Σε ερμηνείες του βάσισε ο πρώην οικονομικός εισαγγελέας Παναγιώτης Αθανασίου τις πιέσεις που ισχυρίζεται ότι δέχθηκε σε υποθέσεις από τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δημήτρη Παπαγγελόπουλου στην κατάθεσή του στο Ειδικό Δικαστήριο κατά τη χθεσινή συνεδρίαση.
- Από τη Μαρία Παναγιώτου
Για παράδειγμα, για την υπόθεση του αποθανόντος επιχειρηματία Ανδρέα Βγενόπουλου ο κ. Αθανασίου είπε ότι ο κ. Παπαγγελόπουλος τον ρωτούσε διαρκώς «τι γίνεται», δηλαδή σε ποιο σημείο βρίσκεται η έρευνα. Από αυτό έβγαλε το συμπέρασμα πως ο πρώην υπουργός τού ζητούσε να υπερβεί τις προθεσμίες. Υποστήριξε εν ολίγοις πως ο πρώην υπουργός επιθυμούσε την τάχιστη δίωξη του αποθανόντος επιχειρηματία. Σε αυτό το σημείο η πρόεδρος του Ειδικού Δικαστηρίου ρώτησε τον εισαγγελέα πώς είναι δυνατόν ο πρώην υπουργός, εάν επιθυμούσε τη δίωξη του Βγενόπουλου, να μην ήξερε πως η επίσπευση της διαδικασίας θα μπορούσε να έχει άλλο αποτέλεσμα. Δηλαδή, απαλλακτικό λόγω παράβλεψης στοιχείων. Δεν έλαβε, ωστόσο, κάποια ουσιαστική απάντηση.
Σε σχέση με τις άλλες υποθέσεις, για τις οποίες ο εισαγγελέας υποστηρίζει ότι δέχθηκε πιέσεις, κατέθεσε πως ο πρώην υπουργός τις ασκούσε μέσω της εφημερίδας «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ», καθώς διατηρούσε καλές σχέσεις με τον εκδότη της Γιάννη Κουρτάκη. Μάλιστα, ο κ. Αθανασίου, που κατέθεσε ότι η εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» ανήκει στον όμιλο του εφοπλιστή Βαγγέλη Μαρινάκη (σ.σ.: παρά το γεγονός πως ο ίδιος ο εκδότης της το αρνείται), ζήτησε να καταθέσει στο Ειδικό Δικαστήριο και ο Γιάννης Κουρτάκης. Κι αυτό διότι απέδωσε την παραπάνω άποψή του σε σχετικό άρθρο του ίδιου του εκδότη.
Παράλληλα, βέβαια, ο εισαγγελέας παραδέχτηκε πως προσδοκούσε στη βοήθεια του πρώην υπουργού, επειδή τους συνέδεε παλιά φιλία, για να ανανεώσει τη θητεία του στην Οικονομική Εισαγγελία, κάτι που τελικά δεν συνέβη. Οι παραπάνω δηλώσεις προκάλεσαν τη λογική απορία της προέδρου του Ειδικού Δικαστηρίου Βασιλικής Ηλιοπούλου για το πώς ο κ. Αθανασίου βρέθηκε να καταθέτει εναντίον του παλιού φίλου του, και μάλιστα όταν αυτός δεν είχε πλέον εξουσία μέσω του υπουργικού αξιώματος.
Ο κ. Αθανασίου δεν μπόρεσε, επίσης, να εξηγήσει πώς βρέθηκε να καταθέτει στην Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής που εξέταζε τη δήθεν σκευωρία στο σκάνδαλο Novartis ενώ δεν είχε καμία γνώση γι’ αυτό το σκάνδαλο. Να υπενθυμίσουμε πως ο κ. Αθανασίου κλήθηκε να καταθέσει στην Προανακριτική Επιτροπή επειδή μέλη της ρώτησαν συγκεκριμένα την εισαγγελέα Ελένη Ράικου αν γνωρίζει να έχει δεχθεί πιέσεις από τον κ. Παπαγγελόπουλο ο εισαγγελέας Αθανασίου. Και η κυρία Ράικου απάντησε θετικά. Να υπενθυμίσουμε, ακόμη, πως η κατάθεση του κ. Αθανασίου «άνοιξε την πόρτα» για να κληθεί στην Προανακριτική ο Ελληνοϊσραηλινός επιχειρηματίας Σάμπυ Μιωνής, που διαχειριζόταν μεγάλο τμήμα της «λίστας Λαγκάρντ», και να προβάλει μία σειρά ισχυρισμών. Οι οποίοι, βέβαια, ισχυρισμοί αποδομήθηκαν ολοκληρωτικά στο απαλλακτικό βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου του Ειδικού Δικαστηρίου.
Υπό αυτό το πρίσμα, αλγεινή εντύπωση προκάλεσε χθες η άτοπη ερώτηση στον κ. Αθανασίου της συμβούλου Επικρατείας Σοφίας Βιτάλη για τη διερεύνηση της «λίστας Λαγκάρντ» στη λογική όσων έχει ισχυριστεί ο Ελληνοϊσραηλινός επιχειρηματίας. Είναι απορίας άξιο γιατί η δικαστής που μετέχει στη σύνθεση του Ειδικού Δικαστηρίου επέλεξε να «αναβιώσουν» στην αίθουσα ισχυρισμοί που έχει ολοκληρωτικά αντικρούσει το Δικαστικό Συμβούλιο και αμετάκλητα απορρίψει. Αραγε, ποια ήταν η πηγή έμπνευσής της για μία ερώτηση που δεν έχει καμία σχέση με τις υποθέσεις που εξετάζονται στο Ειδικό Δικαστήριο; Γνωρίζει η σύμβουλος του ΣτΕ ότι αυτή η υπόθεση έχει κριθεί; Γιατί το επανέφερε;