Ανθρωποκυνηγητό έχει εξαπολύσει η ΕΛ.ΑΣ. για τον εντοπισμό ενός σκληρού ποινικού που κηρύχθηκε δραπέτης, όταν δεν επέστρεψε στις Φυλακές Τρίπολης από τακτική άδεια που είχε πάρει.
Ο 56χρονος, με «βαρύ» όνομα στον κόσμο των φυλακών, καθώς είχε πρωτοστατήσει στην πολυήμερη εξέγερση στον Κορυδαλλό το 1995, είχε λάβει άδεια έξι ημερών συν δύο επιπλέον για οδοιπορικά. Με το πέρας της άδειας, όμως, ο ισοβίτης επέλεξε να μην επιστρέψει στο κελί του, ελπίζοντας ότι δεν θα συλληφθεί.
Πρόκειται για έναν βαρυποινίτη ο οποίος με απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων εκτίει ποινή δις ισόβια συν κάθειρξη 20 ετών για ανθρωποκτονία από πρόθεση από κοινού, βιασμό κατ’ εξακολούθηση από κοινού, απρόκλητη φθορά κατά συρροή, κλοπή κατά συρροή, παράνομη οπλοφορία και παράνομη οπλοκατοχή, καθώς ήταν από τους πρωταγωνιστές της μεγάλης εξέγερσης των Φυλακών Κορυδαλλού, με τραγικό απολογισμό τέσσερις νεκρούς και 72 τραυματίες. Η μεγάλη εξέγερση του 1995 είχε συγκλονίσει την κοινή γνώμη και είχε στριμώξει την κυβέρνηση, που υποσχόταν ικανοποίηση των αιτημάτων των κρατουμένων.
Ολα ξεκίνησαν το πρωί της 14ης Νοεμβρίου του 1995, όταν ομάδα κρατουμένων διατύπωσε τα αιτήματα της αποσυμφόρησης, του διαχωρισμού τοξικομανών – ποινικών και της βελτίωσης των συνθηκών, έχοντας κρατήσει ομήρους σωφρονιστικούς υπαλλήλους. Η εξέγερση εξαπλώθηκε άμεσα και εκατοντάδες κρατούμενοι κατέλαβαν τις φυλακές, καίγοντας και βανδαλίζοντας, ενώ αντίπαλες ομάδες σκληρών ποινικών βρήκαν την ευκαιρία να λύσουν με αιματηρό τρόπο τις διαφορές τους. Κατά την τρίτη ημέρα της εξέγερσης ομάδα κρατουμένων μπήκε σε κελί της απομόνωσης, όπου βρισκόταν ο 27χρονος Δημήτρης Καραμούτης, που είχε ζητήσει να απομονωθεί επειδή φοβόταν για τη ζωή του. Με βιαιότητα που σόκαρε και τον ίδιο τον ιατροδικαστή Δημοσθένη Μπούκη, οι δράστες τον βασάνισαν βάναυσα, τον βίασαν ομαδικά, τον μαχαίρωσαν δεκάδες φορές στο στήθος, τον απαγχόνισαν κρεμώντας τον με ένα σεντόνι, τον έλουσαν με πετρέλαιο και τον έκαψαν.
Στο μεταξύ, ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις είχαν περιζώσει το συγκρότημα των φυλακών, συμπεριλαμβανομένου του τμήματος ανηλίκων, όπου και εκεί είχε εκδηλωθεί στάση. Εισαγγελείς και εκπρόσωποι της ηγεσίας του υπουργείου Δικαιοσύνης είχαν επιδοθεί σε έναν αγώνα διαπραγματεύσεων με τους επικεφαλής των στασιαστών. Δεν ήταν λίγες, άλλωστε, οι φορές που επιχειρήθηκε ομαδική απόδραση με αποτέλεσμα συγκρούσεις με τα ΜΑΤ. Ο φόβος ήταν μήπως οι δεξαμενές πετρελαίου των φυλακών, τις οποίες απειλούσαν να κάψουν οι κρατούμενοι, τινάξουν την περιοχή στον αέρα. Εν μέσω διαπραγματεύσεων τρεις κρατούμενοι μεταφέρθηκαν νεκροί στο νοσοκομείο από υπερβολική δόση χαπιών που είχαν κλέψει από το φαρμακείο. Εντρομοι κρατούμενοι καλούσαν στα ΜΜΕ και έκαναν δραματικές εκκλήσεις να δώσει τέλος η Πολιτεία στην εξέγερση, φοβούμενοι ότι θα πέσουν στα χέρια κρατουμένων με τους οποίους είχαν διαφορές.
Οι θάνατοι, ωστόσο, κλόνισαν τους στασιαστές, πολλοί από τους οποίους μετά την πέμπτη ημέρα άρχισαν να επιστρέφουν στα κελιά τους. Τελικά η φυλακή παραδόθηκε στις Αρχές από τους εξεγερμένους το μεσημέρι της 19ης Νοεμβρίου, παρουσία εισαγγελέα και του γενικού γραμματέα του υπουργείου Δικαιοσύνης, αλλά και εκπροσώπων των δικηγορικών συλλόγων. Η επόμενη μέρα έδειξε το εύρος των καταστροφών. Είχαν καταστραφεί ολοσχερώς το ιατρείο, το αρχιφυλακείο, τα επισκεπτήρια, το μαγειρείο και όλοι οι κοινόχρηστοι χώροι. Για όσα συνέβησαν ασκήθηκαν διώξεις και οδηγήθηκαν στο δικαστήριο 13 κρατούμενοι, για ανθρωποκτονία, αρπαγή, εμπρησμό, στάση, κλοπή και πρόκληση επικίνδυνων σωματικών βλαβών.