Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται στο ναδίρ στο τέλος του χρόνου, με τις προοπτικές βελτίωσής τους ανύπαρκτες, καθώς ο Ταγίπ Ερντογάν δείχνει καθημερινώς ότι θέλει να χρησιμοποιήσει ως προεκλογικό εργαλείο τις εχθρικές σχέσεις του με την Αθήνα – χωρίς να αποκλείει ένα τυχαίο ατύχημα ή αιφνιδιαστική επιθετική ενέργεια έστω και ολίγων λεπτών στο Αιγαίο.
- Της Κύρας Αδάμ
Οι προσπάθειες του Κυριάκου Μητσοτάκη να πετύχει ένα προεκλογικό μορατόριουμ ανάμεσα στην Αθήνα και την Άγκυρα μέχρι τις αρχές καλοκαιριού έχουν αποτύχει παταγωδώς.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ουδόλως μπόρεσε να αντιμετωπίσει, να ανασχέσει ή και να σταματήσει τα δύο μεγάλα θέματα που θέτει παρανόμως σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο η Τουρκία – πέραν της μόνιμης κατάληψης και κατάλυσης της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο με παράνομες επιθετικές επιχειρησιακές ενέργειές της:
- Την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας των νήσων που αναφέρονται στις Συνθήκες Λωζάννης και Παρισίων, με τον τουρκικό ισχυρισμό της στρατιωτικοποίησης και των εξοπλισμών τους από την Ελλάδα, που αποτελούν «απειλή για την ασφάλεια της Τουρκίας».
- Την τουρκική αμφισβήτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των ελληνικών νήσων, νησίδων και βραχονησίδων, που δεν έχουν παραχωρηθεί στην Ελλάδα με τις Συνθήκες και δεν περιλαμβάνονται σε αυτές.
Για τον τουρκικό ισχυρισμό ότι τα νησιά της Συνθήκης της Λωζάννης πρέπει να αποστρατιωτικοποιηθούν αμέσως διότι η Ελλάδα τα εξοπλίζει παραβιάζοντας τη Συνθήκη και απειλεί άμεσα την ασφάλεια της Τουρκίας, ευθύνεται αποκλειστικώς και μόνον η κυβέρνηση Μητσοτάκη, η οποία, μέσω των δηλώσεων Δένδια στην Άγκυρα το 2021, αποδέχθηκε επίσημα, επιπόλαια και για κομματική εκμετάλλευση ότι η Ελλάδα εξοπλίζει τα νησιά επειδή δέχεται απειλή από την Τουρκία, παραβιάζοντας τη Συνθήκη της Λωζάννης.
Μέσα στο 2022 η Τουρκία επιχείρησε μια μείζονα μεταβολή στις θέσεις της. Μέχρι πρότινος η Άγκυρα επέμενε ότι η Ελλάδα παραβιάζει τη Συνθήκη της Λωζάννης, ζητώντας την αποστρατιωτικοποίηση των νήσων λόγω των ελληνικών ασκήσεων στα νησιά αυτά, έχοντας αρωγό το ΝΑΤΟ.
Το τελευταίο διάστημα η Τουρκία με ευθείες απειλές εναντίον της Ελλάδας ζητά την αποστρατιωτικοποίηση των νήσων λόγω εξοπλισμών, εκμεταλλευόμενη απολύτως τις παράνομες ψευδείς και επικίνδυνες δηλώσεις Δένδια.
Τους τελευταίους μήνες Ερντογάν, Τσαβούσογλου και Ακάρ απειλούν καθημερινά και αδιάκοπα ότι «θα έρθουν κάποια νύχτα», αν η Ελλάδα δεν σταματήσει να εξοπλίζει τα νησιά, χώρια τον πύραυλο που θα πέσει στο κεφάλι της Αθήνας.
Αμηχανία
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν αντιμετωπίζει ευθέως τους ισχυρισμούς της Άγκυρας, αλλά αμήχανα και επιπόλαια τους αποδίδει στον «τουρκικό αναθεωρητισμό» έκφραση που αποτελεί κυβερνητική παρηγοριά και όχι αντιμετώπιση του προβλήματος.
Επιπλέον η κυβέρνηση ουδόλως έχει σταματήσει την τουρκική αμφισβήτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος νήσων, νησίδων και βραχονησίδων που δεν έχουν παραχωρηθεί στην Ελλάδα με τις Συνθήκες. Τουναντίον η κυβέρνηση επιχείρησε -και πέτυχε- να διευρυνθεί ακόμα περισσότερο η τουρκική αμφισβήτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος αυτών. Και αυτό το πέτυχε με την επίσημη επιστολή που έστειλε στον ΟΗΕ στις 25 Μαΐου 2022.
Στην επιστολή αυτή η κυβέρνηση ισχυρίζεται ψευδώς έωλα και επικίνδυνα ότι οι ελληνικές νησίδες και βραχονησίδες στο Αιγαίο παραχωρήθηκαν και περιλαμβάνονται στις Συνθήκες Λωζάννης και Παρισίων. Ωστόσο, οι Συνθήκες ούτε αναφέρονται ούτε περιλαμβάνουν, αλλά ούτε και κατονομάζουν νησίδες και βραχονησίδες. Δι’ αυτού του τρόπου η κυβέρνηση άνοιξε έναν ακόμα ασκό του Αιόλου στο Αιγαίο, επιτρέποντας στην Τουρκία να ισχυρίζεται ότι η Ελλάδα παραβιάζει συνολικώς τις Συνθήκες, ανοίγοντας διάπλατα την πόρτα στην Τουρκία να προχωρήσει μονομερώς σε αναστολή εφαρμογής των Συνθηκών από πλευράς της, λόγω ουσιώδους παραβίασης των Συνθηκών από την Ελλάδα. Ή να επιχειρήσει τυχαίο επεισόδιο σέρνοντας την Ελλάδα σε διμερείς διαπραγματεύσεις με τους όρους της Τουρκίας.
Πνίγηκαν οι ελπίδες στον Βόσπορο
Στις 13 Μαρτίου 2022 έγινε στην Κωνσταντινούπολη η τελευταία συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, που κατέληξε να γίνει… μοιραία και τούτο διότι λίγο μετά ο Τούρκος πρόεδρος δήλωσε δημοσίως και επισήμως ότι δεν θέλει να ξαναδεί τον Έλληνα πρωθυπουργό στα μάτια του. Έκτοτε τον στολίζει με ανεπίτρεπτους χαρακτηρισμούς και, το κυριότερο, εφαρμόζει την πλέον σκληρή απειλητική επιθετική πολιτική απέναντι στην Αθήνα, αμφισβητώντας το ιδιοκτησιακό καθεστώς νήσων, νησίδων και βραχονησίδων που δεν ανήκουν στις Συνθήκες και τώρα, απαιτώντας την αποστρατιωτικοποίηση των νήσων των Συνθηκών λόγω των ελληνικών εξοπλισμών (που έχει επιβεβαιώσει ψευδώς ο κ. Δένδιας) «διότι απειλούν την Τουρκία».
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσήλθε στην Κωνσταντινούπολη με την ελπίδα συμφωνίας για ήσυχο καλοκαίρι, γεγονός που δεν συνέβη. Ουδείς γνωρίζει μέχρι στιγμής τι ακριβώς διημείφθη ανάμεσα στους δύο ηγέτες, που προκάλεσε στη συνέχεια τη μόνιμη μήνιν του Ερντογάν απέναντι στο Μητσοτάκη. Αυτό, όμως, που η Άγκυρα κατέστησε σαφές στην Αθήνα στην αποτυχημένη συνάντηση της Κωνσταντινούπολης είναι ότι δεν πρόκειται να κάνει ούτε ένα βήμα πίσω από τις επιθετικές επεκτατικές βλέψεις του εναντίον της Ελλάδας, με μόνιμη και παγιωμένη πλέον την κατάληψη – κατάλυση της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, με την Αθήνα να κάνει ότι δεν ακούει και να μην αντιδρά.
Στο αμερικανικό κογκρέσο ο Μητσοτάκης ξέχασε τη λέξη Τουρκία
Για τη Ν.Δ. η κορωνίδα της κομματικής διαφήμισης -που αναμένεται να επαναληφθεί κατά κόρον την προεκλογική περίοδο- είναι η επίσκεψη του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη στον Λευκό Οίκο και στο αμερικανικό Κογκρέσο. Στα αυτιά της κυβέρνησης αλλά και του κόμματος ακόμα αντηχούν τα χειροκροτήματα των γερουσιαστών στον λόγο Μητσοτάκη, που κάλυψαν την απροθυμία της κυβέρνησης Μπάιντεν να αναφερθεί δημοσίως και να στηρίξει την Ελλάδα απέναντι στη μόνιμη επιθετική πολιτική της Άγκυρας εναντίον της ελληνικής κυριαρχίας. Αντιθέτως, η κυβέρνηση Μπάιντεν «εξισορρόπησε» την επίσκεψη Μητσοτάκη στο Οβάλ Γραφείο με την επίσκεψη του Τούρκου ΥΠΕΞ τις ίδιες ακριβώς ημέρες στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ για ακόμα μία υπόσχεση αναβάθμισης των τουρκικών F-16 που ακόμα περιμένει η Άγκυρα.
Τα Ελληνοτουρκικά δεν συζητήθηκαν στον Λευκό Οίκο, με τον Κ. Μητσοτάκη να περιορίζεται στην αυτο-διαβεβαίωση ότι «δεν θα επιτρέψουμε καμία παραβίαση της εδαφικής μας ακεραιότητας», ενώ κατά την ομιλία του στο Κογκρέσο απέφυγε οποιαδήποτε αναφορά ονομαστική στην Τουρκία, αναφερόμενος μόνο «στη νέα πηγή αστάθειας στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ».
Πολιτική ισορροπιών
Με άλλα λόγια, ο κ. Μητσοτάκης υιοθέτησε και εφάρμοσε για τη χώρα του την πολιτική ισορροπιών που ακολουθεί η κυβέρνηση Μπάιντεν απέναντι στην Ελλάδα και την Τουρκία, με τη γνωστή και μόνιμη επωδό του «βρείτε τα μεταξύ σας», εξισώνοντας το θύμα με τον θύτη.
Το μοναδικό σημείο που «τάραξε» την επίσκεψη Μητσοτάκη στην Ουάσινγκτον ήταν η απρόκλητη ανακοίνωση του πρωθυπουργού ότι ο ίδιος αποφάσισε να ζητήσει από την κυβέρνηση Μπάιντεν την αγορά μιας μοίρας, δηλαδή 20 αεροσκαφών F-35, το πρώτο από το 2028 και το τελευταίο το 2033.
Η μονομερής αυτή ανακοίνωση -και καθώς τα F-35 παραμένουν αποκλεισμένα για αγορά από την Τουρκία, που έχει δώσει και προκαταβολή, λόγω της ύπαρξης των S-400 στο τουρκικό έδαφος- πιθανότατα να προκάλεσε ή να αύξησε τον θυμό Ερντογάν απέναντι στον Κ. Μητσοτάκη και την τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν πάντως -και σχεδόν αποκλειστικά το Στέιτ Ντιπάρτμεντ του κ. Μπλίνκεν– ουδέποτε έκρυψε τη διάθεσή του να αναβαθμίσει τα τουρκικά F-16, αν δεν εμφανιζόταν «το παγόβουνο» Μενέντεζ.
Ο ισχυρός πρόεδρος της επιτροπής εξωτερικών σχέσεων του Κογκρέσου Μπoμπ Μενέντεζ έχει στυλώσει τα πόδια και σταθερώς υποστηρίζει ότι δεν θα επιτρέψει την αναβάθμιση και την πώληση νέων αμερικανικών F-16 στην Τουρκία, αν η Αγκυρα δεν δεσμευτεί και σταματήσει τις υπερπτήσεις της στο Αιγαίο. Έχει ήδη πετάξει το μπαλάκι στον πρόεδρο Μπάιντεν για την τελική δύσκολη απόφαση, υποστηρίζοντας: «Ο πρόεδρος Μπάιντεν είναι πολύ ικανός να παρέμβει, αλλά, όταν πρόκειται για σύγκρουση, θα είναι ήδη πολύ αργά. Πρέπει να αποφύγουμε μια σύγκρουση και να καταστήσουμε σαφές ποιος είναι ο επιτιθέμενος. Μερικές φορές το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ζητά και από τις δύο πλευρές να ηρεμήσουν. Αν η μία πλευρά είναι αυτή που εισβάλλει συνεχώς στον εναέριο χώρο σας, εάν η μια πλευρά είναι αυτή που μιλά απειλητικά, τότε είναι ξεκάθαρο. Δεν καλούνται και οι δύο πλευρές, καλείται η πλευρά που δρα με αυτόν τον τρόπο και σε αυτή την περίπτωση είναι η Τουρκία».
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αρνήθηκε να εκμεταλλευτεί την πολιτική στάση του γερουσιαστή Μενέντεζ και να διαμαρτυρηθεί στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ώστε να σταματήσει να βάζει πονηρά στο ίδιο τσουβάλι την επιτιθέμενη Τουρκία με την αμυνόμενη Ελλάδα.
Ακόμα χειρότερα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν ακολούθησε την πολιτική Μενέντεζ ούτε στην Ε.Ε. ούτε και στο ΝΑΤΟ, με αποτέλεσμα φίλοι και σύμμαχοι της Ελλάδας να τη στηρίζουν μέχρι να κάτσει στο τραπέζι με την Τουρκία, αποδεχόμενη όλες τις απαιτήσεις της Αγκυρας σε βάρος της Ελλάδας.
Ο Κυριάκος στον ΟΗΕ: Δεν σήκωσε το γάντι που έριξε ο Ερντογάν
Με την εμπρηστική ομιλία του τον Σεπτέμβριο στη γ’ συνέλευση του ΟΗΕ, ο Ερντογάν παρουσίασε την Ελλάδα ως επιτιθέμενη, εχθρική χώρα και δήλωσε στη διεθνή κοινότητα έτοιμος να μετατρέψει με τη χρήση όλων των μέσων, νομικών πολιτικών, διπλωματικών και στρατιωτικών, τα δικαιώματά της στο Αιγαίο σε τουρκικά κεκτημένα, αν η Ελλάδα δεν σταματήσει την επίδειξη δύναμης στην περιοχή. Με μια άκρως προκλητική και προσβλητική ενέργεια ο Ερντογάν έδειξε στη διεθνή κοινότητα φωτογραφίες «πνιγμένων από τους Ελληνες» παιδιών παράνομων μεταναστών στο Αιγαίο, σε μια προσπάθεια να συγκινήσει τη διεθνή κοινή γνώμη σε βάρος της Ελλάδας. Με άλλα λόγια, ο Ερντογάν στον ΟΗΕ προειδοποίησε τη διεθνή κοινή γνώμη για πιθανό σκηνικό πολεμικής έντασης με την Ελλάδα, το οποίο -και λόγω της προεκλογικής περιόδου στην Τουρκία- χρησιμοποιεί ανελλιπώς και καθημερινώς μέχρι αυτή τη στιγμή, χωρίς ουδείς να τον συγκρατεί.
Στον αντίποδα, στη δική του ομιλία ο κ. Μητσοτάκης επιχείρησε να παρακάμψει τον πρόεδρο της Τουρκίας και δεν απάντησε σε καμία απειλή Ερντογάν εναντίον της Ελλάδας. Ο κ. Μητσοτάκης, αν και είχε τον χρόνο και το δικαίωμα, δεν διέθεσε ούτε ένα λεπτό στην ομιλία του για να εξηγήσει στο διεθνές επίσημο ακροατήριο ότι το ενιαίο της ελληνικής κυριαρχίας είναι η ελληνική ξηρά, τα νησιά, οι νησίδες και οι βραχονησίδες στο Αιγαίο και αυτή η ενότητα είναι αδιάσπαστη. Ο κ. Μητσοτάκης περιορίστηκε να αναφερθεί μόνον στην τουρκική αμφισβήτηση ελληνικών νησιών (όχι νησίδων, ούτε βραχονησίδων) και επανέλαβε ότι η αμφισβήτηση της κυριαρχίας αποτελεί κόκκινη γραμμή για την Ελλάδα.
Ο Ελληνας πρωθυπουργός είχε κάθε δικαίωμα να καταγγείλει την Τουρκία για εργαλειοποίηση των παράνομων μεταναστών από την Τουρκία, ειδικά μετά τα επεισόδια στον Εβρο, με την ενορχηστρωμένη αποτυχημένη «εισβολή» παράνομων μεταναστών από τις νησίδες του Εβρου σε ελληνικό έδαφος.
Αθήνα και Μόσχα, εχθροί για την Ουκρανία
Στις 18 Φεβρουαρίου 2022 έληξαν οι ελληνορωσικές σχέσεις. Ο Ελληνας ΥΠΕΞ Νίκος Δένδιας εκλήθη στη Μόσχα από τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ σε μια έκτακτη συνάντηση. Ο λόγος της συνάντησης αυτής ήταν η μεγάλη ενόχληση της Μόσχας για την ενεργοποίηση των αμερικανικών εγκαταστάσεων στη βάση της Αλεξανδρούπολης, σε περίπτωση αμερικανορωσικής κρίσης για την Ουκρανία. Η Μόσχα, σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, ζήτησε από την ελληνική και την αμερικανική κυβέρνηση να μη χρησιμοποιηθούν οι αμερικανικές βάσεις σε ελληνικό έδαφος εναντίον της Ρωσίας. Η απειλή της Μόσχας στρεφόταν κυρίως εναντίον της Αθήνας, προειδοποιώντας την ότι η ρωσική κυβέρνηση δεν θα μεσολαβήσει στο εξής υπέρ της Αθήνας σε διμερές επίπεδο αλλά ούτε και θα στηρίξει στο εξής την Ελλάδα στο πλαίσιο του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ουδόλως έλαβε υπόψη της τις ρωσικές προειδοποιήσεις και άνοιξε διάπλατα το ελληνικό έδαφος, κυρίως της Αλεξανδρούπολης, για τη μεταφορά οπλισμού και δυνάμεων εναντίον της Ρωσίας στην ουκρανική κρίση, άφησε το FIR Αθηνών να γίνει ξέφραγο αμπέλι σε αμερικανικά και νατοϊκά κατασκοπευτικά αεροσκάφη στη Μαύρη Θάλασσα και προσέφερε επιθετικό στρατιωτικό υλικό εναντίον της Ρωσίας – με τωρινό θέμα την αποστολή των S-300 από την Ελλάδα «στο μέτωπο εναντίον της Ρωσίας». Και το κυριότερο, η κυβέρνηση Μητσοτάκη αφαίρεσε από την Ελλάδα το πλεονέκτημα που είχε, λόγω των προηγούμενων στενών σχέσεων με τη Μόσχα, να είναι η Αθήνα μια από τις κύριες μεσολαβητικές δυνάμεις μεταξύ Μόσχας και Δύσης. Το πλεονέκτημα αυτό η κυβέρνηση Μητσοτάκη το εκχώρησε καθ’ ολοκληρίαν στην Αγκυρα του Ερντογάν, που γι’ αυτό απολαμβάνει τους έπαινους και την προσοχή των κατά τα άλλα «εχθρικών» δυτικών ηγετών.
Οι ΑΟΖ μπερδεύονται – Με χρονοκαθυστέρηση οι αντιδράσεις της Αθήνας
Στις 3 Οκτωβρίου του 2022 η Τουρκία και η Λιβύη υπέγραψαν μνημόνιο συνεργασίας για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων τους. Η ελληνική κυβέρνηση διαμαρτυρήθηκε έναν μήνα αργότερα με επιστολή της στον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, ώστε αυτή η νέα συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης να μην εφαρμοστεί μέσα στην τουρκολιβυκή ΑΟΖ.
Η κυβέρνηση συμπεριφέρεται σαν να μη γνωρίζει ότι η τουρκολιβυκή ΑΟΖ έχει από τις αρχές του 2021 καταστεί επίσημη και εν ισχύι, αφού έχει αναρτηθεί στον επίσημο πίνακα 104 του ΟΗΕ. Δι’ αυτού του τρόπου η κυβέρνηση παραπλανά τον ελληνικό λαό ότι «μάχεται» για την κατάργηση της τουρκολιβυκής ΑΟΖ, γεγονός που δεν πρόκειται να επιτύχει.
Η ελληνική επιστολή στον ΟΗΕ επικεντρώνεται και διαμαρτύρεται κατά κύριο λόγο για την περίπτωση που οι τουρκολιβυκές έρευνες υδρογονανθράκων αφορούν την περιοχή της τουρκολιβυκής ΑΟΖ. Ετσι η κυβέρνηση αφήνει στο έλεος της Τουρκίας και της Λιβύης το σύνολο της μη οριοθετημένης ελληνικής ΑΟΖ έξω και πέρα από την τουρκολιβυκή ΑΟΖ. Επιτρέπει στην Τουρκία και τη Λιβύη να επιχειρήσουν έρευνες π.χ. νοτίως της Γαύδου. Και ακόμα χειρότερα, να επιχειρήσουν έρευνες στο τουρκικό τμήμα της τοτρκολιβυκής ΑΟΖ, στην περιοχή στην οποία η τουρκική ΑΟΖ με τη μη οριοθετημένη ελληνική ΑΟΖ αλληλοεπικαλύπτονται.
Η κυβέρνηση επιχείρησε διορθωτικές κινήσεις, ανακοινώνοντας συμφωνημένες έρευνες της ΕΧΧΟΝ ΜΟBIL νοτιοδυτικά της Κρήτης, σε περιοχή όμως που αφήνει αλώβητη την τουρκολιβυκή ΑΟΖ και τη συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης για εκμετάλλευση υδρογονανθράκων.
Στις 22 Νοεμβρίου η Ελλάδα και η Αίγυπτος υπέγραψαν μνημόνιο συνεργασίας για έρευνα και διάσωση (SAR) για θαλάσσια ατυχήματα, με τα όρια δικαιοδοσίας των περιοχών ευθύνης των δύο κρατών να ταυτίζονται με τα FIR Αθηνών και Καΐρου, αντίστοιχα. Η συμφωνία αυτή είναι στον αέρα, διότι η Αίγυπτος δεν έχει υπογράψει τη σύμβαση του Αμβούργου 1979 του ΙΜΟ για θαλάσσια έρευνα και διάσωση. Σημειώνεται ακόμα ότι η συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου για SAR δεν έχει καμία σχέση με την τουρκολιβυκή ΑΟΖ και δεν την ακυρώνει. Και τούτο διότι η τουρκολιβυκή ΑΟΖ με την ανάρτησή της στον αρμόδιο πίνακα 104 του ΟΗΕ από το 2021 έχει νομιμοποιηθεί και βρίσκεται σε ισχύ και διότι το Δίκαιο της Θάλασσας του ΟΗΕ δεν έχει αρμοδιότητα και δεν περιλαμβάνει συμφωνίες SAR.
Τέλος, η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιχείρησε να πανηγυρίσει ματαίως για τη μονομερή απόφαση της Αιγύπτου να οριοθετήσει μονομερώς την ΑΟΖ με τη γειτονική Λιβύη. Ομως, η κίνηση της Αιγύπτου είναι έωλη και χωρίς νομική βάση και καμία διεθνή ισχύ, διότι το Δίκαιο της Θάλασσας απαγορεύει ρητώς τη μονομερή οριοθέτηση ΑΟΖ, επιτρέπει μόνο την οριοθέτηση ΑΟΖ με μεταξύ τους συμφωνία ανάμεσα σε παρακείμενες ή απέναντι ακτές χωρών. Και διότι η μονομερής οριοθέτηση της ΑΟΖ της Αιγύπτου με τη Λιβύη ουδόλως επηρεάζει το τμήμα της τουρκικής ΑΟΖ που περιλαμβάνεται στην τουρκολιβυκή ΑΟΖ, το οποίο «ακουμπά» τις νοτιοανατολικές ακτές της Κρήτης, την Κάρπαθο και τις ακτές ανατολικά της Ρόδου μέχρι το Καστελόριζο.
Η άτυπη μονομερής οριοθέτηση της ΑΟΖ της Αιγύπτου με τη Λιβύη στο δυτικό άκρο της «ξύνει» ελαφρώς, δηλαδή επικαλύπτει ελάχιστα, την τουρκολιβυκή ΑΟΖ, μόνο στην περιοχή της λιβυκής ΑΟΖ που περιλαμβάνεται στη συνολική τουρκολιβυκή ΑΟΖ.