Για πέμπτη ημέρα συνεχίζεται η προσπάθεια κατάσβεσης της πυρκαγιάς στο Euroferry Olympia, το οποίο βρίσκεται στη θαλάσσια περιοχή Κασσιόπη βόρεια της Κέρκυρας. Χθες το βράδυ εκδηλώθηκε μικρή αναζωπύρωση, αλλά τέθηκε υπό έλεγχο. Στο σημείο βρίσκονται δύο πλωτά του Λιμενικού, τέσσερα ρυμουλκά και ένα πυροσβεστικό πλοιάριο.
Οι επιχειρήσεις έρευνας από άνδρες της ΕΜΑΚ, εξειδικευμένα στελέχη της oλλανδικής εταιρείας Smit Salvage και της ελληνικής Μegatugs salvage towage για τον εντοπισμό των 10 αγνοουμένων, ξεκίνησαν ξανά και ενώ στο εσωτερικό του πλοίου εξακολουθούν να υπάρχουν μικρές εστίες φωτιάς, πυκνοί καπνοί και υψηλές θερμοκρασίες.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ, σε δύο από τα καταστρώματα του πλοίου, όπου επιχειρούν με οξυγόνο και ειδικές στολές άνδρες της ΕΜΑΚ, το διοξείδιο του άνθρακα ξεπερνά τα 500 Ppm (μονάδα μέτρησης διοξειδίου) και η κάθε επιχείρηση (με περιορισμένη ορατότητα) δεν μπορεί να διαρκεί περισσότερο από 30 λεπτά.
Λόγω των καιρικών συνθηκών που μεταβάλλονται στη θαλάσσια περιοχή, το πλοίο δεν αποκλείεται να μετακινηθεί ξανά σε ασφαλές σημείο, ενώ μόνο όταν σβήσουν εντελώς οι εστίες φωτιάς και καθαρίσει ο αέρας στο εσωτερικό του θα μπορέσει οδηγηθεί σε εμπορικό λιμάνι για να διερευνηθεί από τους πραγματογνώμονες.
Οι διασωθέντες ανέρχονται σε 280 άτομα, ενώ 10 άτομα φέρονται να αγνοούνται. Θυμίζουμε ότι νεκρός είχε εντοπιστεί ένας 58χρονος Έλληνας οδηγός.
«Δεν σηκώνουν τα τηλέφωνα»
Ο οδηγός ενός φορτηγού που βρισκόταν στο Euroferry Olympia και κατάφερε να βγει σώος, μίλησε στον ΑΝΤ1 και περιέγραψε επακριβώς το που βρισκόταν και πως είναι η κατάσταση στα γκαράζ ου πλοίου.
Όπως είπε, το φορτηγό του βρισκόταν πολύ κοντά με το φορτηγό του ενός εκ των δύο Ελλήνων οδηγών που αγνοούνται ακόμα, του Νίκου Μπεκιάρη (ο «Νίκος ο επαγγελματίας» σύμφωνα με την πιάτσα).
«Ο Νίκος είχε μείνει στο αυτοκίνητο του στο γκαράζ στη διάρκεια του ταξιδιού. Εγώ ήμουν στην καμπίνα γι’ αυτό και μιλάμε τώρα», σχολίασε ο άνδρας και περιγράφοντας τις εικόνες που έβλεπε στο μόνιτορ, έδωσε τα ακριβή σημεία στάθμευσης, με το φορτηγό του Νίκου Μπεκιάρη να είναι σχεδόν δίπλα στο δικό του στο κεντρικό γκαράζ του πλοίου (το δεύτερο).
«Η δεξιά του πόρτα, η πόρτα του συνοδηγού, δεν ανοίγει για κανέναν λόγο, είναι κολλημένο στα σίδερα του πλοίου, είναι με την όπισθεν βαλμένο το φορτηγό μέσα στο πλοίο, δεν είναι με την μούρη βαλμένο το αυτοκίνητο», είπε για το φορτηγό του αγνοούμενου οδηγού.
Όταν ρωτήθηκε για το αν μπορούσε να αντιδράσει ο Νίκος Μπεκιάρης μόλις κατάλαβε ότι υπάρχει φωτιά, ο οδηγός του φορτηγού που διασώθηκε, σχολίασε: «Για να φύγει από το αμάξι του, έπρεπε να σπάσει το παρμπρίζ και να περπατήσει πάνω στις οροφές των αυτοκινήτων, καθώς τα αυτοκίνητα ήταν σταθμευμένα το ένα κολλητά στο άλλο, στο γκαράζ του πλοίου».
Σχεδόν αγανακτισμένος, ο οδηγός είπε στον Γιώργο Παπαδάκη: «Προσπαθώ επί τρεις ημέρες να βρω άκρη σε κάποια υπηρεσία για να μεταφέρω αυτές τις πληροφορίες, που ίσως βοηθήσουν στην έρευνα, αλλά πουθενά δεν σηκώνουν τα τηλέφωνα».
«Κινητή νεκροφόρα…»
Ο Άγγελος Μικρούλης, οδηγός φορτηγού και φίλος των δύο αγνοούμενων Ελλήνων οδηγών, μίλησε επίσης στον ΑΝΤ1.
«Ο Νίκος ο επαγγελματίας, γιατί έτσι και τον ξέρει όλη η πιάτσα των μεταφορών, κανένας δεν τον ξέρει ως Νίκο Μπεκιάρη, αλλά και ο Κώστας ο Γεροντιδάκης, τον γιό του τον ξέρω από 1 έτους, είναι ‘αδέλφια μου’, δεν είναι απλώς φίλοι μου», σχολίασε αρχικά.
Για την επιχείρηση έρευνας, η οποία συνεχίζεται σήμερα για το εντοπισμό των αγνοούμενων, ο κ. Μικρούλης επεσήμανε:
«Θα μπορούσαν τα στελέχη της ΕΜΑΚ που κάνουν έρευνα για τους αγνοούμενους να κάνουν την αντίθετη διαδρομή από εκείνη που ακολούθησε ο Λευκορώσος οδηγός που βγήκε ζωντανός από το πλοίο την Κυριακή. Στα γκαράζ έχει κάτι σκαλιά, ανθρωποθυρίδες, που χρησιμοποιούν οι ναυτικοί για να μην πηγαίνουν ανάμεσα στα αυτοκίνητα. Από εκεί που βγήκε ο Λευκορώσος, μπορούσαν αντίθετα να πάνε για έρευνα. Είναι “υπόγειο” το γκαράζ, είναι μέσα στην θάλασσα. Αυτά τα γκαράζ σφραγίζονται».
Μιλώντας για το συγκεκριμένο πλοίο, αλλά και για άλλα παρόμοια, ο οδηγός ήταν πολύ ξεκάθαρος: «Είναι κινητή νεκροφόρα στην θάλασσα αυτά τα καράβια. Ο καθρέφτης μου είναι 30 πόντους, μου λένε “κλείσε τον καθρέφτη αφού παρκάρεις” και φέρνουν κολλητά το άλλο αυτοκίνητο. Αν δεν βγω εκείνη την στιγμή, εγκλωβίστηκα μέσα στο αυτοκίνητο. Όταν έχει καιρό, κοπανάει το ένα αυτοκίνητο με το άλλο».
Όσο για τις συνθήκες στο πλοίο, μετέφερε τη δική του εμπειρία: «Εγώ κοιμόμουν στο αυτοκίνητο, γιατί πώς να πας επάνω; Πας να ακουμπήσεις στην καρέκλα και βρίσκεις τόση μάκα στην καρέκλα. Το καλοκαίρι δεν σου δίνουν την καμπίνα ακόμη και αν την έχεις πληρώσει, γιατί την πουλάνε στον τουρίστα. Στην Ηγουμενίτσα πούλησαν την καμπίνα, παρότι την είχαμε πληρώσει μαζί με άλλους δύο οδηγούς. Μας ξύπνησαν μέσα στην νύχτα. Με έβαλαν να κοιμηθώ στο κρεβάτι του κρατητηρίου, που όμως δεν άνοιγε η πόρτα από μέσα και εγκλωβίστηκα εκεί!»
Και συνέχισε με σοκαριστικές περιγραφές: «Δεν έλεγχε κανένας τίποτα. Στα γκαράζ, οι πόρτες απ’ έξω είναι κλειστές, από μέσα όμως ανοίγουν με κουμπί. Λέγαμε στο πλήρωμα θέλω να πάω να δω αν λειτουργεί το ψυγείο γιατί μεταφέρω ψάρια. Μας μάζευαν και μας κατέβαζε 1 ναυτικός 30 οδηγούς. Φτάναμε με το ασανσέρ στο 3ο κατάστρωμα, κατέβαζε εκεί όσους ήθελαν και έλεγε “ανεβείτε μετά επάνω”. Πήγαινε στο 4ο και έλεγε το ίδιο. Όταν εκδηλώθηκε η φωτιά, θα μπορούσαν να ανοίξουν οι οδηγοί μέσα από τα γκαράζ και να βγουν. Εκτός εάν τις είχαν μπλοκάρει από την γέφυρα τις πόρτες, για να μην μπει οξυγόνο μέσα και φουντώσει την φωτιά».