Τις παρατηρήσεις, τις ενστάσεις και τις προτάσεις τους επί του νομοσχεδίου του υπουργείου Εργασίας «Σπίτι μου – στεγαστική πολιτική για τους νέους» διατυπώνουν φορείς και πολεοδόμοι, συμφωνώντας ότι πρόκειται για μία θετική πρωτοβουλία, που χρήζει όμως αρκετών βελτιωτικών παρεμβάσεων.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης στη Βουλή ο πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ Στράτος Παραδιάς κατέθεσε τρεις προτάσεις για αύξηση της προσφοράς ακινήτων, η οποία βαίνει μειούμενη, καθώς τα παλιά μη ανακαινισμένα διαμερίσματα βγαίνουν εκτός αγοράς, ενώ ταυτόχρονα δεν κατασκευάζονται νέα κτίρια προς μίσθωση κατοικίας. Ο κ. Παραδιάς ανέφερε ότι το νομοσχέδιο κινείται στη σωστή κατεύθυνση, γιατί υιοθετεί ουσιαστικά και όχι ενοικιοστασιακά μέτρα, και ζήτησε να συμπληρωθεί με συγκεκριμένα κίνητρα, ώστε να αυξηθούν οι εκμισθωτές και τα διαθέσιμα σπίτια στην αγορά και να ενισχυθεί η προσπάθεια για την ενεργειακή και λειτουργική αναβάθμιση των υπαρχουσών κατοικιών, που σταδιακά έχουν τεθεί εκτός αγοράς από αδυναμία των ιδιοκτητών τους να τις ανακαινίσουν.
Ειδικότερα, ο πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ προτείνει: 1. Μείωση του φόρου εισοδήματος στα μισθώματα κύριας κατοικίας κατά δέκα μονάδες και στα τρία ισχύοντα φορολογικά κλιμάκια, ώστε η φορολογία να είναι όχι μόνο δικαιότερη αλλά και ακαταμάχητο κίνητρο για διάθεση των κατοικιών στη μόνιμη, αντί τη βραχυχρόνια μίσθωση.
2. Επιδότηση στο πλαίσιο του προγράμματος «Εξοικονομώ» της ενεργειακής αναβάθμισης των ενοικιαζόμενων κατοικιών με τους ίδιους όρους όπως και των ιδιοκατοικούμενων.
3. Επιστροφή του 40% του κόστους των υλικών -και όχι μόνο των εργασιών- ενεργειακής και λειτουργικής αναβάθμισης των υπαρχουσών κατοικιών, εφόσον διατεθούν αποκλειστικά για χρήση τους ως κύρια κατοικία ιδιοκτητών ή ενοικιαστών και όχι για βραχυχρόνια μίσθωση ή άλλες χρήσεις.
Ενστάσεις
Θετική χαρακτηρίζει την πρωτοβουλία ο Σύλλογος Πολεοδόμων και Χωροτακτών, αναδεικνύοντας παράλληλα κάποια θολά σημεία του νομοσχεδίου. Σύμφωνα με τον ΣΕΠΟΧ, ιδιαίτερα προβληματική κρίνεται η επιχειρούμενη μέσω του σχεδίου νόμου προσθήκη της νέας ειδικής κατηγορίας χρήσης γης «κοινωνική κατοικία». Υποστηρίζει ότι επιχειρείται διά νόμου η τροποποίηση του θεσμικού πλαισίου των χρήσεων γης, χωρίς τεκμηριωμένη επιστημονική συζήτηση και αιτιολόγηση, και ότι η προσθήκη της ειδικής χρήσης «κοινωνική κατοικία» στις γενικές κατηγορίες «Κοινωφελείς Λειτουργίες» και «Αγροτική χρήση» υπονομεύει τον ρόλο ενός ολοκληρωμένου πολεοδομικού σχεδιασμού και τη συνεκτίμηση παραγόντων για τη χωροθέτηση της κατοικίας.
Επί της ουσίας, δηλαδή, αποτελεί ένα παράθυρο για τη δόμηση κοινωνικής αλλά και συμβατικής κατοικίας σε εκτός σχεδίου εκτάσεις. Παράλληλα, υπάρχει ανάγκη διαφάνειας και λογοδοσίας για το πρόγραμμα της «κοινωνικής αντιπαροχής» ως προς τις παραμέτρους σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Κρίνεται αναγκαία η διευκρίνηση των όρων της «αντιπαροχής» ώστε αυτή να είναι προς όφελος του δημόσιου συμφέροντος. Στις δικές της παρατηρήσεις η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού υποστηρίζει ότι το ΣΝ αποσκοπεί σε μεγάλο βαθμό στην τόνωση της οικοδομικής δραστηριότητας μέσω της διοχέτευσης στην αγορά των ακινήτων ιδιοκτησίας δημόσιων φορέων και λιγότερο στην κάλυψη του κενού στεγαστικής πολιτικής για ευάλωτες ομάδες πληθυσμού. Οι κανόνες για τη διαχείριση του νεοεισαγόμενου θεσμού της κοινωνικής αντιπαροχής είναι ασαφείς, ενώ η όλη φιλοσοφία του βασίζεται σε μεμονωμένες παρεμβάσεις χωρίς κριτήρια χωροθέτησης, χωρίς μία προεκτίμηση για το πιθανό αποτέλεσμα ανά περιοχή. Δεν επιχειρεί δε -αξιοποιώντας τη διεθνή εμπειρία- να συνδυαστεί με άλλες δράσεις κοινωνικής, χωρικής συνοχής, συμπερίληψης και περιβαλλοντικής αναβάθμισης, ώστε να αποτελεί μια ολοκληρωμένη στρατηγική κοινωνικής κατοικίας και αστικής αναζωογόνησης.