Υπόδειγμα κόρης, συζύγου, μάνας και γιαγιάς, η Μαριάννα Β. Βαρδινογιάννη μεγάλωσε στην Ερμιόνη, στον τόπο της καρδιάς της μέχρι το τέλος, στο καταφύγιό της. Η οικογένειά της ήταν πολύ δεμένη και οι γονείς της, Γιώργος και Ευαγγελία, τη μεγάλωσαν μαζί με την αδερφή της με στοργή και αγάπη.
- Από τον Δημήτρη Λυμπερόπουλο
«Δώσε στα παιδιά σου φτερά για να πετάξουν και ρίζες για να επιστρέφουν» ήταν η συμβουλή που της έδωσε η μητέρα της και την ακολούθησε πολύ πιστά, καθώς με τη μητέρα της Ευαγγελία Μπουρνάκη είχε πάντα ένα ιδιαίτερο δέσιμο. «Της οφείλω τα πάντα και, μαζί με τον σύζυγό μου Βαρδή, υπήρξε ο σημαντικότερος άνθρωπος στη ζωή μου. Οι αναμνήσεις της παιδικής μου ηλικίας είναι αναμνήσεις γλυκιές, γεμάτες από το μπλε της θάλασσας της Ερμιόνης και το φως του ήλιου της».
Οπως δήλωνε στις συνεντεύξεις της: «Το πατρικό μου σπίτι, ο παράδεισος των παιδικών μου χρόνων! Είναι ένα πολύ όμορφο νεοκλασικό σπίτι στο κέντρο της Ερμιόνης, το οποίο υπάρχει ακόμα και σήμερα. Εχουμε φροντίσει, μαζί με την αδελφή μου, το σπίτι να είναι σε πολύ καλή κατάσταση, με την ίδια διακόσμηση και τα ίδια έπιπλα, τα οποία έχουμε συντηρήσει. Νιώθω τυχερή, γιατί και ο Βαρδής αγάπησε την Ερμιόνη όσο εγώ, και όταν είχαμε τα παιδιά μας μικρά, περνούσαμε εκεί μεγάλο μέρος των καλοκαιρινών μας διακοπών.
Τα παιδιά μου έχουν και εκείνα αναμνήσεις από το σπίτι όπου μεγάλωσα και το αγαπούν όσο και εγώ. Το πατρικό μου σπίτι έχει μέσα του τα παιδικά μου όνειρα, τις οικογενειακές μας αναμνήσεις, όλη μου τη ζωή!»
Οι φίλες και συμμαθήτριές της στο δημοτικό σχολείο της Ερμιόνης, συγκλονισμένες από τον χαμό της, θυμούνται την ομορφιά της, την ακεραιότητα του χαρακτήρα της, την ανεξάντλητη ενεργητικότητά της, τη δημιουργική της δράση. «Οι αναμνήσεις από εκείνα τα χρόνια αμέτρητες. Ακριβώς δίπλα από το σχολείο της Ερμιόνης υπάρχουν σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα. Θυμάμαι πως στα διαλείμματα παίρναμε φτυαράκια και κουβαδάκια και σκάβαμε το χώμα, πιστεύοντας πως θα ανακαλύψουμε αρχαιολογικούς θησαυρούς! Ισως από εκεί να ξεκίνησε και η αγάπη μου για την αρχαιολογία, την επιστήμη που πάντα με συγκινούσε τόσο πολύ και που ενώ ήμουν ήδη γιαγιά, αποφάσισα να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα: κατάφερα να κάνω τη διατριβή μου στην αρχαιολογία» εξομολογείται η ίδια στις συνεντεύξεις της.
«Από τα σχολικά μου χρόνια στην Ερμιόνη θυμάμαι ακόμα πολύ έντονα τις υπέροχες σχολικές παραστάσεις που ανεβάζαμε. Μια χρονιά πρότεινε ο δάσκαλός μας να ανεβάσουμε την “Ιλιάδα”. Μου πρότεινε τον ρόλο της μητέρας του Αχιλλέα, της Θέτιδας, και θυμάμαι με πόσο πείσμα του ζήτησα να είμαι η αγαπημένη του Αχιλλέα, η Βρισηίδα! Και, φυσικά, το κατάφερα.
Αργότερα, στο γυμνάσιο, η μητέρα μου θεώρησε πως θα ήταν καλύτερο για εμένα να συνεχίσω τις σπουδές μου στον Πειραιά, όπου θα είχα περισσότερες ευκαιρίες και θα μου ανοίγονταν νέοι ορίζοντες. Οπως τελικά αποδείχτηκε, είχε δίκιο. Τότε όμως δεν ήθελα καθόλου να αφήσω τους φίλους μου. Το κλάμα που έριξα για να τη μεταπείσω δεν περιγράφεται».
Η συνάντησή της με τον Βαρδή και η υπέροχη οικογένειά της
Με τον Βαρδή Βαρδινογιάννη συμπορεύτηκαν με έρωτα και αγάπη, σπάνια αμοιβαία κατανόηση και αρμονία. Μια ζωή γεμάτη επιτυχίες, διακρίσεις, ταξίδια, αλλά και δυσκολίες, περιπέτειες, δημιουργία, πιασμένοι σφιχτά από το χέρι.
«Γνώρισα τον σύζυγό μου Βαρδή σε πολύ νεαρή ηλικία. Εγώ ήμουν ακόμα μαθήτρια και εκείνος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού. Παντρευτήκαμε μερικά χρόνια αργότερα, όμως από την πρώτη στιγμή νιώσαμε και οι δύο πως ο δρόμος της ζωής μας θα ήταν κοινός.
Ξεκινήσαμε την οικογένειά μας σε ένα μικρό διαμέρισμα. Φυσικά, τότε δεν μπορούσα να φανταστώ όσα θα ακολουθούσαν, που άλλαξαν μεν την εικόνα της ζωής μας, αλλά ποτέ την ουσία της: το μεγάλωμα των πέντε παιδιών μας και με τους δυο μας πάντα δίπλα τους, η εξορία του Βαρδή στην Αμοργό κατά την περίοδο της δικτατορίας. Αμέτρητες στιγμές όμορφες αλλά και στιγμές δύσκολες, όπως άλλωστε στη ζωή κάθε ανθρώπου.
Στιγμές, όμως, που έκαναν την αγάπη μας ακόμα πιο ουσιαστική κι εμάς δυνατότερους ανθρώπους, μοναδικά δεμένους» ανέφερε στις συνεντεύξεις της σχετικά με τη συνάντησή της με τον άνδρα της ζωής της, με τον οποίο ανέβηκε τα σκαλιά της εκκλησίας του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτη το 1961. Την οικογενειακή τους ευτυχία ολοκλήρωσε η γέννηση των πέντε παιδιών τους: του Γιάννη, της Χριστιάννας, του Γιώργου, του Νίκου και της Βαρδιάννας.
Η Μαριάννα Βαρδινογιάννη χαρακτήριζε τη μητρότητα τον σημαντικότερο ρόλο της ζωής της, αλλά και πηγή της έμπνευσής της για καθετί που δημιούργησε. «Θυμάμαι με αγάπη και νοσταλγία κάθε στιγμή και των πέντε παιδιών μου όταν ήταν μικρά, γιατί, πολύ συνειδητά, φρόντισα να είμαι πάντοτε εκεί για εκείνα. Πιστεύω πως επειδή ήμουν μητέρα, μπόρεσα να καταλάβω, να νιώσω τον πόνο της μάνας που κινδυνεύει να χάσει το παιδί της από καρκίνο. Σε αυτή την αγάπη της κάθε μάνας οφείλει την ύπαρξη της η ΕΛΠΙΔΑ».