Ακόμη μία φορά αποδεικνύεται ότι η κυβέρνηση αντιμετωπίζει την πανδημία με καθαρά επικοινωνιακά και πολιτικά κριτήρια χωρίς ένα σαφές και σταθερό σχέδιο δράσεων και μέτρων. Η τελευταία εβδομάδα ήταν από τις πιο δύσκολες στο Μέγαρο Μαξίμου, με απανωτές συσκέψεις σε βαρύ κλίμα, με μέτρα που ανακοινώνονταν τη μία ημέρα και την άλλη ακυρώνονταν, με εισηγήσεις από τους ειδικούς για λήψη άμεσων αυστηρών περιοριστικών μέτρων λόγω της μετάλλαξης Όμικρον, ακόμα και μέσα στις γιορτές, αλλά με τον πρωθυπουργό να παραπέμπει για μετά τις γιορτές, πλην ίσως της απαγόρευσης μαζικών εορταστικών εκδηλώσεων.
Τόσο το θέμα με τη μελέτη των καθηγητών Σ. Τσιόδρα και Θ. Λύτρα όσο και το θέμα με τα υποχρεωτικά rapid tests επί πληρωμή για την περίοδο των γιορτών -που, αν και το ανακοίνωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, το πήρε πίσω ο Κυριάκος Μητσοτάκης την επομένη λόγω των πολλών αντιδράσεων- έδειξαν ότι αποφασίζει με βάση το πολιτικό
κόστος και τις εντυπώσεις.
Η κυβέρνηση βρίσκεται σε βέρτιγκο και είναι χαρακτηριστικό ότι δέχεται πλέον επικρίσεις ακόμα και από τον φιλικό της Τύπο. Η «Καθημερινή» την Τετάρτη έγραψε ότι «…οι κυβερνητικές διαρροές, όμως, που αναιρούνται το επόμενο πρωί, τα πίσω μπρος, υπό την πίεση διάφορων ομάδων, ροκανίζουν την αξιοπιστία της κυβέρνησης και προκαλούν
αδικαιολόγητη αβεβαιότητα. Ας μπει μια τάξη, λοιπόν, στο ποιος μιλάει πότε, ποιος αποκλείει προκαταβολικά μέτρα που μπορεί να φανούν αναγκαία σε μερικές ημέρες».
Επίσης, την ίδια μέρα «Τα Νέα» επισήμαναν ότι «η συζήτηση για τα υποχρεωτικά rapid tests που αφορούν ακόμα και τους εμβολιασμένους για την παραμονή της Πρωτοχρονιάς έγινε δημόσια και η ανατροπή μιας φαινομενικά ειλημμένης απόφασης από τα πλέον επίσημα χείλη δημιούργησε την αίσθηση πως οι πολιτικέςαποφάσεις διαφοροποιούνται από τις εισηγήσεις των επιστημόνων» και πρόσθεσαν: «Η πανδημία δεν αντιμετωπίζεται με επικοινωνία ή πολιτικό βουητό».
Κι ενώ οι ειδικοί προβλέπουν να έρχεται από μέρα σε μέρα λαίλαπα από τη μετάλλαξη Ομικρον, ο πρωθυπουργός και οι υπουργοί παραπέμπουν για τη λήψη περιοριστικών μέτρων μετά τις γιορτές, για να μη διαταραχθεί η λειτουργία της αγοράς. Καθοριστικός παράγοντας είναι και το οικονομικό κόστος, αφού ο ίδιος ο υπουργός Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης παραδέχθηκε την περασμένη Τρίτη ότι δεν υπάρχουν χρήματα για να στηρίξουν νέα αυστηρά μέτρα, που σημαίνει ότι είναι ορατός ο κίνδυνος να τιναχθεί στον αέρα ο Προϋπολογισμός του 2022, που ήδη έχει συνταχθεί με τη βεβιασμένη, όπως φαίνεται, πρόβλεψη ότι η πανδημία θα παρουσιάσει ύφεση και δεν θα εμποδίσει την οικονομική ανάκαμψη.
Όπως προϊδέασε ο πρωθυπουργός στο Υπουργικό Συμβούλιο της περασμένης Τρίτης, τα νέα μέτρα θα ανακοινωθούν από τη Δευτέρα 3 Ιανουαρίου και μετά, με επικρατέστερα το ωράριο έως τα μεσάνυχτα στην εστίαση και τη διασκέδαση, την υποχρεωτικότητα της μάσκας και την αύξηση της τηλεργασίας, αλλά όχι κλείσιμο των σχολείων και καθολικό lockdown.