Έπειτα από μία τριετία (2021-2023) ευφορίας, η επιστροφή στην κανονικότητα και η συνεπεία αυτής επανενεργοποίηση των δημοσιονομικών περιορισμών οδηγεί τη χρηματοδότηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ) σε «στενωπό».
- Του Περικλή Ζορζοβίλη
Μετά τη δεκαετία της κρίσης, η χώρα καλείται να βρει τη χρυσή τομή, το σημείο βέλτιστης ισορροπίας μεταξύ του επιπέδου στρατιωτικής ισχύος που επιβάλλει το περιβάλλον ασφαλείας και των δυνατοτήτων της εθνικής οικονομίας.
Τη δυστοκία στη διάθεση των απαιτούμενων οικονομικών πόρων υποδηλώνουν και οι πρόσφατες δηλώσεις της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΘΑ για την επικέντρωση στη συντήρηση των οπλικών συστημάτων και μέσων που ήδη διαθέτουν οι Ενοπλες Δυνάμεις και την «αυστηρή προτεραιοποίηση» των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Εκ των πραγμάτων, δε, οι δηλώσεις αυτές δημιουργούν ερωτήματα εάν και σε ποιο βαθμό εφαρμόστηκαν οι αρχές αυτές την προηγούμενη κυβερνητική τετραετία.
Τις εξελίξεις θα καθορίσει η επικείμενη κατάθεση του Κρατικού Προϋπολογισμού για το έτος 2024, αποσαφηνίζοντας το ύψος των πιστώσεων (συμπεριλαμβανομένης και της χρηματοδότησης των εξοπλιστικών προγραμμάτων) που θα διατεθούν στο ΥΠΕΘΑ. Το ερώτημα είναι αν οι πιστώσεις για την απόκτηση «πάγιων περιουσιακών στοιχείων» (εξοπλιστικά) θα διατηρηθούν στο ετήσιο επίπεδο των 2,5 δισ. ευρώ, που θεωρείται οριακό για τη σχετικά ομαλή χρηματοδότηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Για λόγους αναφοράς, η διαμόρφωση του τακτικού προϋπολογισμού του ΥΠΕΘΑ από το 2018, έτος «εξόδου από τα Μνημόνια», έως το 2023, παρουσιάζεται στον πίνακα. Είναι εύκολα διακριτή η σημαντική αύξηση την περίοδο 2021-2023, που οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στη μεγάλη αύξηση των πιστώσεων για εξοπλιστικά προγράμματα (π.χ., το 2021 σχεδόν πενταπλασιάστηκαν σε σχέση με το 2020), απόρροια της έντονης τουρκικής επιθετικότητας του 2020 σε Εβρο και ανατολική Μεσόγειο, αλλά και του εντυπωσιακού ποσοστού ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας κατά την τριετία.
Σε ό,τι αφορά τα εξοπλιστικά προγράμματα, σύμφωνα με τα στοιχεία που το ΥΠΕΘΑ -στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου- κατέθεσε τον περασμένο Αύγουστο στη Βουλή:
- Την τετραετία 2019-2022 ανατέθηκαν από τη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ) του ΥΠΕΘΑ συμβάσεις για κύρια εξοπλιστικά προγράμματα συνολικού ύψους 10.077.782.681,39 ευρώ, με τον μέσο ετήσιο στατιστικό όρο να ανέρχεται σε 2,5 δισ. ευρώ.
- Εως τις 4 Αυγούστου 2023 η ΓΔΑΕΕ είχε συμβασιοποιήσει 12 εξοπλιστικά προγράμματα του Τετραετούς Προγραμματισμού Εξοπλιστικών Δαπανών (ΤΠΕΔ) 2023-2026, συνολικού ύψους 831.690.061 ευρώ.
- Εως τις 4 Αυγούστου 2023 η ΓΔΑΕΕ είχε προγραμματίσει προς συμβασιοποίηση εντός του 2023 ή εντός του επόμενου έτους, λόγου του απαιτούμενου χρόνου για την ολοκλήρωση των διαδικασιών, 43 εξοπλιστικά προγράμματα του ΤΠΕΔ 2023-2026, συνολικού ύψους 5.783.211.173 ευρώ. Στην κατάταξη κατά προτεραιότητα των εν λόγω προγραμμάτων στην πρώτη θέση βρίσκεται η προμήθεια νέων κορβετών, με προϋπολογισμό 2.122.880.000 ευρώ, και στη δεύτερη ο εκσυγχρονισμός μέσης ζωής (ΕΜΖ) των φρεγατών MEKO-200HN («ΥΔΡΑ»), με προϋπολογισμό 643.000.000 ευρώ. Πρόκειται για δύο προγράμματα μείζονος σημασίας για τη διατήρηση και την αναβάθμιση της εθνικής ναυτικής ισχύος, των οποίων -προς το παρόν- η τύχη αγνοείται.
Για λόγους σύγκρισης θα αναφέρουμε ότι την περίοδο 1998- 2008 η συνολική αξία των συμβάσεων που ανατέθηκαν από τη ΓΔΑΕΕ και τις προγενέστερες αυτής ΓΓΟΣΑΕ (Γενική Γραμματεία Οικονομικού Σχεδιασμού και Αμυντικών Επενδύσεων) και ΓΔΕ (Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών) ανήλθε σε 23,678 δισ. ευρώ, με μέσο ετήσιο στατιστικό όρο 2.152.000 ευρώ, δηλαδή περίπου 10% μικρότερο του μέσου όρου της τετραετίας 2019-2022. Θα πρέπει, επίσης, να σημειωθεί ότι την περίοδο 1998-2009 καταβλήθηκαν για την αποπληρωμή εξοπλιστικών προγραμμάτων 16,523 δισ. ευρώ (μέσος ετήσιος στατιστικός όρος: 1,376 δισ. ευρώ).
Σημείο προβληματισμού αποτελεί το συστηματικά χαμηλό επίπεδο των πιστώσεων για «αγορές αγαθών και υπηρεσιών» (λειτουργικός προϋπολογισμός), που δεν επιτρέπει τη συντήρηση και την υποστήριξη των οπλικών συστημάτων και μέσων, με συνέπεια τις χαμηλές διαθεσιμότητες και την απαξίωση της επένδυσης για την απόκτησή τους. Η διαμόρφωση των πιστώσεων της κατηγορίας την περίοδο 2018-2023 παρουσιάζεται επίσης στον πίνακα 1.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι σε διαρκή αναζήτηση δωρεάν στρατιωτικής βοήθειας
Η δυσκολία εξεύρεσης των αναγκαίων -για το επίπεδο της απειλής- πόρων για την εθνική άμυνα και το επερχόμενο χρηματοδοτικό αδιέξοδο ώθησαν την κυβέρνηση σε αναζήτηση λύσεων.
Στο πλαίσιο αυτό, εντάσσεται η περσινή πρωτοβουλία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να θέσει σε ευρωπαϊκό επίπεδο το ζήτημα εξαίρεσης των αμυντικών δαπανών από τον υπολογισμό του ελλείμματος. Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών της Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, το διήμερο 26-27 Οκτωβρίου, ο Μητσοτάκης δήλωσε ότι η πρόταση «αποκτά μεγάλη δυναμική και από άλλα κράτη-μέλη» και εκτίμησε ότι θα υιοθετηθεί τελικά, όταν συμφωνηθούν οι νέοι ευρωπαϊκοί κανόνες.
Είναι, επίσης, πιθανό η στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης για την έναρξη του πολιτικού διαλόγου με την Τουρκία να εντάσσεται στο ίδιο πλαίσιο. Ας μην ξεχνάμε ότι ο πεντηκονταετής Ψυχρός Πόλεμος τελικά έληξε με την εξώθηση, μέσω του ανταγωνισμού των εξοπλισμών, της τότε Σοβιετικής Ενωσης σε οικονομική κατάρρευση και ότι, όσο δυσάρεστη πραγματικότητα και αν αποτελεί για εμάς, η Τουρκία αποτελεί μία από τις 20 μεγαλύτερες οικονομίες παγκοσμίως, με Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) σχεδόν πενταπλάσιο του ελληνικού.
Τέλος, άλλη μία πηγή χρηματοδότησης του ελληνικού αμυντικού προϋπολογισμού θα μπορούσαν να αποτελέσουν πιστώσεις που οι ΗΠΑ θα διαθέσουν ως δωρεάν στρατιωτική βοήθεια στο πλαίσιο του μηχανισμού FMF (Foreign Military Financing: Στρατιωτική Χρηματοδότηση Αλλοδαπής). Ομως, η υλοποίηση εξαρτάται από το πώς θα διαμορφωθούν οι ισορροπίες στον τρίγωνο Αθηνών – Ουάσινγκτον – Αγκυρα.
Ομως, ασχέτως αν τελικώς ευοδωθεί, με τον έναν ή άλλο τρόπο, η αναζήτηση του «από μηχανής θεού» για τον ελληνικό αμυντικό προϋπολογισμό, είμαστε πλέον αναγκασμένοι να προχωρήσουμε:
Α) Στη ριζική αναθεώρηση της φιλοσοφίας σχεδίασης της δομής δυνάμεων και, κατά επέκταση, των εξοπλιστικών προγραμμάτων, ώστε να γίνει ουσιαστικά διακλαδική. Να εγκαταλείψουμε ως σημείο αφετηρίας τις κατηγορίες και τους αριθμούς των πλατφορμών ανά κλάδο και να υιοθετήσουμε τα επιχειρησιακά αποτελέσματα που επιθυμούμε να επιφέρουμε στον αντίπαλο. Στη βάση αυτή θα καθορίσουμε τις επιχειρησιακές δυνατότητες – τεχνολογίες και τα οπλικά συστήματα και μέσα που χρειαζόμαστε. Εξυπακούεται ότι η μεταβολή αυτή θα επιφέρει ριζικές ανατροπές στις ισορροπίες μεταξύ των κλάδων αλλά και εντός των κλάδων, αλλά η υιοθέτησή της είναι πλέον μονόδρομος.
Β) Στη μεγιστοποίηση εμπλοκής της εγχώριας βιομηχανικής και τεχνολογικής βάσης στην παραγωγή, στη συντήρηση – υποστήριξη και την αναβάθμιση των οπλικών συστημάτων και μέσων στη διάρκεια του κύκλου ζωής τους. Για να επιτευχθεί αυτό, απαιτείται πρόσθετο κόστος και η υιοθέτηση των κατάλληλων μηχανισμών. Τα αντισταθμιστικά ωφελήματα εξοβελίστηκαν από τη χώρα μας το 2011, ως εστία διαφθοράς και διακίνησης μαύρου χρήματος, αλλά η Τουρκία, η Ισπανία και η Σαουδική Αραβία είναι τρία χαρακτηριστικά παραδείγματα χωρών που ανέπτυξαν τη εγχώρια βιομηχανία τους με τη χρηστή εφαρμογή του θεσμού.