Άλυτο μυστήριο παραμένει η υπόθεση δολοφονίας ενός ηλικιωμένου στην Σάμο, με τους κατοίκους να παραμένουν αναστατωμένοι από τις αρχές Αυγούστου, αφού ο δράστης παραμένει ασύλληπτος και κυκλοφορεί ανάμεσά τους.
Ο Λεωνίδας Χατζημιχάλης 75 χρόνων, πατέρας τριών παιδιών, επαγγελματίας οδηγός, δολοφονήθηκε εν ψυχρώ, τα ξημερώματα της Παρασκευής 5 Αυγούστου σε ερημική τοποθεσία, σε βουνό κοντά στην Ψιλή Άμμο, την ώρα που άδειαζε τα λύματα από το φορτηγό – βυτίο του. Παρά τα πυρά που δέχτηκε κοντά στην καρδιά, βρήκε τη δύναμη να ανοίξει την πόρτα, αλλά λίγα μόλις μέτρα πιο κάτω άφησε την τελευταία του πνοή. Το αποτρόπαιο θέαμα αντίκρυσε ο γιος του, που τον αναζητούσε και τον εντόπισε νεκρό στις 07:20 το πρωί. Τον πυροβόλησαν ενώ βρισκόταν στη θέση του οδηγού.
Δείτε ακόμη: Δολοφονία-θρίλερ στη Σάμο: Ποιοι πυροβόλησαν εν ψυχρώ τον 75χρονο οδηγό φορτηγού;
Οι απειλές για την ζωή του
Ο άτυχος οικογενειάρχης είχε εκμυστηρευτεί σε μία οικογενειακή του φίλη όλα όσα του συνέβαιναν τελευταία. Είχε δεχθεί απειλές για τη ζωή του με σοβαρά περιστατικά, δύο μόλις μήνες πριν τη δολοφονία του. Της ζήτησε όμως να μη μιλήσει σε κανέναν γι’ αυτό, γιατί θα προσπαθούσε μόνος του να βρει την άκρη.
«Καθόμασταν και τα λέγαμε με τον Λεωνίδα. Τον ξέρω πάνω από τριάντα χρόνια. Πριν τον σκοτώσουν, μου είχε πει ότι τον είχαν ενοχλήσει τρεις φορές. Την πρώτη, μου είπε ότι του έριξαν φώτα πάνω του και πυροβολισμούς στον αέρα. Άκουσε και ομιλίες, δηλαδή δεν ήταν ένας ο δράστης. Αυτό το περιστατικό έγινε στο σημείο όπου άδειαζε τα λύματα με το βυτίο. Μετά από δύο φορές που ξαναέγινε, μου είπε πως πλήρωσε κάποιον για να φυλάει τσίλιες και να βρει την άκρη. Την τελευταία φορά, δεν πρόλαβε να έρθει να μας πάρει τα λύματα. Τον σκότωσαν…», ανέφερε εμφανώς ταραγμένη στην εκπομπή της Αγγελικής Νικολούλη η μάρτυρας και πρόσθεσε:
«Του είχα πει να το καταγγείλει στην αστυνομία, αλλά κάτι φοβόταν. Δεν πήγαινε το μυαλό του πουθενά, προσπαθούσε πάντα να μην ενοχλεί και να μη δημιουργεί προβλήματα στους άλλους.»
Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο στην υπόθεση είναι πως δύο μήνες μετά τη δολοφονία, ο γιος του Λεωνίδα Χατζημιχάλη δέχθηκε ανώνυμο τηλεφώνημα από μία γυναίκα που του έδινε πληροφορίες για τον δράστη και τον απέτρεπε από το να απευθυνθεί στην αστυνομία.
«Ήταν σταματημένος και τον πυροβόλησαν»
Από τον τόπο του εγκλήματος, μίλησε στο τηλεοπτικό συνεργείο του «Τούνελ» ο γιος του θύματος για το αποτρόπαιο θέαμα που αντίκρισε.
Ο πατέρας του διατηρούσε επί σαράντα ολόκληρα χρόνια την οικογενειακή επιχείρηση με χωματουργικές εργασίες και τα τελευταία χρόνια δούλευαν μαζί. Είχε κι ένα βυτίο και άδειαζε τα λύματα από καταστήματα του νησιού.
«Με πήρε τηλέφωνο η μητέρα μου ανήσυχη γιατί δεν είχε επιστρέψει τη νύχτα στο σπίτι. Ήρθα κατευθείαν εδώ να δω τι είχε συμβεί», λέει ο Στέλιος Χατζημιχάλης και συμπληρώνει:
«Τον βρήκα πίσω από το φορτηγό μπρούμητα. Το παρμπρίζ ήταν σπασμένο και κατάλαβα αμέσως τι είχε γίνει. Είχε δύο τρύπες από σφαίρες στην ίδια ευθεία με τριάντα πόντους απόσταση η μία από την άλλη. Η πόρτα του οδηγού ήταν ανοιχτή και η μηχανή σβησμένη. Το κινητό του τηλέφωνο ήταν μέσα στο φορτηγό, αλλά αυτό από μόνο του ήταν περίεργο, γιατί δε συνήθιζε να το παίρνει μαζί του. Το όπλο που χρησιμοποιήθηκε για τη δολοφονία του, ήταν ένα δίκαννο».
Ο γιος του θύματος έκανε λόγο για τα περιστατικά εκφοβισμού με πυροβολισμούς που είχε δεχτεί ως προειδοποίηση, λίγες μόλις ημέρες πριν δολοφονηθεί.
«Μου είπε για τους πυροβολισμούς που πίστευε πως ήταν εναντίον του από κοντινή απόσταση. Δεν πρόλαβε να δει κάτι. Ήταν σαν προειδοποίηση όλο αυτό. Δεν είχε κάτι να κρύψει, ούτε φοβόταν. Δυστυχώς στην περιοχή δεν υπάρχουν κάμερες και οι δρόμοι διαφυγής, είναι πολλοί προς όλες τις κατευθύνσεις του νησιού», τόνισε.
«Είδαμε ένα αυτοκίνητο να τρέχει στο βουνό μετά το έγκλημα…»
Συγκλονισμένοι είναι ακόμα οι κάτοικοι στο Παλαιόκαστρο Σάμου από τη στυγερή δολοφονία του επιχειρηματία.
«Ήταν άξαφνο, αναπάντεχο. Την περιμέναμε την εκπομπή σας να έρθει για να βρεθεί μία άκρη. Είμαστε σοκαρισμένοι γιατί δε συμβαίνουν τέτοια πράγματα στο νησί μας. Υπάρχει φόβος γιατί όταν γίνεται μία δολοφονία, περνάνε κάποιοι μήνες και ο δολοφόνος κυκλοφορεί ελεύθερος, σίγουρα κάποιους τους επηρεάζει αρνητικά», είπε καταστηματάρχης της περιοχής.
Η κυρία Στέλλα είναι ιδιοκτήτρια ταβέρνας στην Ψιλή Άμμο, γνώριζε επί δεκαετίες το θύμα και συνεργαζόταν μαζί του, καθώς της άδειαζε τα λύματα. Εκείνο το βράδυ είχαν ραντεβού, όμως ο Λεωνίδας Χατζημιχάλης δε φάνηκε.
«Όλος ο κόσμος έχει περιέργεια γιατί τον σκότωσαν. Αφού πολλοί δεν περνάνε από αυτό το δρόμο πλέον. Το απόγευμα, πριν γίνει το κακό, είχε έρθει στην Ψιλή Άμμο και άδειασε τα λύματα από κάποιο γειτονικό οίκημα και μετά ήταν να έρθει σ’ εμένα. Το πρωί με πήρε η κόρη μου που δουλεύει στο δήμο και μου είπε ότι ακούστηκε πως σκότωσαν έναν φορτηγατζή στην Μυκάλη. Μου κόπηκαν τα χέρια. Λέω “ο Λεωνίδας”», ανέφερε ταραγμένη.
Ένας άλλος κάτοικος της περιοχής, φοβούμενος για τα όσα συμβαίνουν, είπε τα όσα είδε εκείνο το μοιραίο βράδυ:
«Καθόμασταν με παρέα και είδαμε ένα αυτοκίνητο στο βουνό πάνω να τρέχει με μεγάλη ταχύτητα. Ήταν ένα υπερυψωμένο αμάξι και ήρθε από το σημείο του εγκλήματος. Σενάρια λέγονται πολλά. Πιθανόν από τα λύματα που πετούσε ή μπορεί να έτυχε πάνω σε κάποιο συμβάν που δεν έπρεπε να δει και τον έβγαλαν από τη μέση».
«Άδεια για λύματα στο νησί έχω μόνο εγώ…»
Ο μοναδικός ιδιοκτήτης βυτίου που έχει τη νόμιμη άδεια για να αδειάζει τα λύματα στο νησί, μίλησε για τον «ανταγωνιστή» του, που όπως λέει, αγνοούσε την ύπαρξή του.
«Εγώ δεν τον ήξερα καν αυτόν τον άνθρωπο. Κάνω αυτή τη δουλειά από το ’91 και δεν ήξερα ότι υπάρχει κάποιος που κάνει κάτι αντίστοιχο. Το έμαθα κατόπιν εορτής. Εγώ κυρίως δουλεύω τα δημόσια έργα, αλλά πήγαινα στο Βαθύ και το Καρλόβασι και στην Ψιλή Άμμο για να εξυπηρετήσω ιδιώτες. Δεν ήξερα ότι κουβαλάει λύματα, το έμαθα απότομα. Την άδεια για τα λύματα στο νησί την έχω μόνο εγώ, αλλά δε θέλω να ασχοληθώ… Μετά το συμβάν έμαθα ότι πήρε βυτίο για λύματα και άλλος ένας. Με πήραν τηλέφωνο και από την Αστυνομία να με ρωτήσουν τι ξέρω», ανέφερε χαρακτηριστικά ο μάρτυρας.
Σε ερώτηση για το αν γνώριζε πως το θύμα είχε απειληθεί με πυροβολισμούς πριν δολοφονηθεί, απάντησε:
«Δεν ξέρω. Εγώ κοιτάω το σπίτι μου, τη δουλειά μου και τίποτα άλλο. Δεν ήξερα καν το όνομά του. Ήξερα ότι είχε τσάπες και φορτωτές κάποιος στο Παλαιόκαστρο. Λένε ότι ενοχλούσε επειδή πετούσε τα λύματα από εδώ και από εκεί. Εγώ δεν το ξέρω αυτό όμως. Αν ίσχυε, θα είχαν κάνει επίσημη καταγγελία. Δεν θα τον άφηναν έτσι. Μπορεί να έχει γίνει όλο αυτό το σκηνικό για τα λύματα; Απλά τα πράγματα. Από το μυαλό περνάνε πολλά».
«Δεν έχω σχέση εγώ με αυτά…»
Ένας άλλος επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στον ίδιο επαγγελματικό χώρο με το θύμα, μίλησε στο δημοσιογράφο της εκπομπής για τα όσα ακούγονται στην «πιάτσα», αλλά και για τη σχέση που ο ίδιος είχε μαζί του.
«Ήταν παλιός συνάδελφος του πατέρα μου. Εμείς δεν είχαμε νταραβέρι. Τον ήξερα τον άνθρωπο. Δεν γνωρίζω εάν τον απειλούσαν ή εάν είχε δεχθεί προειδοποιητικές βολές πριν δολοφονηθεί, όπως ακούγεται. Εγώ δεν έχω καμία σχέση με αυτά τα πράγματα», τόνισε.
Περιγράφει τον άτυχο Λεωνίδα ως έναν καλό άνθρωπο, που κανείς δεν είχε κάποιο πρόβλημα μαζί του.
«Τόσα χρόνια δεν είχαμε ποτέ πρόβλημα. Εγώ τον είχα σαν πατέρα μου… Μία φορά κάτι χρειαστήκαμε. Μας εξυπηρέτησε και όταν μας ζήτησε κι αυτός βοήθεια, τον εξυπηρετήσαμε κι εμείς», κατέληξε ο μάρτυρας.
«Φοβόμαστε μη σκοτώσουν και τον αδελφό μου…»
Από το πατρικό της σπίτι, εκεί όπου έμενε το άτυχο θύμα πριν δολοφονηθεί, η μεγαλύτερη κόρη της οικογένειας, Πετρούλα, μίλησε για το καρτέρι θανάτου που του έστησαν.
«Το μυαλό του πήγαινε αρχικά σε ανταγωνιστές, ότι θέλουν να τον κατεβάσουν από το φορτηγό, γιατί αυτό ήταν η λατρεία του, η ζωή του. Αν ήταν κάποιος ανταγωνιστής, φοβόμαστε και για τον αδελφό μας. Το πρωί της Παρασκευής 5 Αυγούστου τον βρήκε εκείνος. Το απόγευμα της προηγούμενης ημέρας, τον είχαν δει η μητέρα μου και η άλλη μου αδελφή, που ήταν στο σπίτι» ανέφερε χαρακτηριστικά η κόρη του θύματος και συμπλήρωσε:
«Σε γενικές γραμμές ήταν ήρεμος, δεν τον απασχολούσε κάτι. Πήγε σ’ έναν φίλο του και μετά με το βυτίο πήγε να αδειάσει. Έφτασε με το βυτίο στην Ψιλή Άμμο, άδειασε από τον κουμπάρο μας και από εκεί και μετά χάσαμε επαφή. Τον περίμεναν οι δικοί μου, αλλά δεν επέστρεψε. Είναι ερημικό το σημείο που τον δολοφόνησαν. Δύσκολα να είδε κάποιος κάτι. Δεν ξέρουμε με ποιους μπορεί να μίλησε πριν το συμβάν. Έχουμε ακούσει πάρα πολλά, τα μύρια όσα. Είναι κι ένας λόγος που θέλουμε να ξεκαθαριστεί όλο αυτό, γιατί είμαστε και μία μικρή κοινωνία».
Η Πετρούλα, κόρη από τον πρώτο γάμο της συζύγου του θύματος, συγκινημένη μίλησε για τον άνθρωπο που φώναζε «μπαμπά», καθώς αυτόν γνώρισε για πατέρα, σε ηλικία μόλις πέντε χρόνων.
«Μας είχε μιλήσει για τρία περιστατικά εκφοβισμού, τα οποία συνέβησαν από τέλος Ιουνίου μέχρι και λίγο πριν τον δολοφονήσουν. Στο δεύτερο περιστατικό άκουσε δύο ανθρώπους που ήταν με μηχανάκια και μιλούσαν ελληνικά. Ήταν σκοτάδι και πυροβόλησαν στον αέρα. Το τρίτο είναι με τους δυνατούς προβολείς. Πρέπει να ήταν 4×4 ή κάποιο άλλο ψηλό αμάξι, που του έφεγγε πάρα πολύ δυνατά. Έκανε τη νύχτα, μέρα για να τον βγάλει μάλλον από το δρόμο», εξήγησε και συνέχισε μιλώντας για τον φονιά του πατέρα της: «Αυτός ο άνθρωπος κυκλοφορεί ελεύθερος και ποιος μου λέει ότι αύριο – μεθαύριο δε θα σκοτώσει και τον αδελφό μου…».
«Ήταν ένας καλός οικογενειάρχης. Του λέγαμε να σταματήσει με τα λύματα. Να βρεθούν οι δράστες για να ηρεμήσει η ψυχή του και να ηρεμήσουμε κι εμείς», κατέληξε συναισθηματικά φορτισμένη.