Το καταστροφικό έργο της κυβέρνησης στη δημόσια υγεία συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό, καθώς το υπουργείο Υγείας φαίνεται αποφασισμένο να γυρίσει τη χώρα στα χρόνια προ του 1983, οπότε ιδρύθηκε το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Το νομοσχέδιο που κατέθεσε χθες σε διαβούλευση, η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Μίνα Γκάγκα επί της ουσίας δίνει τη χαριστική βολή στον θεμελιώδη κανόνα πάνω στον οποίο συγκροτήθηκε το ΕΣΥ, δηλαδή την πλήρη και αποκλειστική απασχόληση των γιατρών και των νοσηλευτών.
Το νομοσχέδιο αυτό παρουσιάζεται ως μεγάλη μεταρρύθμιση από την κυβέρνηση και το υπουργείο Υγείας. Στην πραγματικότητα, όμως, είναι μια απίστευτη οπισθοδρόμηση, η όποια έρχεται να ξηλώσει με τον πλέον ωμό τρόπο τη μεγάλη μεταρρύθμιση του αείμνηστου Γιώργου Γεννηματά, και να αποσαθρώσει τελείως τα δημόσια νοσοκομεία και τον δημόσιο χαρακτήρα της υγείας.
Πρώτον, διότι έρχεται να εγκαθιδρύσει ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ κράτους και γιατρών του ΕΣΥ που βασίζεται στην αντίληψη ότι οι δεύτεροι θα υπαμείβονται και θα συμπληρώνουν το εισόδημά τους από τα ιδιωτικά ιατρεία. Δεύτερον, διότι η διατήρηση του εργασιακού Μεσαίωνα των γιατρών του ΕΣΥ θα έχει ως αποτέλεσμα όλο ένας και περισσότεροι γιατροί να στρέφονται στον ιδιωτικό τομέα για να εργαστούν, αυξάνοντας, έτσι, τα κενά στα νοσοκομεία. Τρίτον, διότι οι ασθενείς, έχοντας περιορισμένη πρόσβαση σε ένα υπό κατάρρευση ΕΣΥ, με απίστευτες καθυστερήσεις, θα καλούνται να στραφούν στον ιδιωτικό τομέα και να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για να μπορέσουν να έχουν πρόσβαση σε αυτές τις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας.
Το εντυπωσιακό είναι, μάλιστα, πως για πρώτη φορά οι νέες θέσεις που θα προκηρύσσονται στα νοσοκομεία άγονης γραμμής θα είναι μερικής απασχόλησης. Κοινώς, ένας γιατρός που διατηρεί ιδιωτικό ιατρείο θα μπορεί να εντάσσεται στο ΕΣΥ παρέχοντας υπηρεσίες για λίγες ώρες την ημέρα. Αποτέλεσμα αυτής της επιλογής είναι αργά ή γρήγορα οι παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας από τα νοσοκομεία να υποβαθμιστούν περαιτέρω.
Ταυτόχρονα, αξίζει να σημειωθεί πως η πόρτα του ΕΣΥ έχει ανοίξει ήδη και για τους ιδιώτες γιατρούς, οι οποίοι μέσω του θεσμού του προσωπικού γιατρού καλούνται να κάνουν εφημερίες, εάν και όποτε τους ζητηθεί, σε δημόσιες δομές υγείας και νοσοκομεία ή να καλύψουν κενές θέσεις που προκηρύσσονται και παραμένουν κενές λόγω χαμηλής διαθεσιμότητας.
«Με τις ανωτέρω νομοθετικές παρεμβάσεις αναμένεται η αριθμητική και ουσιαστική ενίσχυση του ιατρικού δυναμικού της χώρας και των συνθηκών εργασίας αυτού, με απώτερο στόχο την αναβάθμιση του δημοσίου συστήματος υγείας και την παροχή ποιοτικότερων υπηρεσιών υγείας προς όφελος των Ελλήνων πολιτών» ανέφερε το υπουργείο.
Στον αντίποδα, η Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ) δήλωσε πως «η κυβέρνηση έχει στα σκαριά νομοσχέδιο για τη δευτεροβάθμια περίθαλψη που διαλύει ό,τι έχει απομείνει από το δικαίωμα των ασθενών στη δωρεάν υγεία, οι οποίοι θα εξαναγκάζονται να βάλουν ακόμα πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη για να έχουν πρόσβαση σε ακόμα πιο υποβαθμισμένες υπηρεσίες υγείας».
Οπως, μάλιστα, πληροφορούμαστε, η κατάθεση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου εκλαμβάνεται από τους γιατρούς ως «αιτία πολέμου» η οποία θα οδηγήσει σε νέες μεγάλες κινητοποιήσεις. Σημειώνεται πως η διαβούλευση στο open.gov για το νομοσχέδιο με τίτλο «Δευτεροβάθμια περίθαλψη, ιατρική εκπαίδευση και λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας του υπουργείου Υγείας» θα είναι ανοιχτή για δύο εβδομάδες, μέχρι την Πέμπτη, 3 Νοεμβρίου 2022.