Μία νέα υπόθεση μυστηρίου ήρθε στο φως με θύμα έναν 47χρονο γνωστό επιχειρηματία του Βόλου. Ένα στημένο σκηνικό που «έδειχνε» τροχαίο, ξεσήκωσε τους συγγενείς του εστιάτορα Δημήτρη Κουτλάγκα, που ξεκίνησαν την έρευνα για να βρουν την αλήθεια.
Δύο φίλοι του, που ήταν μαζί το απόγευμα της 4ης Φεβρουαρίου 2021 έξω από το χωριό του, Αργαλαστή, τον άφησαν βαριά τραυματισμένο στο Κέντρο Υγείας του χωριού, χωρίς να απαντήσουν στα ερωτήματα των γιατρών για το τι είχε συμβεί. Στη μητέρα του είπαν πως είχε πέσει θύμα τροχαίου με τη μηχανή του στον επαρχιακό δρόμο Αργαλαστής – Λεφοκάστρου, μία έρημη περιοχή, χωρίς κατοικίες και κάμερες. Όταν συγγενείς και φίλοι βρέθηκαν στο σημείο που τους υπέδειξαν, δεν εντόπισαν τη μηχανή του Δημήτρη και από εκεί ξεκίνησε το θρίλερ. Ώρες αργότερα, κάτοικοι του χωριού που περνούσαν από τον ίδιο χώρο, τη βρήκαν στην άκρη του δρόμου, με τα προσωπικά του αντικείμενα τοποθετημένα σ’ αυτήν. Ακόμα και τα κλειδιά της μηχανής του βρίσκονταν στην τσέπη του μπουφάν του, που ήταν άθικτο και προσεκτικά τοποθετημένο.
Ο άτυχος εστιάτορας έδωσε μάχη επί μήνες για να κρατηθεί στη ζωή, αλλά οι βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις που είχε, τον οδήγησαν στο θάνατο. Ο εισαγγελέας του Βόλου μετά την έρευνα των αστυνομικών της περιοχής, διέταξε προκαταρκτική εξέταση για να διερευνηθεί και το ενδεχόμενο της ανθρωποκτονίας.
Η εκπομπή της Αγγελικής Νικολούλη βρέθηκε στον τόπο και μίλησε με μάρτυρες που αποτελούν «κλειδιά» στην υπόθεση. Οι αντιφάσεις και τα κενά στις μαρτυρίες τους, ενισχύουν τις υποψίες όλων, πως κάτι άλλο συνέβη εκείνο το μοιραίο απόγευμα.
Το ενδιαφέρον του Βρετανού Πρωθυπουργού
Ο αγώνας της μάνας του 47χρονου επιχειρηματία να μάθει την αλήθεια, έχει συγκινήσει τους πάντες. Η ίδια διατηρεί στην Αργαλαστή μία γνωστή ταβέρνα με ιστορία περίπου ενός αιώνα και διάσημους πελάτες. Ανάμεσά τους, ο μπασίστας του θρυλικού ροκ συγκροτήματος Pink Floyd, Ρότζερ Γουότερς, αλλά και ο Βρετανός Πρωθυπουργός, Μπόρις Τζόνσον.
«Να είμαι η τελευταία μάνα που κλαίει το παιδί της. Μου έλεγε “μάνα δε θα σ’ αφήσω ποτέ” και έφυγε χωρίς να το θέλει. Από μικρός ήθελε να μείνει στο μαγαζί και να το δουλέψουμε μαζί» είπε η τραγική μάνα Νικολέτα Κουτλάγκα, με δάκρυα στα μάτια. Αναφερόμενη στην τραγωδία που χτύπησε την οικογένειά της, είπε πως ήταν αρκετός ο κόσμος που ευαισθητοποιήθηκε, ακόμα και ο Πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου. «Με πήρε τηλέφωνο μέχρι και ο Μπόρις Τζόνσον, ο Βρετανός Πρωθυπουργός, ο οποίος είναι τακτικός πελάτης για πολλά χρόνια, όπως και η οικογένειά του. Έμαθε τι είχε συμβεί και πρότεινε όταν συνέλθει να τον πάμε στην Αγγλία για να γίνει καλά» είπε.
Η κυρία Νικολέτα μίλησε και για τους «φίλους» που τον παράτησαν και δεν ενδιαφέρθηκαν για το εάν ζει ή πέθανε: «Αυτοί που ήταν φίλοι και πελάτες στο μαγαζί, δεν μπορώ να διανοηθώ ότι έφτασαν σε αυτό το σημείο, να χτυπήσουν ένα παιδί. Μου είπαν από το Κέντρο Υγείας της Αργαλαστής ότι τον πετάξανε έξω από το αυτοκίνητο και εξαφανίστηκαν».
Στην εκπομπή μίλησαν και δύο μάρτυρες που γνώριζαν τον Δημήτρη και εντόπισαν το μηχανάκι του στο χώρο που έγινε το «τροχαίο». Αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι πως δε βρισκόταν εκεί την ώρα που ο άτυχος άνδρας διεκομιζόταν από το κέντρο υγείας στο νοσοκομείο του Βόλου, αλλά φαίνεται να τοποθετήθηκε λίγες ώρες μετά.
«Με πήραν τηλέφωνο η μάνα και ο αδελφός του Δημήτρη, ήρθα να τους πάρω με το αυτοκίνητο και φύγαμε για το Λεφόκαστρο. Πηγαίναμε με 20χλμ στο δρόμο μήπως εντοπίσουμε κάτι, δεν βρήκαμε τίποτα όμως, ούτε το μηχανάκι, ούτε ίχνη που να μαρτυρούν πως έγινε εκεί κάποιο τροχαίο. Πήρε ο αδελφός του τον έναν από τους τρεις από την παρέα του Δημήτρη και τον ρώτησε σε ποιο σημείο περίπου έγινε το τρακάρισμα. Μας ανέφερε το μέρος, ξαναπήγαμε και δε βρήκαμε τίποτα. Στην επιστροφή από το νοσοκομείο του Βόλου μετά τις 04.00 τα ξημερώματα, το είδαμε στον ίδιο χώρο που είχαμε ερευνήσει πριν» είπε ο ένας.
Ο άλλος μάρτυρας, που βρήκε το μηχανάκι γύρω στα μεσάνυχτα, μίλησε στο «Τούνελ» από τον τόπο του συμβάντος.
«Παίρνοντας αυτή τη στροφή διακρίναμε μ’ έναν φίλο μου το μηχανάκι πεσμένο. Θεωρήσαμε πως κάποιος είχε ατύχημα και όταν πλησιάσαμε, το αναγνωρίσαμε και καταλάβαμε πως ανήκε στον Δημήτρη. Κατεβήκαμε και αρχίσαμε να ψάχνουμε. Βρήκαμε στη μηχανή το μπουφάν του και το σκουφάκι που φορούσε συνήθως. Στις τσέπες ήταν τα κλειδιά. Αποκλείεται να πέρασε κάποιος και να μην το είδε, αφού ήταν σε εμφανές σημείο», κατέληξε ο μάρτυρας.
Ο ένας από τους τρεις μάρτυρες που ήταν στην παρέα του Δημήτρη σ’ ένα εξοχικό σε κοντινή απόσταση από το χωριό, μίλησε στο «Τούνελ», αλλά κάθε άλλο παρά ξεκαθάρισε το ήδη θολό τοπίο.
«Ήρθε ο Δημήτρης μόνος του στην καλύβα που ήμασταν. Ήταν ένα παιδί πολύ καλό. Έφερε και ένα μπουκάλι τσίπουρο και μετά έφυγε. Αντί να πάει για Αργαλαστή, κατευθύνθηκε προς Λεφόκαστρο. Δεν ξέρω γιατί σηκώθηκε κι έφυγε απότομα, δεν έγινε ούτε φασαρία, ούτε τίποτα. Ο ένας από την παρέα τον εντόπισε πεσμένο στο δρόμο και ο άλλος πήγε να βοηθήσει, εγώ έκατσα στο καλύβι γιατί είχαμε αναμμένη τη φωτιά. Τον πήρανε, τον μετέφεραν με αμάξι στο κέντρο υγείας. Εγώ δεν ήμουν εκεί», ανέφερε ο μάρτυρας.
Αρνήθηκε το ενδεχόμενο να είχε προηγηθεί καβγάς, ενώ δεν μπόρεσε να δώσει κάποια απάντηση για τα κλειδιά της μηχανής, που βρέθηκαν στην τσέπη του μπουφάν του θύματος.
Η μαρτυρία του δεύτερου «φίλου» για τα όσα συνέβησαν
«Ότι ξέρω το έχω πει στην αστυνομία. Ρωτήστε να σας πούνε» είπε ένας ακόμη «φίλος» του θύματος, που βρισκόταν μαζί του εκείνο το μοιραίο απόγευμα. Μάλιστα, η Αγγελική Νικολούλη ρώτησε: «Εδώ σε αυτό το χώρο ήσασταν στις 4 Φεβρουαρίου του 2021;» με τον ίδιο να απαντά: «Εδώ έξω ακριβώς. Δεν ήμασταν μόνο εγώ με τον Δημήτρη. Ήμασταν από νωρίς δεκαπέντε άτομα. Τα υπόλοιπα τα έχω πει στην αστυνομία. Ο Σ**** κάποια στιγμή έφυγε να πάρει φαγητό. Ο Δημήτρης είχε φύγει νωρίτερα», ανέφερε.
«Ο φίλος μας τον βρήκε κατάχαμα και μας ειδοποίησε. Αυτό είναι όλο. Όταν πήγαμε εμείς, το μηχανάκι ήταν έξω από το δρόμο, στο χορτάρι. Ο Δημήτρης ήταν δίπλα του μπρούμητα και τον τρέξαμε στο κέντρο υγείας. Από τότε αντί να μας πουν ευχαριστώ και η μάνα του και ο αδελφός του, μας έχουν κάνει μπουλινγκ… Ό,τι μπορείς να φανταστείς. Είναι δυνατόν; Τέλος πάντων. Το μόνο λάθος μας είναι που δεν καλέσαμε ασθενοφόρο», κατέληξε.
Τι κατέθεσε ο βασικός μάρτυρας που βρήκε τον Δημήτρη
Ο μάρτυρας που φέρεται να εντόπισε βαριά χτυπημένο τον Δημήτρη στο σημείο, λέει στην κατάθεσή του: «Εγώ πήγα στη μία το μεσημέρι στο καλύβι . Εκεί βρισκόταν ήδη ο ***** και ο *****. Κατά τις τρεις ήρθε και ο Δημήτρης. Εμείς πίναμε κρασί κι εκείνος είχε φέρει μαζί του τσίπουρο. Δεν δημιουργήθηκε κανένα επεισόδιο μεταξύ μας. Εγώ έφυγα κάποια στιγμή για να πάω στην Αργαλαστή να αγοράσω τσιγάρα και φαγητά. Όταν γύρισα είδα ότι είχε αποχωρήσει ο Δημήτρης. Οι υπόλοιποι μου είπαν ότι έφυγε λίγο μετά από εμένα με το μηχανάκι του. Δε γνωρίζω τι ώρα έφυγε ακριβώς. Κατά τις 19.00 τον εντόπισα στην άκρη του οδοστρώματος προς Λεφόκαστρο, ανάσκελα και χωρίς να έχει τις αισθήσεις του. Πήρα τηλέφωνο τον φίλο μου που έχει το καλύβι και ήρθε και ο ίδιος στο σημείο. Βάλαμε τον Δημήτρη στο αυτοκίνητο και τον μεταφέραμε στο Κέντρο Υγείας Αργαλαστής».
Η μία εκ των δικηγόρων της οικογένειας, Μαρία Βαγενά, μίλησε για την πορεία των ερευνών στην υπόθεση, αλλά και για τα «καυτά» ερωτήματα που έχουν προκύψει γύρω από τις συνθήκες θανάτου του άτυχου άνδρα.
«Δεν έχει γίνει απόδοση κατηγοριών σε κάποιο συγκεκριμένο πρόσωπο, διερευνάται όμως από τις αρμόδιες εισαγγελικές Αρχές η ύπαρξη τυχόν αξιόποινων πράξεων εις βάρος του θύματος. Εάν ήταν ένα απλό τροχαίο η υπόθεση θα είχε τεθεί στο αρχείο. Υπάρχουν αρκετά κενά για το χρόνο, τον τόπο και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες βρέθηκε η μηχανή, το μπουφάν του θύματος που τοποθετήθηκε στο σημείο με τα κλειδιά μέσα, γεγονότα δηλαδή που δε συνάδουν με ένα τροχαίο. Επιπλέον, δεν έχουν βρεθεί τέτοια χαρακτηριστικά στο δρόμο που να υποδεικνύουν πως έγινε εκεί κάποιο ατύχημα. Σοβαρά ερωτήματα τα οποία πρέπει να απαντηθούν, προκειμένου να υπάρχει μία σαφής εικόνα για τους συγγενείς, αλλά και για την τοπική κοινωνία του Βόλου. Εάν έχει χαθεί συνεπεία μίας εγκληματικής ενέργειας, θα πρέπει να αποδοθεί Δικαιοσύνη και να τιμωρηθούν τυχόν ένοχοι», ανέφερε χαρακτηριστικά η κυρία Βαγενά.
Στην εκπομπή μίλησε και ένας φίλος του αδικοχαμένου άνδρα, περιγράφοντάς τον ως ένα φιλόσοφο, που αγαπούσε πολύ τον κόσμο: «Ο Δημήτρης δεν μπορεί να γυρίσει, αλλά η Δικαιοσύνη είναι το μόνο πράγμα που μπορούμε να δώσουμε σε αυτόν και την οικογένειά του».