Την αντίδραση της Ολομέλειας των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος προκάλεσε η αιφνίδια και αποσπασματική τροποποίηση του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα, με την οποία δεν δίνεται δυνατότητα στο δικαστή να χορηγήσει αναστολή ακόμα και για πλημμελήματα.
Σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, σε περίπτωση καταδίκης για αξιόποινες πράξεις μεταξύ των οποίων και πλημμεληματικού χαρακτήρα, δεν επιτρέπεται αναστολή ή μετατροπή της ποινής με κανένα τρόπο, ενώ επιτρέπεται για άλλα αδικήματα και μάλιστα κακουργήματα.
Η τροποποίηση του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα προωθήθηκε χωρίς οποιαδήποτε προηγούμενη διαβούλευση και χωρίς να έχει εκφραστεί επ’ αυτού η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής. Όπως καταγγέλλουν οι εκπρόσωποι των δικηγορικών συλλόγων της χώρας, αποτελεί ένα ακόμα δείγμα παράβασης των κανόνων καλής νομοθέτησης και γι’ αυτό το λόγο ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας, οφείλει να αναλάβει άμεσα νομοθετική πρωτοβουλία για την κατάργηση της παραγράφου 6 του άρθρου 187 Π.Κ. όπως αυτή προστέθηκε με το Ν. 4908/22.
Διαβάστε την ανακοίνωση της Συντονιστικής Επιτροπής της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας:
«Η νέα ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία σε περίπτωση καταδίκης για τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο αυτό και μάλιστα πλημμεληματικού χαρακτήρα, δεν επιτρέπεται αναστολή ή μετατροπή της ποινής με κανένα τρόπο, η δε ασκηθείσα έφεση δεν έχει αναστέλλουσα ποινή, και μάλιστα με αναδρομική ισχύ, καταλύει το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου, στερεί από το δικαστή τη δυνατότητα αναστολής ή μετατροπής της ποινικής, όπως και την αναστέλλουσα δύναμη τυχόν ασκηθείσας εφέσεως και αντιβαίνει στην αρχή της αναλογικότητας, καθώς περιορίζει ανεπιστρεπτί τα δικαιώματα του κατηγορουμένου, τη στιγμή μάλιστα που τα δικαιώματα αυτά δεν στερούνται από κατηγορούμενους για αδικήματα με μεγαλύτερη ποινική ή ηθική απαξία, όπως η περίπτωση ανθρωποκτονίας από πρόθεση.
Η διάταξη ως οιονεί δικονομικού χαρακτήρα δίνει δυνατότητα αναδρομικής ισχύος σε τελεσθείσες ήδη πράξεις ακόμη και προ του χρόνου ψήφισής της και επιχειρεί να αποτρέψει κάθε κοινωνική δραστηριότητα (απεργιακές κινητοποιήσεις, συνδικαλιστικές διεκδικήσεις κλπ) και κάθε μορφή κοινωνικής αντίδρασης οδηγώντας στα σωφρονιστικά καταστήματα πολίτες που κατηγορούνται για διάπραξη πλημμελημάτων για τα οποία δεν θα οδηγούνταν στη φυλακή ακόμη και σε περίπτωση αμετάκλητης καταδίκης τους».
ΔΣΑ: Καταλύεται το τεκμήριο αθωότητας
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθήνας, ο οποίος καταγγέλλει ότι με την τροποποίηση του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα καταλύεται το τεκμήριο αθωότητας των κατηγορουμένων.
Η διοίκηση του ΔΣΑ αναφέρει σχετικά:
«Όλως αιφνιδίως, κατά παράβαση των αρχών της καλής νομοθέτησης, δίχως προηγούμενη διαβούλευση με τους επιστημονικούς φορείς και δη τους Δικηγορικούς Συλλόγους, αλλά και χωρίς την προηγούμενη επεξεργασία στην αρμόδια Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής, εισήχθη με τροπολογία στο Νόμο 4908/2022 (άρθρο 72) διάταξη με την οποία τροποποιείται το άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα και μεταξύ άλλων προστίθεται παράγραφος 6 και διαμορφώνεται η εξαιρετικά δυσμενής ρύθμιση ότι «στις περιπτώσεις καταδίκης για αξιόποινες πράξεις του παρόντος άρθρου, καθώς και για τα συναφή αδικήματα που συνεκδικάστηκαν με την ίδια απόφαση, η ποινή δεν αναστέλλεται ούτε μετατρέπεται με κανέναν τρόπο, τυχόν δε ασκηθείσα έφεση δεν έχει αναστέλλουσα ισχύ.
Με την ως άνω ρύθμιση: -Καταλύεται το ισχύον εισέτι τεκμήριο αθωότητας. -Ανατρέπεται η ισορροπία του δικαϊκού μας συστήματος, αφού ενώ επί βαρύτατων αδικημάτων με ποινές πρόσκαιρης ακόμη και ισοβίου καθείρξεως δύναται η τυχόν ασκηθείσα έφεση να έχει ανασταλτική δύναμη, αντιθέτως με τη νεοεισαχθείσα ρύθμιση επιβάλλεται στο Δικαστήριο ακόμα και για ήσσονος σημασίας πλημμελήματα να μην χορηγήσει την ανασταλτική δύναμη της έφεσης, με αποτέλεσμα ο καταδικασθείς πρωτοδίκως να οδηγείται στη φυλακή. -Εκδηλώνεται η δυσπιστία του νομοθέτη στο φυσικό Δικαστή, διότι του αφαιρεί τη μέχρι πρότινος διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει ο ίδιος τόσο επί της δυνατότητας αναστολής ή μετατροπής της επιβληθείσας ποινής όσο και επί της αναστέλλουσας δύναμης επί της τυχόν ασκηθείσας εφέσεως εκ μέρους του κατηγορουμένου».
Η διοίκηση του Δικηγορικού Συλλόγου της Αθήνας καλεί τον υπουργό Δικαιοσύνης Κ. Τσιάρα να προχωρήσει στην κατάργηση της παραγράφου 6 του άρθρου 187 του Ποινικού Κώδικα όπως η τελευταία προστέθηκε με το Νόμο 4908/2022.