Η μάχη της Ελλάδος για την ελευθερία της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης είχε αρχίσει πολύ πριν από την απόβαση του Ελληνικού Στρατού στα παράλια της Ιωνίας. Την Ελλάδα αντιμάχονταν οι Ιταλοί, πολλοί Γάλλοι και Αγγλοι, εκτός από τον Λόιντ Τζορτζ. Εκείνος πίστευε στη δύναμη του ελληνικού κυττάρου.
Χαρακτηριστικά είναι όσα αναφέρει ο Τσόρτσιλ για τις συζητήσεις μεταξύ των μελών του αγγλικού υπουργικού συμβουλίου. Τον Δεκέμβριο του 1919 και τον Ιανουάριο του 1920 το αγγλικό υπουργικό συμβούλιο διεξήγαγε βιαιότατες συζητήσεις αν ο σουλτάνος, υπό την ιδιότητα του χαλίφη των πιστών, θα έμενε στην Κωνσταντινούπολη, ενώ οι Τούρκοι θα εκδιώκονταν από την Ευρώπη. Ενα δεύτερο θέμα σοβαρό ήταν αν η Αγία Σοφία θα γινόταν και πάλι ναός. Ο λόρδος Κόρζον, ο οποίος κατείχε το χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Εξωτερικών, αντιτάχθηκε με πείσμα στον Εντουιν Σάμιουελ Μόνταγκιου (1879-1924).
Ο τελευταίος ήταν ο υπουργός Εξωτερικών για την Ινδία και διαδραμάτισε τον χειρότερο ρόλο εναντίον της Ελλάδος, εξ ονόματος των Ινδών μουσουλμάνων. Συρόταν από την κοινή ινδική γνώμη, τις ευαισθησίες του μωαμεθανικού κόσμου, τα φιλοτουρκικά αισθήματα του συντηρητικού (αγγλικού) κόμματος και τα ογκώδη υπομνήματα του ινδικού γραφείου.
Σύμφωνα με τις απόψεις του Μόνταγκιου, η έξωση των Τούρκων και του χαλίφη από την Κωνσταντινούπολη, με τη συγκατάθεση ή, έστω, και τη συνενοχή της Αγγλίας, θα ήταν καταστροφική. Οτι θα κατάφερε ένα μοιραίο πλήγμα στα αισθήματα προς την Αγγλία των δύο τρίτων των λαών και θρησκευτικών αιρέσεων που κατοικούσαν στην Ινδική Χερσόνησο.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον λόρδο Κόρζον, όλα αυτά δεν είχαν καμία σημασία. Οι μωαμεθανοί, για τους οποίους λέγονταν όλα αυτά, δεν είχαν διστάσει να πολεμήσουν με πραγματικό μένος και γενναιότητα σε διάφορα θέατρα του πολέμου εναντίον των στρατευμάτων του Τούρκου χαλίφη. Οταν δε έγινε λόγος για την επαναφορά της Αγίας Σοφίας στη φυσική της λειτουργία, ο Μόνταγκιου παρατήρησε ότι ήταν μεγάλης ιερότητας μουσουλμανικός χώρος επί 460 χρόνια. Για να του ανταπαντήσει ο λόρδος Κόρζον: «Ναι, αλλά υπήρξε προηγουμένως εκκλησία επί 915 χρόνια».
Υπέρ των Τούρκων
Από όσα αναφέρθηκαν καταφαίνεται το μέγεθος και το πλήθος των δυσχερειών τις οποίες καλείτο να αντιμετωπίσει η ελληνική αντιπροσωπία. Ο Τσόρτσιλ παρείχε χαρακτηριστικές πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο ενισχύονταν οι Τούρκοι στον πόλεμο εναντίον των Ελλήνων.
Πως τους ενίσχυαν Ιταλοί, Γάλλοι και Ρώσοι την ίδια στιγμή κατά την οποία η παρουσία των Συμμάχων, λόγω της αδυναμίας τους, βασιζόταν στις 200.000 ελληνικές λόγχες στη Μικρά Ασία. Δεν δίστασε δε να αναφέρει τις αναρίθμητες ταπεινώσεις στις οποίες υποβάλλονταν οι Αγγλοι και οι άλλοι Σύμμαχοι. Αναφέρει χαρακτηριστικά τον συνταγματάρχη σερ Αλφρεντ Ρόλινσον, αδελφό του ονομαστού αρχηγού της 4ης Βρεταννικής Στρατιάς. Υποβλήθηκε στις χειρότερες ταπεινώσεις και δοκιμασίες από τους Τούρκους και παρ’ ολίγον να χάσει και τη ζωή του.
Αναφερόμενος στη Συνδιάσκεψη που συνήλθε στο Παρίσι τον Φεβρουάριο 1921 για την αναθεώρηση της Συνθήκης τω Σεβρών, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ έδραξε πάλι την ευκαιρία να υμνήσει τον Ελληνα στρατιώτη. Τους άνδρες του Ελληνικού Στρατού τους οποίους τόσο κακομεταχειρίστηκαν όχι μόνο οι ξένοι για λόγους σκοπιμότητας, αλλά και Ελληνες, αγνοώντας, παραγνωρίζοντας και παραμορφώνοντας την προσφορά και τις θυσίες τους.
Πάντως, η νέα ελληνική κυβέρνηση, η οποία ανέλαβε μετά την πτώση του Ελευθερίου Βενιζέλου, απέρριψε τις προτάσεις των Συμμάχων που αφορούσαν την περιοχή της Σμύρνης και της Ανατολικής Θράκης.
«Λυσσώδης πόλεμος»
Ελεγε ο Τσόρτσιλ ότι «η Ελλάς απέρριψε τις συμμαχικές προτάσεις και δήλωσε ότι ήταν μόνη της ικανή και αβοήθητη να κρατήσει και να διατηρήσει τα εδάφη τα οποία της είχε παραχωρήσει η Συνθήκη των Σεβρών. Την εποχή εκείνη η Ελλάδα διατηρούσε υπό τα όπλα στη Μικρά Ασία 200.000 στρατιώτες, δαπανώντας εβδομαδιαίως τουλάχιστον ένα τέταρτο εκατομμυρίου λίρες. Οι Τούρκοι διεξήγαγαν φιλικές διαπραγματεύσεις με τους Γάλλους και, αφού ενθαρρύνθηκαν από τη Συνθήκη που υπέγραψαν με τους Ρώσους, ενισχύονταν συνεχώς και ταχέως σε αριθμό και μαχητική δύναμη».
Και συνέχιζε ο Αγγλος πολιτικός: «Μόνον οίκτο έπρεπε να αισθάνεται κανείς για τη μάζα του ελληνικού λαού κατά την περίοδο αυτή της ιστορίας του. Είχε αναλάβει έργο υπεράνω των δυνάμεών του, διότι όχι μόνον εγκαταλείφθηκε η Ελλάδα από τους συμμάχους της, αλλά και δεχόταν λυσσώδη πόλεμο. Είχαν υποβληθεί στους Ελληνες ερωτήματα στα οποία δεν ήταν αρμόδιοι να απαντήσουν. Δεν είχαν γνώση των συναφών συνεπειών στις αποφάσεις που έλαβαν. Ηταν στη μακρύτερη χρονικά και από κάθε άλλο λαό πολεμική κινητοποίηση, σε έναν κόσμο κουρασμένο από τον πόλεμο. Ηταν διαιρεμένοι από διχόνοιες και συνυπήρχαν δύο εχθρικά έθνη μέσα στο ίδιο κράτος. Και όμως υπό τις φοβερές αυτές συνθήκες τα ελληνικά στρατεύματα διατήρησαν επί μακρό χρόνο αξιοσημείωτη πειθαρχία και σταθερότητα…»
Οι αποκαλύψεις όμως και οι διαπιστώσεις του Τσόρτσιλ δεν σταματούσαν εκεί. Μένει κατάπληκτος κανείς από όσα έπραξαν οι σύμμαχοι της Ελλάδος για να καταπολεμήσουν τον Ελληνα στρατιώτη και την Ελλάδα. Οσα έπραξαν ήταν ύπουλα, καθαρά εχθρικά. Και όμως, ο Ελληνας στρατιώτης μαχόταν επί τρία ολόκληρα χρόνια στη Μικρά Ασία καταπολεμούμενος και υπονομευόμενος.
«Τώρα έμεινα μόνος!»
Το αποτέλεσμα των εκλογών του Νοεμβρίου του 1920 στην Ελλάδα υπήρξε απρόοπτο για τους Αγγλους και τους άλλους Συμμάχους. Μολονότι πολλοί από τους Συμμάχους είχαν εργαστεί για το αποτέλεσμα αυτό. Η είδηση έφτασε στην Αγγλία την ώρα που ο πρωθυπουργός Λόιντ Τζορτζ βρισκόταν στην αίθουσα του υπουργικού συμβουλίου. Μαζί του ήταν και ο Τσόρτσιλ, ο οποίος περιγράφει με δραματικές λέξεις την κατάπληξη του Λόιντ Τζορτζ.
Αναφέρει ο Τσόρτσιλ πως ο Αγγλος ηγέτης με τον συνήθη αυθορμητισμό του και έχοντας σκληρύνει από τις δοκιμασίες που είχε περάσει στο διάστημα του πολέμου συγκρατήθηκε και περιορίστηκε να πει με κάποιο μορφασμό να διαγράφεται στο πρόσωπό του: «Τώρα έμεινα μόνος!» Το είπε ο Λόιντ Τζορτζ διότι την εποχή εκείνη ο Ουίλσον ήταν ασθενής, ο Ιταλός Ορλάνδο είχε ηττηθεί στις εκλογές και ο Κλεμανσό είχε αποχωρήσει από την αρχή.
Αντιβασιλικό μένος από τρεις Μεγάλες Δυνάμεις
Οι Σύμμαχοι, τουλάχιστον εκείνοι που καταπολεμούσαν λυσσωδώς τις αξιώσεις της Ελλάδος, με την πτώση του Ελ. Βενιζέλου και την απόφασή του να παραιτηθεί και να φύγει από την Ελλάδα είχαν την ευκαιρία να αποβάλουν κάθε δισταγμό. Αλλά και τα φιλοτουρκικά αγγλικά στοιχεία είχαν την ευκαιρία να αρχίσουν έντονη προπαγάνδα υπέρ της Τουρκίας.
Ο λόρδος Κόρζον, απηχώντας τις ψύχραιμες αντιλήψεις του Φόρεϊν Οφις, πρότεινε, αφενός, την παροχή σχετικής βοήθειας στην Ελλάδα και, αφετέρου, την αναγνώριση του βασιλιά Κωνσταντίνου. Αλλά η συμμαχική διάσκεψη, η οποία συνήλθε στο Παρίσι στις 3 Δεκεμβρίου 1920 (Νέο Ημερολόγιο) απέρριψε αυτές τις προτάσεις.
Οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις ειδοποίησαν την ελληνική κυβέρνηση ότι «μολονότι δεν ήθελαν να επέμβουν στα εσωτερικά της Ελλάδος, η αποκατάσταση του βασιλιά Κωνσταντίνου θα δημιουργούσε δυσχερή κατάσταση στις σχέσεις μεταξύ της Ελλάδος και των Συμμάχων». Επίσης ότι «οι τρεις συμμαχικές κυβερνήσεις επιφύλασσαν στον εαυτό τους την απόλυτη ελευθερία ν’ αντιμετωπίσουν την κατάσταση που είχε δημιουργηθεί».
Σε δεύτερη διακοίνωσή τους, η οποία επιδόθηκε την επομένη, δήλωναν ότι «αν ο Κωνσταντίνος επέστρεφε στον θρόνο, η Ελλάδα δεν θα λάμβανε πλέον κανενός είδους οικονομική βοήθεια». Οι σύμμαχοι πρεσβευτές έμειναν στην Αθήνα, αλλά έλαβαν την εντολή να διατηρούν μόνον τυπικές σχέσεις με την κυβέρνηση και να αγνοούν τον βασιλέα, τη βασιλική οικογένεια και την Αυλή. Και άρχισαν τότε απροσχημάτιστη η ιταλική βοήθεια προς τους Τούρκους και ο γαλλικός ανταγωνισμός.
Λόιντ Τζορτζ: Λαός του μέλλοντος οι Ελληνες στην Αν. Μεσόγειο
Από τους Αγγλους πολιτικούς μόνο ο Λόιντ Τζορτζ εξακολουθούσε να πιστεύει στην ελληνική δυναμικότητα. Και εξέφραζε ελεύθερα τις σκέψεις του στον Τσόρτσιλ, μολονότι δεν αποδεχόταν τις αντιλήψεις του.
«Οι Ελληνες», έλεγε, «είναι ο λαός του μέλλοντος στην Ανατολική Μεσόγειο. Πολλαπλασιάζονται και είναι γεμάτοι δραστηριότητα. Αντιπροσωπεύουν τον χριστιανικό πολιτισμό εναντίον της τουρκικής βαρβαρότητας. Η μαχητική τους δύναμη υποτιμάται χονδροειδώς από τους στρατηγούς μας. Μία μεγαλύτερη Ελλάδα θα είναι για την Αγγλία ανεκτίμητης αξίας πλεονέκτημα. Οι Ελληνες από παράδοση, ροπή αλλά και από συμφέρον είναι φιλικά διακείμενοι προς τους Αγγλους.
»Είναι τώρα ένα έθνος πέντε έξι εκατομμυρίων και εντός πενήντα ετών, αν μπορέσουν να κρατήσουν τα εδάφη τα οποία τους παραχωρήθηκαν, θα είναι ένα έθνος είκοσι εκατομμυρίων. Είναι καλοί ναυτικοί και θα αναπτύξουν ναυτική δύναμη. Θα κατέχουν τα σημαντικότερα νησιά στην Ανατολική Μεσόγειο. Τα νησιά είναι οι ισχυρές ναυτικές βάσεις του μέλλοντος. Εκτείνονται στα πλευρά των συγκοινωνιών μας διαμέσου της Διώρυγας του Σουέζ προς την Ινδία, την Απω Ανατολή και την Αυστραλία. Οι Ελληνες είναι ευγνώμονες και, αν είμαστε σταθεροί φίλοι της Ελλάδας, την ώρα της εθνικής της επέκτασης θα γίνει η χώρα αυτή η ασφάλεια των κύριων συγκοινωνιών της αγγλικής αυτοκρατορίας. Μια μέρα ο ποντικός θα μπορέσει να καταφάει το σχοινί που δένουν το λιοντάρι».
Ο Τσόρτσιλ απάντησε στον Λόιντ Τζορτζ αναρωτώμενος τι σκόπευε να κάνει: «Λέτε ότι δεν έχετε στρατό να στείλετε, ότι χρήματα δεν περισσεύουν, δεν έχετε κοινή γνώμη για να σας υποστηρίξει. Το Συντηρητικό Κόμμα εκ παραδόσεως διάκειται φιλικά προς την Τουρκία. Οι τάσεις των υπουργών σας είναι φιλοτουρκικές· αι τάσεις των στρατηγών σας είναι φιλοτουρκικές. Είμαστε η μεγαλύτερη δύναμη του κόσμου. Βαθιές αντιδράσεις θα σημειωθούν εναντίον κάθε παρατεταμένης αντιτουρκικής ή φιλελληνικής πολιτικής. Πλην τούτου οι Τούρκοι είναι πολύ επικίνδυνοι διότι είναι άγριοι και δύσκολα διαχειρίσιμοι…»
Ο Λόιντ Τζορτζ και ο Τζορτζ Κάρζον ήταν απέναντι στους άλλους υπουργούς. Ο Κεμάλ είχε μέσα εις τους κόλπους των συμμαχικών κυβερνήσεων τους καλύτερους πράκτορες. Στο σημείο αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία η άποψη που εκφράζει ο Τσόρτσιλ. Είναι αποστομωτική απάντηση σε όλους εκείνους που φρόντιζαν τις δικές τους ευθύνες για τη Μικρασιατική Καταστροφή να τις ρίχνουν στον Ελληνα στρατιώτη.
Εγραφε, λοιπόν, ο Τσόρτσιλ ότι «δεν χωρεί καμία αμφιβολία ότι υπό την ηγεσία του βασιλιά Κωνσταντίνου που αποκαταστάθηκε στον θρόνο οι Ελληνες κατέβαλαν έντονη και επίμονη εθνική προσπάθεια. Αν τους παρέχονταν πιστώσεις και η καλή πίστη των Μεγάλων Δυνάμεων, κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος ότι δεν θα επέβαλλαν την ειρήνη στους Τούρκους κεμαλικούς. Ειρήνη που θα τους εξασφάλιζε τη Θράκη και μία πρόσβαση στη Σμύρνη. Αλλά μην έχοντας τέτοιου είδους αρωγές, αναγκάσθηκαν να αναζητήσουν την ειρήνη στην Αγκυρα με το ξίφος…».