Να δοθούν απαντήσεις στην ελληνική πολιτεία μετά το σκάνδαλο για τις κλοπές αρχαιοτήτων στο Βρετανικό Μουσείο, το οποίο οδήγησε και στην παραίτηση του διευθυντή, ζητά ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων.
Ο ΣΕΑ κάνει λόγο πρωτοφανή υπόθεση στην ιστορία των Μουσείων, ενώ παράλληλα εκφράζουν ανησυχίες για τους ελληνικούς αρχαιολογικούς θησαυρούς που παραμένουν σε ξένα χέρια και όπως αποδεικνύεται δεν προστατεύονται επαρκώς.
Σε ανακοίνωσή τους οι αρχαιολόγοι αναφέρουν: «Με την παραίτηση του Διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Hartwig Fischer επιβεβαιώθηκε ότι το ίδρυμα δεν προχώρησε στις απαιτούμενες ενέργειες, μολονότι είχε ειδοποιηθεί τουλάχιστον από το 2021 ότι αντικείμενα από τις συλλογές του πωλήθηκαν σε ηλεκτρονικές δημοπρασίες. Το ότι στην υπόθεση αυτή φέρονται να εμπλέκονται υπάλληλοι του Τμήματος Ελληνικών Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων προκαλεί επιπλέον ανησυχίες στην Ελλάδα και τους αρχαιολόγους που μελετούν την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα».
Μάλιστα, τονίζουν ότι η διοίκηση του Βρετανικού Μουσείου πρέπει να δώσει τις απαντήσεις που οφείλει «όχι απλώς στους Βρετανούς πολίτες και στη διεθνή αρχαιολογική και μουσειακή κοινότητα, αλλά και ειδικά στην Ελληνική Πολιτεία και τα θεσμικά της όργανα, την ελληνική κοινή γνώμη και τους Έλληνες αρχαιολόγους» αναφέρουν και σημειώνουν ότι «απαιτείται να διερευνηθεί εάν μέσα στις αρχαιότητες που κλάπηκαν και πωλήθηκαν περιλαμβάνονται και ελληνορωμαϊκές».
«Η Ελλάδα και άλλες χώρες, από τις οποίες το Βρετανικό Μουσείο έχει υφαρπάξει πολιτιστικούς θησαυρούς, πρέπει να ενισχύσουν τον αγώνα τους στην ανάκτηση αυτών των λεηλατημένων αρχαιοτήτων», αναφέρει ο ΣΕΑ.
Όπως τονίζουν οι αρχαιολόγοι: «Με βάση το διαχρονικό φαινόμενο της πώλησης αρχαιοτήτων από τις Συλλογές του Βρετανικού Μουσείου, ασφαλώς τίθεται σε τελείως διαφορετική βάση το δίκαιο αίτημα της χώρας μας για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα και την επανένωσή τους με τον γενέθλιο μνημείο τους, τον Παρθενώνα. Τόσο οι Έλληνες αρχαιολόγοι όσο και η κοινή γνώμη στη χώρα μας, αναμένουμε τις πρωτοβουλίες της ελληνικής Κυβέρνησης και του Υπουργείου Πολιτισμού στην κατεύθυνση αυτή».
Διαβάστε αναλυτικά την ανακοίνωση
Η κλοπή και η πώληση περίπου 2000 αντικειμένων από το Βρετανικό Μουσείο, στις αποθήκες του οποίου «φυλάσσονταν», είναι μια πρωτοφανής υπόθεση στην ιστορία των Μουσείων διεθνώς.
Με την παραίτηση του Διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Hartwig Fischer επιβεβαιώθηκε ότι το ίδρυμα δεν προχώρησε στις απαιτούμενες ενέργειες, μολονότι είχε ειδοποιηθεί τουλάχιστον από το 2021 ότι αντικείμενα από τις συλλογές του πωλήθηκαν σε ηλεκτρονικές δημοπρασίες. Το ότι στην υπόθεση αυτή φέρονται να εμπλέκονται υπάλληλοι του Τμήματος Ελληνικών Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων προκαλεί επιπλέον ανησυχίες στην Ελλάδα και τους αρχαιολόγους που μελετούν την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα.
Η Διοίκηση του Βρετανικού Μουσείου οφείλει να δώσει άμεσα τις οφειλόμενες απαντήσεις, όχι απλώς στους Βρετανούς πολίτες και στη διεθνή αρχαιολογική και μουσειακή κοινότητα, αλλά και ειδικά στην Ελληνική Πολιτεία και τα θεσμικά της όργανα, την ελληνική κοινή γνώμη και τους Έλληνες αρχαιολόγους. Επισημαίνουμε ότι ακόμη δεν έχει δοθεί στη δημοσιότητα κατάλογος με τις κλαπείσες αρχαιότητες. Απαιτείται να διερευνηθεί εάν μέσα στις αρχαιότητες που κλάπηκαν και πωλήθηκαν περιλαμβάνονται και ελληνορωμαϊκές.
Πάνω από όλα όμως, η υπόθεση των κλαπεισών αρχαιοτήτων του Βρετανικού Μουσείου εγείρει και πάλι ηθικά ζητήματα για το ίδιο το Μουσείο, τον τρόπο συγκρότησης των Συλλογών του και τη διαχρονική διαχείρισή τους από την εκάστοτε Διοίκηση. Μάλιστα, η τελευταία βαρύνεται όχι μόνον από το ίδιο το γεγονός, που καθιστά ένα μητροπολιτικό μουσείο χώρο συνδεόμενο με το δίκτυο της παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων, αλλά και από την καθυστέρηση στην αποκάλυψη της υπόθεσης, με τις παραιτήσεις στελεχών του να εγείρουν ερωτήματα για προσπάθεια συγκάλυψης.
Η Ελλάδα και άλλες χώρες, από τις οποίες το Βρετανικό Μουσείο έχει υφαρπάξει πολιτιστικούς θησαυρούς, πρέπει να ενισχύσουν τον αγώνα τους στην ανάκτηση αυτών των λεηλατημένων αρχαιοτήτων. Το Βρετανικό Μουσείο απομακρύνεται από την ηθική όχι μόνο στον τρόπο συγκρότησης αλλά και στη διαχείριση των αρχαιολογικών Συλλογών.
Με βάση το διαχρονικό φαινόμενο της πώλησης αρχαιοτήτων από τις Συλλογές του Βρετανικού Μουσείου, ασφαλώς τίθεται σε τελείως διαφορετική βάση το δίκαιο αίτημα της χώρας μας για την επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα και την επανένωσή τους με τον γενέθλιο μνημείο τους, τον Παρθενώνα. Τόσο οι Έλληνες αρχαιολόγοι όσο και η κοινή γνώμη στη χώρα μας, αναμένουμε τις πρωτοβουλίες της ελληνικής Κυβέρνησης και του Υπουργείου Πολιτισμού στην κατεύθυνση αυτή.
Δείτε επίσης:
- Παραδοχή – σοκ του προέδρου του Βρετανικού Μουσείου: «Δεν είναι όλα τα αρχαία καταγεγραμμένα»
- Μαφία με τα «παιδιά» του Έλγιν – Όσα κρύβονται πίσω από τη βαριά βιομηχανία της αρχαιοκαπηλίας
- «Πέφτουν κεφάλια» στο Βρετανικό Μουσείο: Μετά τον διευθυντή, «αποσύρεται» και ο αναπληρωτής του!