Τις συγκλονιστικές εικόνες που αντίκρισε στην Τουρκία, όπου βρέθηκε μετά τον καταστροφικό και φονικό σεισμό των 7.8 Ρίχτερ της 6ης Φεβρουαρίου ως μέλος της αποστολής της Ελληνικής Ομάδας Διάσωσης περιγράφει στο newsbreak η εθελόντρια Ζέτα Κωστοπούλου.
● Από την Γιώτα Φλώρου
Ξεκινώντας, αναφέρει σχετικά με την αποστολή ότι αποτελούνταν από 28 άτομα, όλα μέλη της ΕΟΔ από διάφορες πόλεις της Ελλάδας, τα οποία συγκεντρώθηκαν στην Θεσσαλονίκη και από εκεί αναχώρησαν για την Τουρκία. Μαζί τους είχαν τον ατομικό εξοπλισμό τους, όπως έχουν πάντοτε, τα εργαλεία για τις διασώσεις και ένα διασωστικό σκύλο ο οποίος είχε έρθει με τον συνάδελφό τους από τη Σάμο. Η αποστολή έφυγε από την Θεσσαλονίκη το βράδυ της Πέμπτης 9 Φεβρουαρίου και επέστρεψαν πάλι πίσω την Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου. Τα εργαλεία που είχαν μαζί τους ήταν, μεταξύ άλλων, υδραυλικές διασωστικές σειρές, εργαλεία απεγκλωβισμού, θερμικές κάμερες, ανιχνευτές επικίνδυνων αερίων, γεννήτριες, εξοπλισμό τηλεπικοινωνιών, φορεία, απινιδωτές και άλλο εξειδικευμένο εξοπλισμό Πρώτων Βοηθειών.
Την κατάσταση που αντίκρισε η ίδια μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της ΕΟΔ στην Τουρκία δεν την περίμενε.
«Είμαστε προετοιμασμένοι από τις εκπαιδεύσεις μας όσο και από αυτά που είχαμε δει στην τηλεόραση. Περιμέναμε τι θα βρούμε. Ωστόσο, αυτό που με εξέπληξε εμένα ήταν η έκταση της καταστροφής. Ήταν παντού. Εμείς τοποθετηθήκαμε στην Αντιγιαμάν η οποία ήταν σχεδόν ισοπεδωμένη. Δηλαδή, στεκόσουν σε ένα σταυροδρόμι και από όποια πλευρά και αν κοίταζες ήταν ισοπεδωμένα».
Και συνεχίζει: «Οι άνθρωποι ήταν στους δρόμους. Άναβαν φωτιές για να ζεσταθούν. Σκουπίδια παντού. Γιατί προφανώς ποιος θα τα μαζέψει; Από τα κτήρια είχαν σκορπίσει τα πάντα. Κρύο, πάρα πολύ. Πολύ χαμηλές θερμοκρασίες υπό το μηδέν. Ένα χρώμα γκρίζο παντού».
Ωστόσο, μέσα σε αυτό το γκρίζο υπήρχε το «φως» των ντόπιων κατοίκων και η ζεστή συμπεριφορά τους απέναντι στους διασώστες.
«Υπήρχε μια γλύκα και μια αγάπη από τους ντόπιους παρόλο τον πόνο τους. Στην Κωνσταντινούπολη φτάσαμε οδικώς κα πήγαμε κατευθείαν στο αεροδρόμιο. Με το που πάτησα το πόδι μου από το πούλμαν στο πεζοδρόμιο υπήρξε άνθρωπος που μας χαμογέλασε και μας ευχαρίστησε. Αυτό συνεχίστηκε καθόλη τη διάρκεια της παραμονής μας στην Τουρκία και κλιμακωνόταν. Φτάσαμε στο σημείο της επιστροφής, περπατούσαμε στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης μέσα και οι άνθρωποι έκαναν στην άκρη μέτρα ολόκληρα, χειροκροτούσαν, χαμογελούσαν, μας φώναζαν και μας αγκάλιαζαν.
Οι ντόπιοι, στην Αντιγιαμάν μας μιλούσαν όμορφα, ήρεμα, μας βοηθούσαν. Μάλιστα, θυμάμαι ρωτήσαμε έναν άντρα αν η οικογένεια του είναι καλά και μου είπε “όχι, έχω χάσει 20 άτομα από την οικογένεια”. Και αναρωτήθηκα, “Θεέ μου, πως αντέχει αυτός ο άνθρωπος; Και είναι τόσο ήρεμος και μου μιλάει και ασχολείται μαζί μου και με ρωτάει αν είμαι εγώ καλά”. Έτσι ήταν όλοι. Μας έφερναν συνέχεια τσάι, φαγητό, καφέ. Δεν υπήρχε περίπτωση να περπατήσεις στο δρόμο 50 μέτρα και να μην σου έρθει από κάπου ένα πιάτο φαγητό,ένα ποτηράκι τσάι».
Οι διασώσεις, όπως σημειώνει, γίνονταν κάτω από δύσκολες συνθήκες.
«Όταν καλείσαι να επιχειρήσεις σε ένα ερείπιο, θα βρεις πολύ κόσμο, συγγενείς, άλλα διασωστικά συνεργεία, θεατές, κανάλια, δημοσιογράφους. Είναι ένα θορυβώδες περιβάλλον και να πρέπει να συνεργαστείς με όλο αυτό τον κόσμο. Δεν είναι εύκολο, αλλά γίνεται. Και στο όποιο επιτυχές αποτέλεσμα έχουν συμβάλλει όλοι, ο καθένας με τον τρόπο του».
Όπως αναφέρει την ομάδα συνόδευε παντού στρατιώτες για την προστασία τους, παρόλο, που, όπως τονίζει «δεν απειληθήκαμε ούτε στιγμή από οτιδήποτε».
Συναισθήματα, όπως η στεναχώρια, όπως λέει η κ. Κωστοπούλου, υπήρχαν. «Θα ήταν περίεργο να μην υπάρχει. Απλά την ελέγχουμε. Ελέγχουμε το συναίσθημα. Δεν είναι τόσο μέρος της εκπαίδευσης, ότι για παράδειγμα λες ότι τώρα θα είσαι “κλειστός”, είναι περισσότερο αποτέλεσμα της πείρας. Όσο πιο πολλά χρόνια είσαι στην ομάδα και όσα περισσότερα περιστατικά έχεις ζήσει μαθαίνεις να εκπαιδεύεις τον εαυτό σου να είναι πιο συγκρατημένος και να απομονώνει τα συναισθήματα. Γιατί αν εκείνη τη στιγμή αφήσω το συναίσθημα να με κατακλύσει, δεν θα κάνω τη δουλειά μου».
Παράλληλα, υπήρχε κούραση γιατί, όπως αναφέρει η εθελόντρια, η ομάδα έφευγε από το camp όπου έμεναν το πρωί και γυρνούσαν το βράδυ, σε όλη τη διάρκεια της μέρας, είτε επιχειρούσαμε ενεργά, είτε περίμεναν να επιχειρήσουμε και στέκοντας όρθιοι καθώς δεν είχαν κάποιο μέρος να ξεκουραστούν και δεν ήθελαν γιατί περισσότερο ήθελαν να είναι πάνω από το πεδίο και να βλέπουν.
«Η κούραση ήταν αμελητέα σε σχέση με αυτό που γινόταν γύρω μας. Αυτό που μου έχει μείνει δεν είναι η κούραση. Ή το κρύο γιατί βιώσαμε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες τη νύχτα. Μιλάμε για -10 βαθμούς Κελσίου, μια άλλη φορά η αίσθηση ήταν -17 όπως μάθαμε. Δεν ήταν, όμως, αυτά τα σημαντικά».
Η κ. Κωστοπούλου δηλώνει πως δύο είναι οι «εικόνες» που θα της μείνουν από την παραμονή της στην Τουρκία.
«Το πρώτο είναι αυτή η αγάπη και η υποστήριξη που βιώσαμε και το άλλο είναι η χαρά μιας ηλικιωμένη κυρίας η οποία κατάλαβε ότι θα διασωθεί ο άνθρωπός της και αγκαλιαζόμαστε και γελάγαμε και κλαίγαμε μαζί και μας έλεγε, από όσο μπορούσα να καταλάβω, “θα έρθετε να σας μαγειρέψω”. Αυτό που είναι πιο συγκλονιστικό είναι ότι τελικά δεν είμαι σίγουρη αν διασώθηκε ο άνθρωπος της. Πάντα θα έχω την απορία. Δεν θα άντεχα να δω το πρόσωπό της. Ελπίζω να μην της έφυγε η χαρά που είχε. Το πρόσωπό της όταν χαιρόταν μου έχει μείνει σαν “φωτογραφία” στο μυαλό μου».
Η κ. Κωστοπούλου αναφέρει πως είναι στην Ελληνική Ομάδα Διάσωσης από το 2010.
«Ήθελα να το κάνω από όταν είχαν γίνει οι σεισμοί στην Πάτρα και στο Αίγιο. Εγώ ζούσα στην Πάτρα και θυμάμαι ήμουν κολλημένη στην τηλεόραση και έβλεπα τους διασώστες της ΕΜΑΚ να βγάζουν κόσμο από τα χαλάσματα και έλεγα ότι αυτό θέλω να το κάνω και εγώ».
Σίγουρα, όπως λέει, η εμπειρία με την ομάδα διάσωσης στην Τουρκία είναι από τις πιο δυνατές που έχει ζήσει. «Οι τρεις πιο δυνατές είναι το Μάτι, η Μάνδρα και η Τουρκία».
Δείτε βίντεο από τις επιχειρήσεις της ΕΟΔ στην Τουρκία:
(Οι φωτογραφίες και τα βίντεο είναι παραχώρηση της Ελληνικής Ομάδας Διάσωσης)