Μόνον τα δύο αδέλφια ηλικίας 40 και 48 ετών, που προφυλακίστηκαν μετά τις απολογίες τους, «τοποθετεί» ο Ανακριτής στον τόπο της δολοφονίας του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ, στις 9 Απριλίου 2021, έξω από το σπίτι του στον Άλιμο.
Ειδικότερα, το κατηγορητήριο που συνέταξε ο Ανακριτής και αποκαλύπτει σήμερα το newsbreak.gr αναφέρει τα εξής:
Στις 9 Απριλίου 2021, τα δύο αδέλφια μετέβησαν από την ευρύτερη περιοχή της Νίκαιας στον Άλιμο, οδηγώντας ο ένας το σκούτερ μοντέλο Beverly (δεν έχει εντοπιστεί) και ο άλλος ένα αυτοκίνητο τύπου βαν (ιδιοκτησίας του 48χρονου).
Στον Άλιμο κινήθηκαν αρχικά στην οδό Μεγίστης και στάθμευσαν το βαν, που οδηγούσε ένας από αυτούς, μεταξύ των αριθμών 26 και 67 στη συνέχεια τα δύο αδέλφια επιβιβάστηκαν στο σκούτερ και κινήθηκαν προς την οδό που βρισκόταν το σπίτι του Γιώργου Καραϊβάζ, ο ένας ως οδηγός και ο άλλος ως συνεπιβάτης.
Τα δύο αδέλφια έχοντας καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου, με τον οδηγό να φοράει κράνος και τον συνεπιβάτη κουκούλα, έφτασαν στην οδό της κατοικίας του δημοσιογράφου στις 14:15 και αφού κατόπτευσαν το χώρο απομακρύνθηκαν για να μη γίνει αντιληπτή η παρουσία τους από τους περιοίκους.
Στις 14:18 οι δύο δράστες είδαν το τζιπ που οδηγούσε ο δημοσιογράφος να κινείται επί της οδού Θέμη Άννινου και να πλησιάζει την κατοικία του και τον ακολούθησαν με το σκούτερ. Όταν έφτασε, στάθμευσε το τζιπ στη συμβολή των οδών Μουλοπούλου και Άννινου, βγήκε από αυτό και κινήθηκε προς το σπίτι του, το οποίο βρίσκεται σε κοντινή απόσταση. Τότε, τα αδέλφια προσέγγισαν τον δημοσιογράφο με γρήγορες και αιφνιδιαστικές κινήσεις και τον πυροβόλησαν 13 φορές, με αποτέλεσμα να επέλθει άμεσα και ακαριαία ο θάνατός του.
Τι υποστήριξαν οι κατηγορούμενοι στις απολογίες τους
Στις απολογίες τους ενώπιον του 30 τακτικού ανακριτή Αθηνών, Δημήτρη Φανουργάκη, τα δύο αδέλφια αρνήθηκαν οποιαδήποτε συμμετοχή τους στο έγκλημα.
Συγκεκριμένα, ο 40χρονος υποστήριξε, ότι δεν γνώριζε το θύμα, ενώ από την άρση του απορρήτου των τηλεφωνικών επικοινωνιών δεν υπήρξαν ενοχοποιητικά στοιχεία σε βάρος του. Επίσης, δεν γνωρίζει τον ιδιοκτήτη του καταστήματος απ’ όπου αγοράστηκαν τα δύο «πακιστανικά» τηλέφωνα, που λειτούργησαν στην περιοχή λίγο πριν και λίγο μετά τη δολοφονία του δημοσιογράφου, ούτε έχει επισκεφθεί ποτέ το συγκεκριμένο κατάστημα για να αγοράσει οτιδήποτε.
Σε ερώτηση του ανακριτή πού βρισκόταν και τι έκανε στις 9 Απριλίου 2021, απάντησε ότι δεν μπορεί να θυμηθεί με λεπτομέρειες τι έκανε πριν δύο χρόνια, ίσως να ήταν στη δουλειά του, δηλαδή στη Νίκαια, όπου βρίσκονται τα γραφεία της εταιρεία καθαρισμού κτηρίων ιδιοκτησίας του και στη συνέχεια, όπως προκύπτει από τη δικογραφία, στον Ασπρόπυργο. Επίσης, δεν γνωρίζει τον Γ.Β. και τον Γ.Μ. τα ονόματα των οποίων αναφέρονται στη δικογραφία, χωρίς ωστόσο να τους έχει ασκηθεί ποινική δίωξη.
Πως αγόρασε τη Ferrari
Ο 40χρονος ανέφερε, επίσης, ότι έχει ακόμα στην ιδιοκτησία του ένα πρατήριο βενζίνης και άτυπα διαθέτει ένα μικρό ποσοστό σε ένα άλλο πρατήριο. Είχε συνεργασία για τη διανομή πετρελαίου θέρμανσης με τον Γιώργο Μήτσου, ο οποίος δολοφονήθηκε έξω από το πρατήριό του στον Γέρακα Αττικής τον Ιούνιο του 2022.
Το αυτοκίνητο μάρκας Ferrari, που έχει στην κατοχή του, το αγόρασε από συγγενικό πρόσωπο του δολοφονηθέντος πρατηριούχου και το μεταπώλησε αμέσως σε άλλο άτομο αλλά καθυστέρησε η μεταβίβαση.
Μοίραζε φυλλάδια
Απολογούμενος ο 48χρονος αρνήθηκε κι εκείνος, ενώπιον του ανακριτή, ότι είχε οποιαδήποτε συμμετοχή στη δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ, την οποία χαρακτήρισε ως «άνανδρη».
Υποστήριξε, ότι στις 9-4-2021 βρισκόταν στην περιοχή του Αλίμου με το βαν, που είναι ιδιοκτησία δικής του εταιρείας καθαρισμού κτηρίων, η οποία όμως τυπικά ανήκει στη σύντροφό του. Στην περιοχή αυτή είχε μεταβεί την ημέρα της δολοφονίας του δημοσιογράφου αλλά και την προηγούμενη μαζί με έναν ανιψιό του για να μοιράσουν διαφημιστικά φυλλάδια της εταιρείας του στις πολυκατοικίες.
Ο 48χρονος αμφισβήτησε, επίσης, την ανάλυση από την αστυνομία του βιντεοληπτικού υλικού που έχει παρθεί από κάμερες ασφαλείας, υποστηρίζοντας ότι δεν έχει καμία σχέση με το σκούτερ τύπου Beverly, που χρησιμοποίησαν οι δράστες της δολοφονίας του δημοσιογράφου.
Απαντώντας στις ερωτήσεις του ανακριτή, γιατί το κινητό του τηλέφωνο εμφάνισε στις 9 Απριλίου 2021 μία παύση ενεργητικής δραστηριότητας από τις 12:47:49 έως τις 15:34:33, ισχυρίστηκε ότι το κινητό, επειδή εκείνη την ώρα μοίραζε φυλλάδια, μπορεί να ήταν αφημένο στο βαν ή να το είχε ξεχάσει στο γραφείο της εταιρείας.
Αρνήθηκε, επίσης, ότι γνώριζε τους Γ.Β και Γ.Μ που επίσης αναφέρονται στη δικογραφία, αλλά ούτε και τον ιδιοκτήτη του καταστήματος ειδών κινητής τηλεφωνίας από όπου είχαν αγοραστεί τα δύο κινητά «πακιστανικά» τηλέφωνα.
Τέλος, ο 48χρονος στο απολογητικό του υπόμνημα, θεωρεί ως παραδοξότητα από τη μία να θεωρείται από τις αρμόδιες αρχές η επιχείρηση για τη δολοφονία του δημοσιογράφου ως «επαγγελματική» και «καλοδουλεμένη» (ταχύτητα, εκτέλεση, διαφυγή δραστών) και από την άλλη ο ίδιος να κατηγορείται ότι πήγε να δολοφονήσει το δημοσιογράφο με το βαν που έφερε σε όλα τα σημεία αυτοκόλλητα με το λογότυπο της εταιρείας του, το οποίο κινείται καθημερινά σχεδόν σε όλη την Αττική.
Και οι δύο κατηγορούμενοι κρίθηκαν προσωρινά κρατούμενοι επειδή – όπως αναφέρεται στο σχετικό ένταλμα – αν αφήνονταν ελεύθεροι θα τελούσαν με βεβαιότητα και άλλα εγκλήματα με δυσμενείς και βαρύτατες συνέπειες για άλλους.