Πληθωρισμός, αυξήσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες, πόλεμος και ενεργειακή κρίση αλλά και οι πιθανές δυσκολίες σχηματισμού κυβέρνησης αποτελούν τις τέσσερις εστίες αβεβαιότητας και κινδύνων για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, σύμφωνα με την έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή για το β’ τρίμηνο.
Στελέχη του γραφείου εκτιμούν πως η αναθεωρημένη εκτίμηση του υπουργείου Οικονομικών για ρυθμό ανάπτυξης 5,3% είναι ρεαλιστική, ενώ για τον πληθωρισμό οι εκτιμήσεις παραμένουν αμετάβλητες για μέσο ποσοστό στο 7,5% στο καλό σενάριο και στο 11% στο δυσμενές, ενώ τα τελευταία δεδομένα δίνουν αυξημένες πιθανότητες καθοδικής τροχιάς από τον Οκτώβριο.
Υπάρχουν, ωστόσο, σημαντικοί κίνδυνοι που ενδέχεται να επηρεάσουν μεσοπρόθεσμα την ελληνική οικονομία:
Πληθωρισμός: Παρά τη θετική του επίδραση στα δημόσια οικονομικά, αποτελεί τη βασική αιτία διάβρωσης των πραγματικών εισοδημάτων, κυρίως εκείνων που η ονομαστική τους αύξηση υπολείπεται του ρυθμού αύξησης των τιμών. Πρόκειται ουσιαστικά για τους μισθούς, τις συντάξεις και τα επιχειρηματικά εισοδήματα σε κλάδους που αδυνατούν να προσαρμόσουν τις τιμές τους στο γενικό επίπεδο. Αυτή η συνθήκη θέτει ένα δίλημμα πολιτικής αναφορικά με την αύξηση των ονομαστικών εισοδημάτων, ώστε να καλύψουν τις αυξήσεις των τιμών. Από τη μία πλευρά η γενικευμένη αύξηση των μισθών (πέρα από την άνοδο του κατώτατου μισθού) θα ανατροφοδοτούσε τις πληθωριστικές πιέσεις, ενώ από την άλλη πλευρά η μη αύξησή τους περιορίζει σημαντικά την αγοραστική δύναμη των μισθωτών. Θα πρέπει, επομένως, να σταθμιστούν οι συνέπειες και να ληφθεί μέριμνα, ώστε να αποτραπούν οι εισοδηματικές απώλειες, ιδίως στους χαμηλόμισθους, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι δεν θα υπάρξει πληθωριστική ανατροφοδότηση και απώλεια ανταγωνιστικότητας.
Επιτόκιο: Ενώ τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. δεν έχουν καταφέρει ακόμα να συμφωνήσουν σε μια συντονισμένη στρατηγική για την αντιμετώπιση του αυξημένου ενεργειακού κόστους, η ΕΚΤ προχώρησε πρόσφατα σε δεύτερη αύξηση του βασικού της επιτοκίου, ευθυγραμμιζόμενη με τις υπόλοιπες κεντρικές τράπεζες των αναπτυγμένων οικονομιών. Η μεταστροφή της νομισματικής πολιτικής έπειτα από μια μακρά περίοδο χαμηλών επιτοκίων αναμένεται να επιδράσει αρνητικά στο σύνολο των οικονομιών της ευρωζώνης και να επιβραδύνει τους ρυθμούς μεγέθυνσης. Ιδιαίτερα αρνητική θα είναι η επίπτωση σε χώρες με υψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, όπως η Ελλάδα.
Η κύρια ανησυχία αφορά την επίδραση των αυξημένων επιτοκίων στη δυναμική του δημόσιου χρέους και στο ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων που διασφαλίζουν τη βιωσιμότητά του. Όπως είναι γνωστό, το επίπεδο του πρωτογενούς πλεονάσματος εξαρτάται θετικά από το τρέχον ύψος του χρέους και το επιτόκιο και αρνητικά από τον ρυθμό μεγέθυνσης και τον πληθωρισμό. Αν οι παραδοχές στις αναλύσεις βιωσιμότητας χρέους (DSA) είναι τέτοιες που απαιτούν υψηλότερα μακροχρόνια πρωτογενή πλεονάσματα, η χώρα μας θα πρέπει να αναπροσαρμόσει τη δημοσιονομική της στρατηγική.
Ενεργειακή κρίση: Οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και η εντεινόμενη ενεργειακή κρίση ενδεχομένως να αποθαρρύνουν καταναλωτικές αλλά και επενδυτικές αποφάσεις από το εσωτερικό και το εξωτερικό και να επιβραδυνθεί η ανοδική πορεία της οικονομίας τα επόμενα τρίμηνα. Στο ίδιο πλαίσιο μια ενδεχόμενη ταχύτερη επιβράδυνση των οικονομιών των κύριων εμπορικών εταίρων αναμφίβολα θα επιδρούσε αρνητικά στις εμπορικές και ταξιδιωτικές εισπράξεις.
Εκλογές: Ο τέταρτος κίνδυνος είναι πολιτικός, και συνδέεται με τις πιθανές δυσκολίες σχηματισμού κυβέρνησης στις ερχόμενες εκλογές. Μια ενδεχόμενη πολιτική αστάθεια θα εντείνει την αβεβαιότητα σχετικά με την κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής και πιθανότατα θα αποθαρρύνει την επίδειξη δημοσιονομικής υπευθυνότητας από κάθε πλευρά. Είναι, συνεπώς, απαραίτητο να επιτευχθεί ένας ελάχιστος βαθμός συναίνεσης στους βασικούς άξονες της δημοσιονομικής πολιτικής, ώστε να μην εγείρονται αμφιβολίες για τη διατήρηση της δημοσιονομικής ισορροπίας κατά την προεκλογική και μετεκλογική περίοδο. Στις δημοκρατικές κοινωνίες οι επιλογές του εκλογικού σώματος είναι κυρίαρχες και δεν μπορούν να επιβληθούν περιορισμοί. Ωστόσο, οι πολιτικές επιλογές παράγουν οικονομικά αποτελέσματα που δεν εξαρτώνται μόνο από τη βούληση του εκλογικού σώματος, αλλά και από τις συνθήκες και τους μηχανισμούς του οικονομικού περιβάλλοντος, που θα ήταν χρήσιμο να λαμβάνονται υπόψη.
Διαβάστε ακόμα:
Μαύρα μαντάτα από το ΔΝΤ: Έρχεται η οργή των φτωχών!