.
Ελάχιστες αναλαμπές
Έτσι βαίνουμε από το κακό στο χειρότερο, με κάποιες ελάχιστες αναλαμπές φωτεινών και δοξασμένων στιγμών, που οφείλονται κυρίως στην αποφασιστικότητα και στο θάρρος ορισμένων ρομαντικών Ελλήνων, αρχόντων και απλών ανθρώπων, οι οποίοι επέμεναν να πιστεύουν σε αρετές, αξίες και ιδεώδη αλλοτινών εποχών και άλλων κόσμων. Όμως, κατά τα πρόσφατα 50 έτη, η χώρα μας στάθηκε άτυχη, καθώς κανέναν θαρραλέο και προσηνή πολιτικό δεν ανέδειξε η πολιτική σκηνή.
Αντιθέτως, πολλαπλασιάστηκαν τα κρούσματα εμφάνισης -σαν να κλωνοποιήθηκαν μαζικά- ενός πλήθους άτολμων, ανέντιμων και αχρείων πολιτικών, που μόνο τους μέλημα έχουν την παραμονή στην εξουσία εφ’ όρου ζωής. Τα προβλήματα του χειμαζόμενου λαού τούς αφήνουν παγερά αδιάφορους και αρκούνται να προβαίνουν σε εκδηλώσεις ενδιαφέροντος μόνον για τα τοπικά προβλήματα, ώστε να αυξήσουν τις πιθανότητες επανεκλογής τους. Πέραν όμως των πολιτικών, μέγιστη ευθύνη φέρουν και οι πολίτες.
Οι μεν επειδή αρέσκονται να στηρίζουν τέτοιου είδους αναξιοπρεπείς και ευτελείς ανθρώπους -φυσικά, επειδή ήκιστα διαφέρουν από τους ίδιους ως προς το ήθος και την αντίληψη-, οι δε επειδή δεν τολμάμε να στηλιτεύσουμε ευθαρσώς τόσο τους στερούμενους αγωγής και ευαισθησίας συμπολίτες μας όσο και τους κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσή τους πολιτικούς. Συμπορευόμαστε, λοιπόν, σκύβοντας το κεφάλι και αναμένοντας την εμφάνιση ενός από μηχανής θεού, που θα μας απαλλάξει από τα παράσιτα που έχουν επιπέσει στη σάρκα μας και -το χειρότερο- στην ψυχή μας, και τη μιαίνουν ανίατα.
Όμως, οι αοριστολογίες που μόλις εξέθεσα δεν αποτελούν απάντηση στο ερώτημά του, ούτε φυσικά η λακωνική απάντησή μου ότι οι πολιτικοί που μας κυβερνούν στερούνται σχεδίου, άποψη που εντούτοις απέχει πολύ της αλήθειας.
Η ξενοφοβία που έχει καλλιεργηθεί τελευταία από τους πολιτικούς και τα ΜΜΕ έχει μετατρέψει τον μέσο Έλληνα πολίτη σε δυνάμει serial killer αλλοδαπών. Τούτο, επειδή καλλιεργήσαμε, κακώς, στον Έλληνα το αίσθημα ότι για τα δεινά που υφίσταται σήμερα και που θα επιδεινωθούν του χρόνου ευθύνονται οι κακοί ξένοι.
Αποσιωπώντας πλήρως ότι οι μόνοι κακοί στην περίπτωσή μας είμαστε εμείς. Ίσως όχι όλοι, πάντως οι περισσότεροι. Να διαρρηγνύουμε λοιπόν τα ιμάτιά μας και να προσπαθούμε να πείσουμε τους αντιπαραγωγικούς, βολεμένους δημόσιους υπαλλήλους μας, που απομυζούν το αίμα των αληθινών βιοπαλαιστών, ότι εκείνοι είναι οι κυρίως υπεύθυνοι για την εξαχρείωση της χώρας δεν αρκεί, αφενός επειδή το αυτί τους δεν ιδρώνει χάρη στη μονιμότητα που τους παρέχει το Σύνταγμα, αφετέρου επειδή δεν λαμβάνουμε δραστικά μέτρα, όπως η κατάργηση όλων των φορέων και των οργανισμών, ώστε να σταματήσει αυτή η ανέντιμη αφαίμαξη της ικμάδας μας. Κι ας μη χύνουν κροκοδείλια δάκρυα οι γυρολόγοι των καναλιών και οι mediocre δημοσιογράφοι για τους νέους μας που μεταναστεύουν προκειμένου να επιβιώσουν.
Πάλι χάρη στους αλλοδαπούς θα καταφέρουν να σταθούν στα πόδια τους και να μεγαλουργήσουν, γιατί, αν η χώρα μας ανεδείχθη κατά περιόδους και γνώρισε μέρες δόξας και λαμπρότητας, τούτο οφείλεται σε εκείνους τους μοναχικούς αγωνιστές της ζωής οι οποίοι ξέφυγαν από τη μιζέρια και την ευτέλεια της ελληνικής μικροαστικής κοινωνίας και μετατράπηκαν σε ανθρώπους του κόσμου, σε κοσμοπολίτες, που έγραψαν τη δική τους, ξεχωριστή ιστορία και τίμησαν την πατρίδα τους. Κι ας μην τους τίμησε εκείνη, δηλαδή εμείς.
Έτσι και τώρα, αγαπημένε μου φίλε, εμείς αγωνιζόμαστε όπως μπορούμε για να αντέξουμε, μα έχουμε απέναντί μας τον χειρότερο εχθρό, τον πιο ανελέητο φονιά μας, τον αδελφό μας τον κρατικοδίαιτο Έλληνα, που δεν προτίθεται να παραχωρήσει ούτε σπιθαμή από τον άρτο τον οποίο χάρη σε εμάς τρώει και τονώνεται, από τον οίνο που χάρη σε εμάς πίνει και ευφραίνεται.
Καρκίνωμα
Γιατί εκείνος δεν έμαθε ποτέ ούτε να σπέρνει ούτε να θερίζει ούτε να πλάθει ούτε να αποστάζει. Έχει μάθει μόνον να εισπράττει τον μισθό του, μισθό ποτισμένο από τον ιδρώτα, το αίμα και τα δάκρυα των εργατών, των ιδιωτικών υπαλλήλων, των βιοτεχνών, των ελεύθερων επαγγελματιών και τόσων άλλων βιοπαλαιστών. Αν δεν απαλλαγούμε λοιπόν από αυτό το καρκίνωμα, αν οι πολιτικοί που μας κυβερνούν δεν αποφασίσουν επιτέλους να φανούν θαρραλέοι και να απαιτήσουν να γίνει δίκαιη κατανομή των βαρών σε όλα τα στρώματα, να πάψει αυτή η εκμετάλλευση των Ελλήνων από Έλληνες, να ξαναγίνουμε αδέλφια και να θηκαρώσουμε τα μαχαίρια, που είναι μισοτραβηγμένα, άλλη λύση από μακελειό δεν υπάρχει. Ισως όχι όπως το φανταζόμαστε, με γρόνθους και με αίματα, αλλά με μίσος και οργή που διοχετεύονται στα παιδιά μας, στα εγγόνια μας. Και, όταν έρθει η στιγμή που θα ξεσπάσει -και τούτο θα συμβεί-, τότε δεν θα υπάρχει ελπίδα σωτηρίας. Η Ελλάδα θα πεθάνει όχι από ξένους – από εμάς τους ίδιους.