Την εκτίμηση ότι από τις δημόσιες συστάσεις μεταβαίνουμε στην ατομική ευθύνη, εξέφρασε η παθολόγος, καθηγήτρια Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, σχολιάζοντας την άρση του μέτρου της υποχρεωτικής χρήσης μάσκας σε αεροπλάνα και αεροδρόμια της ΕΕ από τις 16 Μαΐου.
«Το πράσινο φως ενδεχομένως δόθηκε από την ΕΕ, γιατί έχουμε πλέον την τέταρτη δόση για τις ευπαθείς ομάδες, οπότε έχουμε τη δυνατότητα ως πληθυσμοί να είμαστε ασφαλείς, λόγω και της ήδη υπάρχουσας ανοσίας. Μπορεί να μην είναι υποχρεωτικό να φοράει κάποιος μάσκα. Αν όμως, είτε είναι ο ίδιος ευπαθής, ή διαβιεί σε οικογενειακό ή επαγγελματικό χώρο όπου υπάρχουν ευπαθή άτομα, είναι καλό να συνεχίσει να την χρησιμοποιεί, είτε για την δική του προστασία, είτε για να προστατεύσει τους πιο ευάλωτους» είπε αρχικά.
Σε ό,τι αφορά στην πορεία της πανδημίας η κ. Ψαλτολπούλου, εξήγησε ότι για να μιλήσουμε για το μέλλον δηλαδή καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνα, στην ουσία τρία στατιστικά στοιχεία θα είναι αυτά που θα μας διαφωτίσουν. «Το πρώτο στοιχείο είναι, νοσήσεις, διασωληνώσεις, θάνατοι, το οποίο και θα μας δείξει το βάρος που υπάρχει στα συστήματα υγείας. Το δεύτερο είναι ότι θα πρέπει να ελέγχουμε διεθνώς αν δημιουργείται κάπου μία νέα μετάλλαξη με δυσμενή χαρακτηριστικά, ειδικά ως προς τη βαριά νόσηση. Και το τρίτο που θα κοιτάζουμε, είναι πόσος πληθυσμός έχει αυτά τα μακροχρόνια συμπτώματα του long covid. Aν δεν υπάρξει νέα μετάλλαξη με δυσμενή χαρακτηριστικά, λόγω της μεγάλης ανοσίας που υπάρχει, προβλέπεται να γυρίσουμε στην παλιά μας κανονικότητα» σημείωσε.
Προβληματισμός για τις μεταλλάξεις της Όμικρον
Στο πλαίσιοα αυτό σχολίασει τον προβληματισμό της επιστημονικής κοινότητας για το αν οι δύο υποπαραλλαγές της Όμικρον, ΒΑ.4 και ΒΑ.5, μπορεί να προκαλέσουν ένα νέο επιδημικό κύμα, ή αν προοιωνίζονται ενδημικότητα του ιού:
«Πραγματικά δεν μπορούμε να προβλέψουμε ποιες καινούργιες μεταλλάξεις μπορεί να δημιουργηθούν και αν αυτές οδηγούν σε μεγαλύτερη μεταδοτικότητα ή σε μεγαλύτερη παθογονικότητα του ιού. Και επίσης κάτι πολύ σημαντικό είναι τώρα που έχουμε την εμβολιαστική κάλυψη, αν είναι αποτελεσματική σε αυτές τις μεταλλάξεις του κορωνοϊού. Επομένως μπορεί να περιμένουμε και καινούργιες μεταλλάξεις ή υπομεταλλάξεις, αλλά τα σημαντικά στοιχεία θα πρέπει να τα δούμε σε επίπεδο πληθυσμού και οι πληθυσμοί (είτε έχουν νοσήσει σε μεγάλο βαθμό, είτε έχουν εμβολιαστεί) είναι αυτοί που θα μας δείξουν τελικά αν κάποια νέα παραλλαγή μπορεί να δημιουργήσει ένα μεγάλο πρόβλημα, κυρίως μέσω σοβαρότερης νόσησης».
Για το καμπανάκι κινδύνου που σήμανε ομάδα ερευνητών από το Ισραήλ, σύμφωνα με την οποία η προηγούμενη παραλλαγή του κορωνοϊού, η Δέλτα, εξακολουθεί να κυκλοφορεί κρυφά στην κοινότητα, η καθηγήτρια σχολίασε: «Οι επιστήμονες σε διάφορες χώρες κάνουν διάφορες προβλέψεις για το τι μπορεί να γίνει. Από κει και πέρα εμείς ακολουθούμε τις συστάσεις από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων. Αυτό που έχει βρεθεί και έχουμε δει μέχρι τώρα, είναι ότι το μεταλλαγμένο στέλεχος Όμικρον, λόγω της τεράστιας μεταδοτικότητας του, σε όποια περιοχή και αν έχει πάει , ξεπερνάει σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, οποιοδήποτε άλλο στέλεχος. Οπότε σε όλες τις περιοχές περιμένουμε την επικράτηση της Όμικρον, αν δεν έχει ήδη επικρατήσει. Ακόμη και αν πράγματι μπορεί να υπάρχουν έστω και μη ανιχνεύσιμες απειροελάχιστες ποσότητες του στελέχους Δέλτα. Επομένως αυτή τη στιγμή τουλάχιστον αν δεν υπάρχει κάποια μεγάλου βαθμού διαφορετικότητα στη Δέλτα, δεν περιμένουμε αλλαγή της εικόνας από την κυριαρχία της Όμικρον».
«Οι επανανοσήσεις μπορεί να είναι πολύ βαριές σε πολύ μεγάλες ηλικίες»
Τέλος, η κ. Ψαλτοπούλου απάντησε σε ένα ερώτημα που εύλογα απασχολεί τον κόσμο, δηλαδή αν οι επανανοσήσεις είναι πιο ήπιες ή πιο βαριές.
«Δυστυχώς το εμβόλιο δεν μπορεί να αποτρέψει της επανανοσήσεις. Ειδικά οι ανεμβολίαστοι είναι πιο εύκολο να εκδηλώσουν συμπτώματα στην επανανόσηση. Όμως, σε πολύ μεγάλες ηλικίες έχουμε τον κίνδυνο πολύ βαριάς νόσησης. Οι επανανοσήσεις γενικά μπορεί να τύχει να είναι και πιο βαριές, όμως επειδή έχουμε ήδη νοσήσει ή εμβολιαστεί, σπανίως οδηγούν σε διασωλήνωση και σε θάνατο» κατέληξε.