Η κυβέρνηση απειλείται από τον εαυτό της αυτή τη στιγμή και όχι από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Αυτό δείχνουν οι πρόσφατες σφυγμομετρήσεις, που φέρνουν τη Ν.Δ. στην κορυφή -αν και με κουτσουρεμένα τα ποσοστά της- έναντι του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝ.ΑΛ., με το άθροισμα των ποσοστών τους να ξεπερνά αυτό της Ν.Δ.
Επομένως το πρόβλημα της Ν.Δ. δεν είναι αυτή τη στιγμή τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά τα δύο μεγάλα προβλήματα, η διαχείριση των οποίων θα κρίνει και την
κούρσα του κυβερνώντος κόμματος στην επόμενη κάλπη. Το πρώτο και πεισματάρικο πρόβλημα είναι η διαχείριση της πανδημίας. Οσο και να θέλει η κυβέρνηση να το κρύψει
άτσαλα κάτω από το χαλί, το γεγονός είναι αναμφισβήτητο. Η Ελλάδα επί κυβέρνησης Κ. Μητσοτάκη διατηρεί σταθερά τη θλιβερή πρωτιά στην Ευρώπη με τους περισσότερους
θανάτους από τον Covid από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες.
1.200 θάνατοι μέσα στον Ιανουάριο και 22.000 θάνατοι από την αρχή της πανδημίας είναι θλιβερά νούμερα, που φωνάζουν από μόνα τους ότι κάτι (ή και πολλά) δεν πάει καλά
στη διαχείριση της πανδημίας. Το σταθερό επιχείρημα της κυβέρνησης, ότι για όλα φταίνε οι ανεμβολίαστοι, δεν καλοστέκεται στη θέση του, καθώς αυξάνονται οι θάνατοι διπλοεμβολιασμένων και μικρότερων ηλικιών, από τους απείθαρχους «αυτοκτονικούς» άνω των 60 χρόνων.
Το πρόβλημα σαφώς εστιάζεται στη «χοάνη των ΜΕΘ», με την κυβέρνηση ανερυθρίαστα να επιμένει ότι όποιος μπαίνει εκεί μέσα δύσκολα θα ξαναδεί το φως της μέρας. Η σημαντική έκθεση Τσιόδρα – Λύτρα για τη σοβαρότητα της κατάστασης στις ΜΕΘ θάφτηκε επιμελώς και… ξεχάστηκε από την κυβέρνηση, όχι όμως και από τη θλιβερή καθημερινότητα. Στην πραγματικότητα, θάβοντας αυτή τη μελέτη, η κυβέρνηση παραδέχεται ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την επείγουσα κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στις ΜΕΘ και έξω από αυτές.
Διαφορετικά, οι αρμόδιοι υπουργοί θα έπρεπε να έχουν πέσει με τα μούτρα στη μελέτη της έκθεσης αυτής, για να εντοπίσουν και να θεραπεύσουν όσο γίνεται τα κακώς κείμενα, με πρώτιστο την αδυναμία στελέχωσης των μονάδων αυτών, καθώς οι εκκλήσεις για πρόθυμους γιατρούς (ως επί το πλείστον ανειδίκευτων στις απαιτήσεις των ΜΕΘ) πέφτουν στο κενό, με τιμωρημένο και απολυμένο ειδικευμένο μόνιμο ιατρικό προσωπικό.
Η διαιώνιση αυτού του μακάβριου προβλήματος θα συνοδεύσει την κυβέρνηση μέχρι την κάλπη, θα αυξήσει τα όπλα της αντιπολίτευσης και δεν θα θεραπευτεί με την υστερία
για συνεχείς -ίσως και επικίνδυνους πλέον(;)- επαναληπτικούς εμβολιασμούς και φορολογικά χαράτσια στους απείθαρχους, που ήδη φτάνουν τον συνολικό αριθμό του 1.000.000 πολιτών.
Το δεύτερο μεγάλο πρόβλημα, που εξαπλώνεται και αυτό με ρυθμούς πανδημίας, είναι η αύξηση του εισαγόμενου πληθωρισμού, με πλέον επείγουσα την εκτόξευση των τιμών
στην ενέργεια. Τα νοικοκυριά δύσκολα θα τα βγάλουν πέρα και φυσικά τα χρέη τους θα… χρεωθούν πολιτικά απευθείας στην κυβέρνηση. Οι μικρές «παρηγορητικές» οικονομικές
εξαγγελίες της κυβέρνησης για το 2022 και το 2023 δεν πρόκειται να προσφέρουν ανακούφιση και αυτό το ξέρει καλά η κυβέρνηση της Ν.Δ.
Το πρόσθετο πρόβλημα που προέκυψε, είναι ότι τελείωσε η εποχή των παχέων αγελάδων, των φτηνών, σχεδόν, μηδενικών επιτοκίων διεθνούς δανεισμού, που η κυβέρνηση, συνεχώς δανειζόμενη στο παρελθόν, ήθελε να το χρησιμοποιήσει ως επιχείρημα για την ορθή οικονομική πολιτική «ανάκαμψης» που ακολουθεί.
Το επιτόκιο δανεισμού, από 0,88%, έχει ήδη σκαρφαλώσει στο 1,84%, δρώντας αποτρεπτικά στον πρόσθετο δανεισμό, καθώς η χώρα έχει ήδη το ρεκόρ του μεγαλύτερου δημόσιου χρέους στην Ευρώπη. Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝ.ΑΛ., έχουν ακόμα πολύ δρόμο να διανύσουν μέχρις ότου αποφασίσουν να εμφανίσουν αξιόπιστο και δομημένο πολιτικό λόγο απέναντι στα προβλήματα, αφού προηγουμένως «καθαρίσουν» και καθορίσουν το τοπίο στο εσωτερικό των κομμάτων τους.