Από τον
Σωτήρη Λέτσιο
[email protected]
Τις ημέρες αυτές μας δίνεται η αφορμή να θυμηθούμε μια σημαντική μορφή του ελληνικών γραμμάτων, αλλά και του μικρασιατικού πολιτισμού.
Στις 17 Μαρτίου 2015 έφυγε από τη ζωή -πλήρης ημερών- ο Γεώργιος Βλέσσας: Αξιο τέκνο της μάνας Σμύρνης, εκδότης και συγγραφέας με πλούσιο έργο σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, ήταν ο τελευταίος επιζών από τους πρόσφυγες της Μικρασίας. Δικαίως συγκαταλέγεται δίπλα στους Φώτη Κόντογλου, Ηλία Βενέζη, Γιώργο Σεφέρη, Κοσμά Πολίτη, Διδώ Σωτηρίου, το έργο των οποίων παραμένει κτήμα εσαεί στο πεδίο της πολιτισμικής κληρονομιάς της Μικράς Ασίας.
Ήταν η χρονιά 1910 όταν ερχόταν στη ζωή ο Γεώργιος Βλέσσας στη Σμύρνη, στην πόλη-καμάρι των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Προερχόταν από μεγαλοαστική οικογένεια και μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον το οποίο συνέβαλε τα μέγιστα στην καλλιέργειά του και στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Ο πατέρας του εργαζόταν ως σταθμάρχης στον σιδηροδρομικό σταθμό του Αϊδινίου, ενώ ο Γεώργιος, ως μαθητής, φοίτησε στην περίφημη Γαλλική Σχολή της Σμύρνης.
Παρέα με άλλα παιδιά από τις διαφορετικές εθνότητες που αποτελούσαν το κοσμοπολίτικο περιβάλλον της πόλης (Γάλλοι, Άγγλοι, Ιταλοί, Γερμανοί, Αρμένιοι, Εβραίοι, Τούρκοι κ.ά.) έπαιζε στους δρόμους και στις αλάνες των γειτονιών, με τη χαρά και την ανεμελιά που πάντα συνοδεύουν την παιδική ηλικία.
Του άρεσε να επισκέπτεται την πολυσύχναστη προκυμαία -το θρυλικό «Και»- (σ.σ.: πρόκειται για μια στενή λωρίδα γης, η οποία εκτεινόταν σε μήκος 3.350 μ.), όπου εκεί καθόταν με τις ώρες και ψάρευε αγναντεύοντας τη θάλασσα του Αιγαίου. Η σκέψη του συχνά επέστρεφε -τα κατοπινά χρόνια- στην περίοδο εκείνη, και μέσα από τις αναμνήσεις ξαναζωντάνευε ο ολάνθιστος κήπος του σπιτιού του στη Σμύρνη, το οποίο βρισκόταν κοντά στη θάλασσα. Άφηνε, μάλιστα, να τον κυριεύει η συγκίνηση κάθε φορά που άκουγε τραγούδια παραδοσιακά της Σμύρνης, τα οποία του θύμιζαν την ομορφιά και την αθωότητα ενός κόσμου που είχε γίνει πια στάχτη.
Το καλοκαίρι του 1922 τα σύννεφα της επερχόμενης συμφοράς είχαν αρχίσει να συρρέουν πάνω από τη Σμύρνη. Ο ελληνικός Στρατός υποχωρούσε και ο ελληνικός πληθυσμός, σε κατάσταση απελπισίας, παρακολουθούσε τις εξελίξεις. Ο πατέρας του Γεωργίου Βλέσσα είχε ήδη πεθάνει, ενώ η αδελφή του, θορυβημένη από τα διαδραματιζόμενα, επέμενε ότι η οικογένεια θα έπρεπε να εγκαταλείψει εγκαίρως τη Σμύρνη.
Μέσα σε ένα μπαούλο έβαλαν ό,τι πιο πολύτιμο αντικείμενο είχαν (μεταξύ αυτών κηροπήγια, σερβίτσια, ποτήρια περίτεχνα διακοσμημένα κ.α.), επιβιβάστηκαν σε ένα καΐκι και μια μόλις ημέρα πριν από την είσοδο των Τούρκων στην πόλη έφυγαν για να γλιτώσουν από τη σφαγή. Ο πρώτος σταθμός της προσφυγιάς ήταν γι’ αυτούς η Μυτιλήνη.
Σύντομη η παραμονή τους εκεί, αφού έπειτα από δύο μήνες φτάνουν στην Αθήνα και εγκαθίστανται στο Κουκάκι. Δύσκολος και ανηφορικός ο δρόμος της νέας πραγματικότητας, πολλά τα προβλήματα που θα έπρεπε να υπερβούν.
Ο μικρός Γεώργιος έπρεπε και αυτός να συμβάλει στην οικονομική ενίσχυση της μητέρας και της αδελφής του. Για τον λόγο αυτό έπιασε δουλειά σε ένα εμπορικό κατάστημα, στην οδό Βουλής, στο κέντρο της Αθήνας. Κοντά στον τόπο της εργασίας του υπήρχε και ένα μαγαζί με γραμματόσημα. Σε αυτό το μαγαζί άρχισε να εργάζεται έπειτα από λίγο καιρό, ενώ ταυτόχρονα το νέο αυτό περιβάλλον σηματοδότησε την ενασχόλησή του με τη συλλογή γραμματόσημων.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1930 ο Βλέσσας μετακομίζει στη Νέα Σμύρνη, όπου έζησε έως το τέλος της ζωής του. Κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Αλβανία, ο Γεώργιος Βλέσσας στρατεύεται και μάχεται ηρωικά εναντίον των Ιταλών εισβολέων. Αρρωσταίνει σοβαρά, η ζωή του βρίσκεται σε κίνδυνο, αλλά έπειτα από πολλές κακουχίες καταφέρνει να επιστρέψει στην Αθήνα. Αυτό όμως που οφείλουμε να αναφέρουμε και να υπογραμμίσουμε είναι η μεγάλη προσφορά του Γεωργίου Βλέσσα στη μόρφωση και την καλλιέργεια των παιδιών, αφού ήταν ο πρώτος στην Ελλάδα που πήρε την πρωτοβουλία για την έκδοση περιοδικού για παιδιά!
Το «Ελληνόπουλο»
Ήταν μόλις 18 ετών όταν εξέδωσε στην Αθήνα, το 1928, το περιοδικό «Ελληνόπουλο», ενώ έπειτα από δύο χρόνια ακολούθησε το περιοδικό «Παιδικός Κόσμος» (1930-1952). Το περιοδικό αυτό -σύμφωνα και με τον ίδιο- εξέφραζε την ίδια του την ψυχή! Το υπουργείο Παιδείας με σχετικές εγκυκλίους συνιστούσε στους μαθητές να διαβάζουν τον «Παιδικό Κόσμο», το οποίο είχε φθάσει να έχει 2.500 συνδρομητές, ενώ άλλα 2.000 τεύχη διατίθεντο στα σχολεία.
Στα σχολεία έφθανε και το έντυπο «Παιδαγωγική» (1936-1940), εκδοτική και αυτή πρωτοβουλία του Βλέσσα, που απευθυνόταν στους εκπαιδευτικούς. Από το 1936 έως το 1940 ο Βλέσσας μέσα από τα έντυπά του αγωνιζόταν να διδάξει στα Ελληνόπουλα τα ελληνορθόδοξα ιδανικά και την αγάπη στην πατρίδα, ερχόμενος συχνά αντιμέτωπος με τις συνθήκες λογοκρισίας της δικτατορίας του Μεταξά. Στη μεταπολεμική περίοδο -από το 1968 έως το 1972- εξέδωσε το περιοδικό «Χαρούμενες Ώρες».
Πολύτιμη, επίσης, υπήρξε και η συμβολή του στην ίδρυση για πρώτη φορά στην Ελλάδα παιδικού ερασιτεχνικού θεάτρου. Μέσα από τα περιοδικά του αγωνίστηκε για έναν κόσμο γεμάτο από ανθρωπιά, δικαιοσύνη και χαμόγελο. Μέσα από τα μάτια και την ψυχή των παιδιών οραματίστηκε το μέλλον ενός καλύτερου κόσμου.
Από το 1974 ο Γεώργιος Βλέσσας έγινε μέλος της Εστίας της Νέας Σμύρνης και προσέφερε στα μουσεία της ιερά κειμήλια, εκ των οποίων ξεχωρίζουν το ιερό Ευαγγέλιο και τα ιερά σκεύη τα οποία υπήρχαν στο ιερό ορθόδοξης εκκλησίας στη Μικρά Ασία. Το 1988 η Εστία Νέας Σμύρνης τίμησε τον Γεώργιο Βλέσσα για την πολύχρονη προσφορά του στον τομέα της λογοτεχνίας και στην αγωγή του παιδιού στην Ελλάδα.