Σε μια χώρα του δυτικού κόσμου όπου η Δικαιοσύνη είναι τυφλή αλλά όχι αόμματη ο εισαγγελέας θα έπρεπε ήδη να έχει παρέμβει, ώστε να ερευνήσει τις καταγγελίες που έχουν ακουστεί εις βάρος της υφυπουργού Υγείας Ειρήνης Αγαπηδάκη. Σε καμία άλλη χώρα του δυτικού κόσμου η Δικαιοσύνη δεν θα παρατηρούσε αμέτοχη έναν επιχειρηματία με μακρά εμπειρία στον χώρο του φαρμάκου να αφήνει σαφείς αιχμές κατά της αρμόδιας υπουργού Υγείας, λέγοντας πως έχει πληρωθεί για το διδακτορικό της από εταιρίες, και την ίδια να παραμένει σιωπηλή.
Ωστόσο, στην Ελλάδα του 2023 όσα πρωτοφανή καταλόγισε ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος στην Ειρήνη Αγαπηδάκη έμειναν αναπάντητα από την ίδια και άφησαν ασυγκίνητη τη Δικαιοσύνη. «Γιατί πρέπει να πηγαίνει ο ασθενής και να δίνει 50 ευρώ για κάτι που μπορεί να πάρει απευθείας από το φαρμακείο με 10 ευρώ, χωρίς να υπάρχει κανένα όφελος για το κράτος…» είχε αναφέρει, τονίζοντας: «Το μόνο που μου πάει στο μυαλό είναι ότι έχεις πληρωθεί, όπως είχες πληρωθεί και από τις άλλες εταιρίες για να κάνεις τις διατριβές σου. Του χρόνου να πας να το πάρεις μέσω του Ινστιτούτου Φαρμακευτικής Ερευνας & Τεχνολογίας, που το έχετε κάνει μαγαζάκι, και εξήγησε στον ελληνικό λαό για δεν το ‘χει…»
Αφορμή για τη σκληρή επίθεση στο πρόσωπό της από τον φαρμακοβιομήχανο ήταν η απόφαση της αναπληρώτριας φέτος να συνταγογραφούνται τα αντιγριπικά εμβόλια. Φυσικά, μετά την επίθεση του κ. Γιαννακόπουλου η απόφαση, που είχε προκαλέσει σάλο, αποσύρθηκε και τα αντιγριπικά εμβόλια θα χορηγούνται δωρεάν σε όλους τους πολίτες χωρίς συνταγογράφηση από τις αρχές Νοεμβρίου.
Μια τόσο σκληρή επίθεση ενός επιχειρηματία προς έναν πολιτικό θα απαιτούσε τη δημόσια συγγνώμη του υπουργού, αν είχε κάνει πράγματι λανθασμένη πολιτική επιλογή, ή τη δημόσια καταγγελία αυτού που τον κατηγόρησε και τη προσφυγή στη Δικαιοσύνη για να διαφυλάξει την τιμή και την υπόληψή του. Ωστόσο, η κυρία Αγαπηδάκη προτίμησε τον τρίτο δρόμο, συγκεκριμένα αυτόν της σιωπής και της απόφασης να πετάξει την μπάλα στην εξέδρα μιλώντας γενικά και αόριστα για καταγγελίες και λάσπη. Στη Βουλή, μάλιστα, απαντώντας στον Παύλο Πολάκη είπε: «Εάν ασχολιόμουν με κάθε συκοφαντία, δεν θα έβρισκα τον χρόνο να κάνω το έργο που προσπαθείτε να αποδημήσετε αναπαράγοντας και εκτοξεύοντας αυτές τις συκοφαντίες».
Ομως μια υπόθεση που αφορά τα δημόσια οικονομικά σε έναν χώρο μάλιστα όπου παίζονται δισεκατομμύρια ευρώ, η ελληνική Δικαιοσύνη θα έπρεπε να έχει παρέμβει, ώστε να διαπιστωθεί αν οι καταγγελίες ευσταθούν ή αν η υπουργός είναι «καθαρή». Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν προξενεί μεγάλη εντύπωση, καθώς η Δικαιοσύνη απέδειξε στα χρόνια της πανδημίας πως έχει μια δυσκολία να παρεμβαίνει και να ερευνά καταγγελίες, που φαίνεται πως στοίχισαν στη θλιβερή πρωτιά που είχαμε ως χώρα σε θανάτους πολιτών από τον Covid-19.