Το σκεπτικό της ομόφωνης απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών ανακοινώθηκε με την καθαρογραφή της πολύκροτης υπόθεσης με την οποία καταδικάστηκε η ηγεσία και στελέχη της Χρυσής Αυγής για τη διεύθυνση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση.
Στις 12.746 σελίδες της δικαστικής απόφασης που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2020, μετά από πολύμηνη ακροαματική διαδικασία, οι δικαστές έκριναν ότι η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση με ναζιστική ιδεολογία.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση του δικαστηρίου, η Χρυσή Αυγή ιδρύθηκε τη δεκαετία του 1980 και μετεξελίχθηκε σε πολιτικό σχηματισμό κατά τα πρότυπα του γερμανικού εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος. Η ναζιστική της ιδεολογία, δεν κρύβεται, όσο και εάν προσπάθησαν να το κάνουν οι κατηγορούμενοι κατά τη διάρκεια των απολογιών τους.
Αποδεικτικά στοιχεία της ναζιστικής ιδεολογίας του κόμματος, αποτελούν έγγραφα της οργάνωσης, όπως το κείμενο του Χρήστου Παππά με τίτλο χρυσή “Αυγή Όρκος 30/6/1983”, άρθρα του αρχηγού Νίκου Μιχαλολιάκου με τίτλο “Χίτλερ για χίλια χρόνια” και πλήθος φωτογραφιών και βίντεο με ναζιστικά σύμβολα και σημαίες.
Την ναζιστική ιδεολογία τους την καθιστούσαν εμφανή τα ηγετικά στελέχη της Χρυσής Αυγής, μεταξύ άλλων και με δερματοστιξία, όπως ο ναζιστικός αετός του Ιωάννη Λαγού, η σβάστικα του Ηλία Κασιδιάρη, το « Sieg Heil » του Παναγιώτη Ηλιόπουλου και η εκπαίδευση ενηλίκων με το «Χάιλ Χίτλερ»…
Σύμφωνα με τους δικαστές, η εγκληματική οργάνωση είχε ιεραρχική δομή, με αρχηγό τον Νίκο Μιχαλολιάκο και δομημένη οργάνωση. Στόχος και δράση τους η δια της βίας αντιμετώπιση των ιδεολογικών τους αντιπάλων, των αλλοδαπών και των αντιφρονούντων. Η διάδοση των ιδεών τους εκδηλωνόταν μέσω των τοπικών οργανώσεων, υπό την καθοδήγηση ανώτερου στην ιεραρχία στελέχους της.
Ιεραρχική δομή
Η Χρυσή Αυγή είχε ιεραρχική δομή, εξασφαλίζοντας ότι κάθε κατώτερο όργανο θα υπακούει στις εντολές του ανώτερου και ότι καμιά κομματική ενέργεια δεν θα υλοποιείται χωρίς την ρητή εκ των προτέρων εντολή του ανώτερου οργάνου που φτάνει ως την κεντρική διοίκηση.
Ο αρχηγός είναι ο αδιαμφισβήτητος «άρχων», έχει την απόλυτη εξουσία και την ευθύνη των τελικών αποφάσεων.
Η μετεξέλιξη ενός πυρήνα σε τοπική οργάνωση, το άνοιγμα των γραφείων, η συγκρότηση του πενταμελούς συμβουλίου διοίκησης αυτής ήταν αποκλειστική αρμοδιότητα και ευθύνη της κεντρικής διοίκησης η οποία εκπροσωπείτο ανά πάσα στιγμή από τον εκάστοτε υπεύθυνο περιφέρειας.
Η κεντρική διοίκηση ήξερε και τους επικεφαλής και τα μέλη και τους υποστηρικτές των τοπικών, έστελνε οδηγίες και λάμβανε γνώση για οποιαδήποτε πράξη των τοπικών και καμιά τοπική δεν άνοιγε καν αν δεν είχε την έγκριση του αρχηγού προσωπικά και του πολιτικού συμβουλίου.
Από την αποδεικτική διαδικασία προέκυψε ότι κάθε παραβίαση της ιεραρχίας επέσυρε πειθαρχικές ποινές για μέλη τα οποία παράκουσαν εντολή που δόθηκε από ανώτερο όργανο.
Οι ομάδες… κρούσης – Τάγματα εφόδου
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, τα μέλη της Χρυσής Αυγής έκαναν μαθήματα, άκουγαν ομιλίες, «επιμορφώνονταν», συμμετείχαν σε παραστρατιωτικά σεμινάρια και εκπαιδεύσεις, έφεραν ομοιόμορφη στρατιωτική ενδυμασία, κατείχαν σχεδόν όλοι παράνομα όπλα και επιτίθετο σε συγκεκριμένες ομάδες – στόχους. Στα εξωτερικά γραφεία της Χρυσής Αυγής οι ομάδες αυτές αναφέρονται ως ομάδες ασφαλείας, σε μπλούζες Χρυσαυγιτών αναγράφεται ομάδες κρούσης, οι μάρτυρες τις αποκαλούσαν τάγματα εφόδου, ενώ οι κατηγορούμενοι ομάδες περιφρούρησης.
Οι επιθέσεις τους είχαν πάρα πολλά κοινά στοιχεία, όπως αριθμός δραστών υπέρτερος απέναντι στα θύματα, μπλούζες Χρυσής Αυγής και πολλές φορές δήλωση ταυτότητας, μαχαίρια, κοντάρια, ξύλα και σίδερα ως όπλα, γρήγορος χρόνος εκτέλεσης 10 με 15 λεπτά, συχνά παράγγελμα τέλους επίθεσης και τα θύματα ήταν πάντα ιδεολογική αντίπαλοι της Χρυσής Αυγής οι μετανάστες. Αυτό ήταν το modus operandi των ομάδων αυτών οι επιθέσεις των οποίων σημειώθηκαν σε όλη την Ελλάδα. Τα μέλη των ομάδων αυτών εξασκούντο με όπλα διαφόρων ειδών και τύπων με σκοπό να εκπαιδευτούν και να εξοικειωθούν με αυτά. Για το δικαστήριο βασικό ρόλο εκπαιδευτή είχε ο Ηλίας Κασιδιάρης, ρόλο τον οποίο του είχε αναθέσει ο ίδιος ο Νικόλαος Μιχαλολιάκος με δήλωσή του στο ξενοδοχείο Στάνλεϊ όπου ανέφερε χαρακτηριστικά ο Κασιδιάρης θα αναλάβει το κομμάτι της ιδεολογίας και εκπαίδευση στελεχών του κόμματος.
Οργανωμένο έγκλημα η δολοφονία του Παύλου Φύσσα
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, η δολοφονία του Παύλου Φύσσα ήταν έγκλημα στοχευμένο και οργανωμένο.
Αυτό προκύπτει από τον τρόπο δράσης της οργάνωσης αλλά και από την ιατροδικαστική έκθεση νεκροψίας νεκροτομής του θύματος.
Τα τραύματα στη ράχη, στο μέτωπο, στα δάχτυλα και στις παλάμες του θύματος, αποδεικνύουν ότι δέχτηκε επίθεση και χτυπήματα από τα μέλη της Χρυσής Αυγής, πριν το θανάσιμο τραυματισμό του.
Ο Παύλος Φύσσας δεν πρόλαβε να αντιδράσει απέναντι στον Ρουπακιά, ο οποίος ενεργώντας βάση σχεδίου κινήθηκε πράγματι κυκλωτικά, σε σχέση με τους υπόλοιπους επιτιθέμενους Χρυσαυγίτες που με τα αλλεπάλληλα κύματα επιθέσεων σε βάρος του Παύλου Φύσσα, ανέμεναν το Ρουπακιά να έρθει από διαφορετική κατεύθυνση και να αιφνιδιάσει το θύμα.
Οι δικαστές σημειώνουν ότι ο Ρουπακιάς δεν είχε κανένα προηγούμενο ή διαμάχη με το θύμα.
Από τις συνομιλίες των μελών της Χρυσής Αυγής προκύπτει ότι ο άτυχος Παύλος ήταν «στόχος» της Χρυσής Αυγής στον Πειραιά. Το κίνητρο τους ήταν καθαρά ιδεολογικό και πολιτικό.
Για τους 15 κατηγορούμενους που καταδικάστηκαν για συνεργεία στην ανθρωποκτονία ως μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, το δικαστήριο έκρινε ότι δημιούργησαν ευνοϊκές συνθήκες για την τέλεση του κακουργήματος και συγκεκριμένα κλίμα γενικότερης σύγχυσης και οχλαγωγίας, έντασης και εκφοβισμού του Παύλου Φύσσα και της ολιγομελούς παρέας του, στην οποία συμμετείχαν και δύο νεαρές γυναίκες, με τον προπηλακισμό τούτων με ιαχές και ύβρεις καθώς και με τον ξυλοδαρμό τους εκ μέρους κάποιων από το τάγμα εφόδου, με αποτέλεσμα της συμπεριφοράς τους αυτής, που συνιστούσε προετοιμασία εδάφους για την καίρια και μοιραία παρέμβαση του Ρουπακιά, ο Παύλος Φύσσας να εγκλωβιστεί από αυτούς και έτσι να καταστεί ευάλωτος.
Παράλληλα ενδυνάμωσαν και ενθάρρυναν ψυχικά το Γ. Ρουπακιά, ο οποίος έχοντας πλέον την αίσθηση της αριθμητικής υπεροχής, της δύναμης και της ασφάλειας, έπληξε τον Παύλο Φύσσα αιφνιδιαστικά και απρόκλητα, επανειλημμένως στο αριστερό ημιθωράκιο, με συνέπεια εκ των πραγμάτων αυτών ως μόνη και αποκλειστική αιτία να επέλθει ο θάνατος του.
Χωρίς τα άτομα αυτά ο Ρουπακιάς δεν θα πήγαινε μόνος του στο Κοράλλι και δεν θα τολμούσε μόνος του να μαχαιρώσει εν ψυχρώ το Φύσσα, με τον οποίο δεν είχε καμία διαφορά.
Μετά την καθαρογραφή της απόφασης του δικαστηρίου, ανοίγει ο δρόμος για την εκδίκαση της υπόθεσης σε δεύτερο βαθμό στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας.